«Αύριο θα πάμε στη θάλασσα», της είπαν ενθουσιασμένοι και το πρόσωπό της χαμογέλασε. Περίμενε πώς και πώς, με λαχτάρα κι ανυπομονησία, να βρεθεί στο πλάι της. Οχι ότι είχε παράπονο από τα παιδιά και τα εγγόνια της, βασίλισσα την είχαν.
Από τότε που άφησε το νησί, για λόγους υγείας -«όλα τα νοσοκομεία είναι κοντά», «μη συμβεί κάτι», «να μη σε νιώθουμε μόνη», «έλα»- μένει μαζί τους.
Βλέπει στον ύπνο της σχεδόν κάθε βράδυ τη θάλασσα. Ονειρεύεται το μικρό καΐκι της οικογένειας να φεύγει, να έρχεται, στο λιμάνι, με όλους τους δικούς της μέσα. Δεν την ψάχνουν, δεν την αναζητούν, είναι σαν να μην υπήρξε γι’ αυτούς. Κάνουν ό,τι έκαναν πάντα.
Μαζεύουν δίχτυα, αρματώνουν δίχτυα, γυαλίζουν ξύλα, γαλβανίζουν σιδερικά, βάφουν με κόκκινο και κίτρινο τα πλαϊνά, γελάνε, μιλάνε, τραγουδάνε. Εκείνη δεν είναι ποτέ μαζί τους. Μεγάλο παράπονο την πιάνει όταν ξυπνάει και έχουν όλοι χαθεί.
Να της έχουν θυμώσει που κλειδαμπάρωσε το πατρικό κι έφυγε για την πόλη; Δεν ξέρει. Πάντως κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί σιγομουρμουράει σαν προσευχή το τραγούδι που της είχαν μάθει, το τραγούδι που ξέρει από πάντα: «Γίνε πουλί μου θάλασσα κι εγώ το ακρογιάλι, να ’ρχεσαι με τα κύματα στην εδική μου αγκάλη, αμυγδαλάκι τσάκισα και μέσα σε ζωγράφισα…».
Γι’ αυτό λοιπόν εκείνο το πρωί που ήταν να πάνε στη θάλασσα είχε μεγάλη χαρά. Βρήκε τα παιδιά να συζητούν μπροστά στο παράθυρο κοιτώντας τον ουρανό. Κοίταξε κι εκείνη και συννέφιασε πιο πολύ από τον ουρανό.
Η βροχή ήταν σίγουρη. Δεν μίλησε. Τι να πει εβδομήντα χρόνων γυναίκα; Πάμε στη θάλασσα μόνο για να τη δω; Περίμενε, να δει τι θα πουν κι οι άλλοι. «Θα βρέξει», «κρίμα», «δεν είμαστε από ζάχαρη», «θα την ταλαιπωρήσουμε», «μας έλειψε πολύ». Τη ρωτάνε. «Ο,τι πείτε εσείς», λέει. «Πάμε;», «Πάμε, ναι» απαντά σιγανά κι η καρδιά της φτερούγισε γρήγορα.
Δεν έβρεξε. Στη μία ώρα που χρειάστηκαν για να διασχίσουν την παραλιακή ο ουρανός άνοιγε, έκλεινε, άλλαζε. Αλλά καθόλου δεν τους ένοιαζε. Το να πας στη θάλασσα δεν ήταν μόνο εκδρομή, ήταν ανάγκη. Κι εκείνη το ήξερε πως έλειπε απ’ όλους το νησί.
Ηξερε πως πού και πού τραγουδούσαν μαζί της: «Ο μισεμός είναι καημός, το έχε γεια είναι ζάλη, και το καλώς ορίσατε είναι χαρά μεγάλη… θάλασσα, θαλασσάκι μου και φέρε το πουλάκι μου…».
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας