«Η εμμονή στη θεωρία των δύο άκρων δείχνει ότι σημαντικοί παράγοντες του πολιτικού κόσμου δεν έχουν διδαχθεί τίποτα από το προηγούμενο της κατάρρευσης της δημοκρατίας της Βαιμάρης», εκτιμά ο ομότιμος Καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και βαθύς γνώστης των ρευμάτων της γερμανικής κοινωνίας και πολιτικής Χρήστος Χατζηιωσήφ, με αφορμή την σφαγή μεταναστών στην ΄Εσση και τα γεγονότα στη Θουριγγία.
Μάλιστα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για ακροδεξιό επηρεασμό των χωρών της Ευρώπης από την Γερμανία, τονίζοντας μεταξύ των άλλων στη συνέντευξη που ακολουθεί πως, «βρισκόμαστε μπροστά σε μια γενικότερη μεταστροφή της γερμανικής κοινωνίας προς ρατσιστικές, ξενοφοβικές, και εθνολαικές, voilkisch στα γερμανικά, αντιλήψεις, οι οποίες γνώρισαν ημέρες δόξας μεταξύ 1933-1945».
Οι εξελίξεις στην Γερμανία «θα ενισχύσουν τα κατά τόπους ακροδεξιά, εθνικιστικά και φασιστοειδή κόμματα, καμιά φορά με την πρόφαση της αντίστασης στον γερμανικό εθνικισμό»! Ειδικότερα για την Ελλάδα ο κ. Χατζηιωσήφ, πιστεύει πως η Γερμανία εφαρμόζει μία Αναθεωρητική εξωτερική πολιτική στην Μεσόγειο και στην Μέση Ανατολή και «επιχειρεί να καλύψει το πολιτικό κενό που αφήνουν πίσω τους οι ΗΠΑ χωρίς να κινδυνεύει να έρθει σε άμεση σύγκρουση μαζί τους… Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής η γερμανική κυβέρνηση καλύπτει τις τουρκικές διεκδικήσεις στην Μεσόγειο και στην Εγγύς Ανατολή, γιατί συμβάλλουν στην αποσταθεροποίηση στην περιοχή, χωρίς να χρειάζεται να εκτεθεί άμεσα». Επιπρόσθετα ο ίδιος στοχαστής θεωρεί πως οι κλειστές δομές για τους πρόσφυγες που δημιουργεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι εντολή της Γερμανίας.
• Κύριε Χατζηιωσήφ, η σφαγή μεταναστών στο Χάναου της Έσσης λίγες μέρες μετά την εκλογή πρωθυπουργού με στήριξη του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία στη Θουριγγία. Πως αντιμετωπίζετε αυτά τα γεγονότα γνωρίζοντας τη γερμανική κοινωνία και έχοντας καταγράψει τη στροφή της προς τον εθνικισμό στη μελέτη σας «Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, η Γερμανία και η επιστροφή των εθνικισμών».
Αναφέρεστε σε εξελίξεις που εκτυλίσσονται σε δύο επίπεδα. Το δεύτερο γεγονός αφορά τη δημόσια πολιτική, ενώ το πρώτο είναι δυστυχώς το αποτέλεσμα βαθύτερων διεργασιών που πραγματοποιούνται στα βάθη των ατομικών συνειδήσεων και των συλλογικών συμπεριφορών των πολιτών. Βέβαια τα δύο επίπεδα αλληλοτροφοδοτούνται.
• Ας ξεκινήσουμε με τα γεγονότα της Θουριγγίας. Πολλοί στη Γερμανία τα χαρακτήρισαν ως την παραβίαση ενός ταμπού, αυτού της μη συνεργασίας με την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία…
Τα παρομοίωσαν επίσης με τη ρήξη ενός φράγματος. Ένα φράγμα δεν σπάει όμως στα καλά καθούμενα, αλλά όταν ξεπεράσουν ένα όριο οι πιέσεις που συσσωρεύονται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η ανάδειξη πρωθυπουργού στη Θουριγγία ύστερα από μια χονδροειδή συνεννόηση των Χριστιανοδημοκρατών και των Φιλελευθέρων με τους ακροδεξιούς, για να εμποδίσουν την επανεκλογή του αριστερού πρωθυπουργού Μπόντο Ράμελο του κόμματος της Λίνκε είναι η απόληξη αυτών των πιέσεων που συσσωρεύθηκαν επί μια τουλάχιστον δεκαετία. Εκτός όμως από τις εξωτερικές πιέσεις τα φράγματα μπορούν να σπάσουν και από την εσωτερική τους υπονόμευση. Και αυτό συνέβη επίσης στη Θουριγγία.
• Πως έγινε η υπονόμευση;
Έγινε στο πλαίσιο της αντίληψης του διμέτωπου αγώνα εναντίον των «δύο άκρων», η οποία εξισώνει το κόμμα της Λίνκε με τους ακροδεξιούς και δικαιολογεί τη χρήση όλων των μέσων για να εμποδισθεί η πρόσβαση της Αριστεράς στην εξουσία. Για τους υποστηρικτές αυτού του διμέτωπου αγώνα ο Μπόντο Ράμελο θεωρείται ιδιαίτερα επικίνδυνος, γιατί ο χαρακτήρας του και η προσωπική του ιστορία του επιτρέπουν να διεισδύει σε ευρύτερα πολιτικά ακροατήρια. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Δυτική Γερμανία, είναι προτεστάντης, υπήρξε συνεπής συνδικαλιστής και υποστηρίζει την εφαρμογή κοινωνικής πολιτικής με στόχο περισσότερη δικαιοσύνη ακολουθώντας μια αυστηρή διαχείριση των δημόσιων πόρων. Επιπλέον, έχει αρνηθεί να υιοθετήσει τα αρνητικά στερεότυπα για το πρώην ανατολικογερμανικό καθεστώς.
Όλα αυτά ελκύουν ιδιαίτερα τους Ανατολικογερμανούς που βίωσαν την κατάρρευση της οικονομίας τους και τη συλλογική τους υποτίμηση από τους Δυτικογερμανούς. Το πολιτικό σύστημα εδώ και χρόνια προσπαθεί να ανασχέσει την πολιτική άνοδο του Ράμελο με κοινοβουλευτικές ίντριγκες, προσχηματικές διώξεις και με την επιδεικτική παρακολούθησή του από τις εσωτερικές μυστικές υπηρεσίες, την Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος, ως δυνητικά επικίνδυνου για το συνταγματικό καθεστώς, κάτι που εντούτοις διστάζουν να κάνουν για την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία. Η δαιμονοποίηση της Αριστεράς επέτρεψε τη συμμαχία των αστικών κομμάτων με την Εναλλακτική που επικεφαλής της στη Θουριγγία είναι ο Μπγιερν Χέκε, ο αρχηγός της πιο ακραίας πτέρυγάς αυτού του κόμματος.
• Ποια είναι η κατάσταση στη Θουριγγία σήμερα;
Παρόλο το σκάνδαλο που προκλήθηκε, τα αστικά κόμματα αρνούνται να ψηφίσουν το Ράμελο ως τοπικό πρωθυπουργό και προσπαθούν να καθυστερήσουν την προκήρυξη νέων εκλογών που θα έφερναν την Ντι Λίνκε πολύ ενισχυμένη στην εξουσία. Την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου συνάφθηκε μια συμφωνία για προσωρινή κυβέρνηση υπό τον Ράμελο στη Θουρριγγία και την επομένη ο γενικός γραμματέας της κεντρικής Χριστιανοδημοκρατίας έσπευσε να την αποδοκιμάσει δηλώνοντας ότι η συνεργασία με τη Λίνκε είναι ασυμβίβαστη με τις αρχές του κόμματός του.
• Η παραίτηση από τη θέση της προέδρου των Χριστιανοδημοκρατών της Κραμπ Κάρενμπάουερ που φερόταν ως η πιθανή διάδοχος της καγκελαρίου Μέρκελ δείχνει ότι η πολιτική κρίση έχει αγγίξει την κεντρική πολιτική σκηνή…
Αυτό έχει συντελεσθεί προ πολλού. Η δραματική πτώση των ποσοστών του SPD και σε μικρότερο βαθμό των Χριστιανοδημοκρατών σε συνδυασμό με την άνοδο της Ακροδεξιάς και των Πρασίνων έχουν αποκλείσει για το εγγύς μέλλον το σχηματισμό μονοκομματικών κυβερνήσεων, ενώ έχουν κάνει πιο δύσκολη τη συγκρότηση συμμαχικών κυβερνήσεων. Με άλλα λόγια το σύστημα που οικοδομήθηκε πάνω στο Σύνταγμα ( βασικό νόμο) του 1949 δυσκολεύεται να αναπαραχθεί σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο, σε μια συγκυρία που η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη με σημαντικά εσωτερικά και εξωτερικά ζητήματα. Η εμμονή στη θεωρία των δύο άκρων δείχνει ότι σημαντικοί παράγοντες του πολιτικού κόσμου δεν έχουν διδαχθεί τίποτα από το προηγούμενο της κατάρρευσης της δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
• Την ίδια μέρα όμως ο υπουργός Εσωτερικών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης Ζέεχοφερ, δήλωσε ότι «ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη χώρα είναι η ακροδεξιά τρομοκρατία».
Αυτό επιβεβαιώνει τη σύγχυση και την αγωνία η οποία διακατέχει την πολιτική ηγεσία, αλλά και τους πολίτες, μπροστά στην άνοδο της ακροδεξιάς στην πολιτική σκηνή και την επικράτηση ρατσιστικών αντιλήψεων και συμπεριφορών σε μεγάλο μέρος του γερμανικού πληθυσμού. Η εκλογική άνοδος της Εναλλακτικής για τη Γερμανία καταγράφηκε για πρώτη φορά στις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2017 και την είσοδό του με μια μεγάλη κοινοβουλευτική ομάδα στο Μπούντεσταγκ. Μπροστά στο σοκ άλλοι εισηγήθηκαν μια στροφή προς τα δεξιά, μια «συντηρητική επανάσταση», έννοια που παραπέμπει στους εχθρούς της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, άλλοι επέλεξαν την κάθετη πολιτική αντιπαράθεση με την ακροδεξιά στα δημόσια φόρα με παράλληλη σκληρή πολιτική στα ζητήματα νόμου και τάξης, ενώ άλλοι συνιστούσαν στους πολίτες να επιδιώκουν το διάλογο με τους οπαδούς της ακροδεξιάς, για να μην επικρατήσει η πόλωση στην καθημερινή ζωή. Παράλληλα ξεκίνησε μια προσεκτική γεμάτη αντιφάσεις χαλάρωση της νεοφιλελεύθερης κοινωνικής πολιτικής που είχε εισαγάγει η κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων υπό τον Γκέρχαρτ Σρέντερ πριν το 2005.
• Γιατί αυτές οι κινήσεις δεν κατόρθωσαν να ανακόψουν το ρεύμα προς την ακροδεξιά;
Ο λόγος κατά τη γνώμη μου είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια γενικότερη μεταστροφή της γερμανικής κοινωνίας προς ρατσιστικές, ξενοφοβικές και εθνολαϊκές, völkisch στα γερμανικά, αντιλήψεις, οι οποίες γνώρισαν ημέρες δόξας μεταξύ 1933 - 1945. Μπορούμε βέβαια να βρούμε επί μέρους αίτια, όπως η δυσαρέσκεια με τις οικονομικές πολιτικές, η κοινωνική έκπτωση των κατοίκων της Ανατολικής Γερμανίας, η ενόχληση πολλών με την πολιτική των ταυτοτήτων, η εισροή των προσφύγων και των μεταναστών, αλλά φοβάμαι ότι η ένταση και η έκταση του φαινομένου δυσχεραίνει τη λογική του ανάλυση, βρισκόμαστε σε μια ιστορική φάση κατά την οποία «η κόπωση της λογικής γεννά τέρατα». Η αναπόφευκτη φθορά του χρόνου ανέδειξε τις ανεπάρκειες, τις αντιφάσεις και την υποκρισία του μεταπολεμικού κοινωνικού συμβολαίου, οι οποίες στην πρόσληψη των πολιτών κατέληξαν να επισκιάσουν τα επιτεύγματά του.
Για τους νεότερους που δεν έχουν γνωρίσει το αποτρόπαιο ιστορικό παρελθόν της ναζιστικής Γερμανίας, η τελετουργική επανάληψη της καταδίκης του έπαυσε να πείθει, αντίθετα εξάπτει την περιέργεια και τη συμπάθεια για το απαγορευμένο παρελθόν. Ταυτόχρονα η προτίμηση του ατομικού σε σχέση με το συλλογικό, του ιδιαίτερου σε σχέση με το γενικό, της φύσης σε σχέση με την τεχνική γέννησαν νέες μυθολογίες που υπονομεύουν τον ορθολογισμό. Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά στην αντίφαση, ότι ενώ ποτέ στη σύγχρονη ιστορία δεν υπήρχε ένα τόσο μεγάλο μέρος της γερμανικής κοινωνίας που πίστευε στη δημοκρατία, να μην υπάρχει η δυναμική για μια συνεκτική ιδεολογική και πολιτική απάντηση στην πρόκληση της εθνολαϊκής ιδεολογίας.
• Με άλλα λόγια το πρόβλημα δεν αφορά ένα κόμμα;
Όχι, αλλά το κόμμα αυτό παρέχει ένα κοινοβουλευτικό μανδύα στην εθνολαϊκή ιδεολογία. Ορισμένα μάλιστα μέλη του μάλιστα, όπως η «πτέρυγα», η φράξια του επικεφαλής στη Θουριγγία, Μπγιερν Χέκε ακροβατούν, ομολογουμένως με επιδεξιότητα, στα όρια του ποινικά κολάσιμου αντισημιτισμού και της ναζιστικής ιδεολογίας. Παράλληλα με το κόμμα λειτουργούν οργανώσεις με λιγότερο η περισσότερο παραληρηματικά προγράμματα ναζιστικά η υπέρ της αυτοκρατορίας του Κάιζερ, άτυπες μαζικές συσπειρώσεις , όπως το Pegida(Πατριώτες Ευρωπαίοι Εναντίον του Εξισλαμισμού της Δύσης), για τα μηνύματα των οποίων το διαδίκτυο λειτουργεί ως ενισχυτής. Ο χώρος της Ακροδεξιάς στη Γερμανία διαθέτει επίσης τους δικούς του διανοούμενους με εκδοτικούς οίκους και περιοδικά, ορισμένα από τα οποία είναι υψηλού πνευματικού επιπέδου. Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτούς τους χώρους είναι ένας συνδυασμός εθνολαϊκών συνθημάτων με την υποστήριξη μιας σκληρής φιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής. Μεγαλύτερο όμως κίνδυνο για τη δημοκρατία αποτελεί η διάβρωση από την εθνολαϊκή ιδεολογία της αστυνομίας, του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών.
• Ποιες είναι οι απόψεις της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία για την οικονομική πολιτική;
Θα περίμενε κανένας ότι η εθνολαϊκή ιδεολογία θα συνοδευόταν από τη συνηγορία υπέρ πολιτικών της κοινωνικής συνοχής του τύπου των φασιστικών καθεστώτων του μεσοπολέμου. Το αντίθετο συμβαίνει, το κόμμα είναι υπέρ της σκληρής φιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής, κατά της κοινωνικής αλληλεγγύης και υπέρ της απελευθέρωσης των ανισοτήτων. Υποβάλλει στους οπαδούς του την ιδέα ότι η αλληλεγγύη στο εσωτερικό της Γερμανίας λειτουργεί σε βάρος τους, αυτών που είναι άξιοι και φύσει ισχυροί, και υπέρ των παρασίτων που ανήκουν στις αδύναμες κοινωνικές ομάδες και υπέρ των προσφύγων. Στο ευρωπαϊκό επίπεδο η αλληλεγγύη λειτουργεί υπέρ των τεμπέλικων λαών του Νότου και σε βάρος των παραγωγικών Γερμανών. Αυτές οι οικονομικές αντιλήψεις αποτελούν ένα από τα κύρια επιχειρήματα για εκείνους από τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Φιλελεύθερους, οι οποίοι τάσσονται υπέρ μιας προσέγγισης και συνεργασίας με το, όπως έγινε στη Θουριγγία.
• Πως αυτές οι εξελίξεις στη Γερμανία θα επηρεάσουν την υπόλοιπη Ευρώπη;
Θα επιταχύνουν σε όλες τις χώρες τον εθνικισμό που κατά παράδοξο τρόπο αναζωπύρωσε η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και θα ενισχύσουν τα κατά τόπους ακροδεξιά εθνικιστικά και φασιστοειδή κόμματα, καμμιά φορά με την πρόφαση της αντίστασης στον γερμανικό εθνικισμό. Μην ξεχνάμε ότι συμμαχίες δεξιάς και ακροδεξιάς τύπου Θουριγγίας κυβερνούν σήμερα σε αρκετά κράτη μέλη της ΕΕ. Έπειτα οι εσωτερικές πιέσεις θα πολλαπλασιάσουν τις αναθεωρητικές προσπάθειες της γερμανικής ευρωπαϊκής και γενικότερα εξωτερικής πολιτικής. Μην ξεχνάμε ότι, πριν ακόμα την έκρηξη του προσφυγικού το 2015, ήταν η στήριξη της ελληνικής οικονομίας το γεγονός που αποτέλεσε τη θρυαλλίδα για την ίδρυση της Εναλλακτικής για τη Γερμανία. Με την εσωτερική πίεση η γερμανική κυβέρνηση, όποια και αν είναι αυτή, θα είναι ακόμα λιγότερο διατεθειμένη να υποστηρίξει χωρίς σοβαρά ανταλλάγματα μια αναδιανεμητική κοινοτική πολιτική με στόχο την άμβλυνση των ανισοτήτων εντός της Ε.Ε.
Οι πρόσφατες διαπραγματεύσεις για τον κοινοτικό προϋπολογισμό έδωσαν μια πρόγευση αυτής της στάσης που ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Ελλάδα. Εξίσου θα έπρεπε να ενδιαφέρει ότι αυτή τη στιγμή η Μεσόγειος είναι, μετά την πρώην Γιουγκοσλαβία, το νέο πεδίο άσκησης της γερμανικής αναθεωρητικής εξωτερικής πολιτικής. Εδώ η Γερμανία επιχειρεί να καλύψει το κενό που αφήνουν πίσω τους οι ΗΠΑ χωρίς να κινδυνεύει να έρθει σε άμεση σύγκρουση μαζί τους. Με προσεκτικές κινήσεις δημιουργούνται τα ερείσματα που θα επιτρέψουν να επεκταθεί βαθμιαία η γερμανική επιρροή προς την Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής η γερμανική κυβέρνηση καλύπτει τις τουρκικές διεκδικήσεις στη Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή, γιατί συμβάλλουν στην αποσταθεροποίηση της παλαιάς διεθνούς τάξης στην περιοχή, χωρίς να χρειάζεται να εκτεθεί άμεσα η ίδια, αντίθετα μπορεί να εμφανίζεται, όπως στη Λιβύη και τη Συρία, σαν ο έντιμος μεσολαβητής.
• Στη Μεσόγειο είναι όμως έντονη και η γαλλική οικονομική και στρατιωτική παρουσία
Σωστά, η Μεσόγειος αποτελεί ένα ακόμα πεδίο γαλλογερμανικού ανταγωνισμού, παρά την οικονομική αλληλοεξάρτηση των δύο χωρών μέσα στην ΕΕ και τα μεγάλα κοινά πρότζεκτ ( Airbus, πολεμικό αεροπλάνο πέμπτης γενιάς, ανάπτυξη μπαταριών για ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα κλπ.) Η Γαλλία πιο αδύνατη οικονομικά, έχει στα χέρια της δυνατά πολιτικά και συμβολικά χαρτιά – μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, ατομική βόμβα- που τα παίζει στο παιγνίδι της ευρωπαϊκής ενοποίησης ελπίζοντας να αποσπάσει τη γερμανική οικονομική στήριξη. Μέχρι τώρα τα γαλλικά ανοίγματα στην ευρωπαϊκή πολιτική συνάντησαν τοίχο στη γερμανική πλευρά, ενώ και η Γαλλία έχει αρνηθεί να υποστηρίξει την με οιανδήποτε μορφή τη μόνιμη παρουσία της Γερμανίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας και την παραχώρηση στους Γερμανούς αποφασιστικής γνώμης στη χρήση των γαλλικών ατομικών όπλων. Παρά τις δυσκολίες στη διμερή σχέση τα προσχήματα ακόμα τηρούνται και το παζάρι συνεχίζεται.
• Στη διάρκεια της ισχύος των μνημονίων οι ελληνογερμανικές σχέσεις πέρασαν δύσκολες στιγμές σε ποια κατάσταση βρίσκονται σήμερα;
Είναι αλήθεια ότι στην αιχμή της οικονομικής κρίσης οι συνειρμοί με την κατοχική περίοδο είχαν οδηγήσει στην απόρριψη κάθε τι του γερμανικού και συχνά σε έναν πρωτόγονο, εθνικιστικό αντιγερμανισμό. Ανάλογη ήταν η αντιμετώπιση των Ελλήνων και της Ελλάδας στη Γερμανία. Νομίζω ότι μετά την ελληνική συνθηκολόγηση τον Ιούλιο του 2015, οι σχέσεις σε κυβερνητικό επίπεδο εξομαλύνθηκαν, σήμερα όμως έχει κανένας την εντύπωση ότι είναι πιο ψυχρές παρά την υποτιθέμενη ιδεολογική συγγένεια ανάμεσα στον κ. Μητσοτάκη και την καγκελάριο Μέρκελ.
Παρά όμως το γεγονός ότι η ατζέντα των Ελλήνων πολιτικών και των μέσων ενημέρωσης άλλαξε όσον φορά τις σχέσεις με τη Γερμανία, χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας χρησιμοποίησε τακτικιστικά και σκότωσε ουσιαστικά το ζήτημα του κατοχικού δανείου και των αποζημιώσεων, η πρόσληψη της Γερμανίας από την κοινή γνώμη φαίνεται ότι δεν έχει βελτιωθεί, αν κρίνει κανένας από την ένταση των προσπαθειών που καταβάλλει η γερμανική πλευρά στο επίπεδο της πολιτιστικής διπλωματίας για εξωραΐσει την εικόνα της Γερμανίας στο ελληνικό κοινό εκμεταλλευόμενη την αδυναμία πολλών εγχώριων διαμορφωτών της κοινής γνώμης, ιδιαίτερα στον ακαδημαϊκό ιδίως χώρο.
Είναι αμφίβολο, αν οι επαφές αυτές που αφορούν τις ελίτ και οι γενικές και αόριστες δηλώσεις μετάνοιας για τις ναζιστικές θηριωδίες της περιόδου της Κατοχής, στις οποίες προβαίνουν οι Γερμανοί πολιτικοί που επισκέπτονται την Ελλάδα χωρίς αυτές να συνοδεύονται από έμπρακτη αναγνώριση των εγκλημάτων και τη συμβολική έστω επανόρθωση των συνεπειών τους, βλέπε Δίστομο, θα μπορέσουν να δημιουργήσουν μια σταθερή εντύπωση στην κοινή γνώμη, ικανή να αντέξει στις προκλήσεις της ευρωπαϊκής κοινοτικής πολιτικής και της διαχείρισης του ζητήματος των προσφύγων. Για παράδειγμα, η σημερινή κυβέρνηση χρεώνεται πολιτικά την κατασκευή κλειστών κέντρων για τους πρόσφυγες στα νησιά, ενώ αυτό αποτελεί συμμόρφωση με τις γερμανικές επιθυμίες. Είναι απίθανο όμως η συμμόρφωσή της αυτή να αποσπάσει μια θετική ανταπόκριση από τη γερμανική πλευρά.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας