Αρνητικά -ως αναμενόταν- απάντησε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ στην υπενθύμιση που του έκαναν τόσο η Ελληνίδα ομόλογός του Κατερίνα Σακελλαροπούλου όσο και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στις συναντήσεις που είχαν χθες στο πλαίσιο της επίσημης επίσκεψης του υψηλόβαθμου Γερμανού αξιωματούχου στην Αθήνα.
«Η ελληνογερμανική φιλία στηρίζεται στον ειλικρινή διάλογο και στον αλληλοσεβασμό. Στο πνεύμα αυτό θα ήθελα να τονίσω, με βάση και τη σχετική απόφαση του ελληνικού Κοινοβουλίου του 2019, τη μεγάλη σημασία που έχει για τον ελληνικό λαό το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου το οποίο παραμένει εκκρεμές. Οπως άλλωστε δείχνει η κοινή χθεσινή μας παρουσία στο Μουσείο του Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη, καθώς και η αυριανή μετάβασή σας στη μαρτυρική Κάνδανο, είναι ανάγκη να συζητάμε με παρρησία για τα ανοιχτά τραύματα του παρελθόντος. Η επούλωσή τους θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο τις διμερείς σχέσεις μας στο μέλλον» ήταν ο τρόπος με τον οποίο η Πρόεδρος της Δημοκρατίας έθεσε το ζήτημα στον κ. Σταϊνμάγερ, ο οποίος απάντησε: «Οσον αφορά την επίσκεψη στην Αθήνα, με χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι με προσκαλέσατε να συμμετάσχω στην εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη. Μια πόλη με την οποία με συνδέουν πολλά πράγματα, ιδίως αναφορικά με τη γερμανική ευθύνη για τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι Γερμανοί πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οσον αφορά τη νομική μας θέση επί του ζητήματος των επανορθώσεων, διαφέρει, κυρία Πρόεδρε, το γνωρίζετε. Εμείς είμαστε της άποψης ότι νομικά αυτό το θέμα θεωρείται λήξαν, ωστόσο παραμένουμε δεσμευμένοι απέναντι στην ιστορική μας ευθύνη όχι μόνο αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη, αλλά και αλλού».
Σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τη στάση του ο κ. Σταϊνμάγερ πρόσθεσε ότι «αυτός ήταν και ο λόγος που με ώθησε να έρθω σε επαφή με τους επιζήσαντες στη Θεσσαλονίκη, με την Εβραϊκή Κοινότητα, και να συζητήσουμε πώς θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε ένα μνημείο για τη μνήμη των ανθρώπων που χάθηκαν. Αυτή αποτέλεσε και την εκκίνηση της όλης ιδέας να δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη ένα μουσείο όχι μόνο αναφορικά με τα θύματα του Ολοκαυτώματος, αλλά και όλα τα θύματα της γερμανικής κατοχής».
Από την πλευρά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνάντηση που ακολούθησε ανέφερε ότι «για την Ελλάδα το ζήτημα των επανορθώσεων, και ειδικά το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, αυτά τα ζητήματα είναι ακόμα πολύ ‘’ζωντανά’’» και εξέφρασε την ελπίδα «κάποια στιγμή» να επιλυθούν. Πάντως στην αντιφώνησή του ο Γερμανός πρόεδρος δεν επανήλθε στο θέμα.
«Το ζήτημα των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων παραμένει ανοικτό και εκκρεμές ώς σήμερα. Αποτελεί ζωντανή και δίκαιη ιστορική αξίωση της πατρίδας μας, που η Κυβέρνηση οφείλει να εγείρει και να διεκδικεί σε κάθε ευκαιρία πολιτικού διαλόγου με τη Γερμανία» ανέφερε σε ανάρτησή του ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, ενώ η τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ, Ρένα Δούρου, ανέφερε ότι «το μείζον θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων δεν είναι “λήξαν” γιατί πρόκειται για ένα νομικά δίκαιο, πολιτικά ορθό, ηθικά επιβεβλημένο αίτημα της Ελλάδας έναντι της Γερμανίας» και καταλήγοντας παρέπεμψε στη φράση του αείμνηστου Μανώλη Γλέζου: «Και ένα ευρώ να ήταν έχουμε δικαίωμα και υποχρέωση να το διεκδικήσουμε».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας