Μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, το επόμενο μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση είναι η επίτευξη της συμφωνίας με την Εκκλησία, ώστε να λυθούν τα διαχρονικά προβλήματα ανάμεσα στα δύο μέρη, που κατά βάση άπτονται των κεφαλαίων που λέγονται «εκκλησιαστική περιουσία» και «μισθοδοσία των κληρικών».
Η πρόταση που είχαν καταθέσει από κοινού, τον περασμένο Νοέμβριο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είχε δημιουργήσει πλήθος αντιδράσεων στον κλήρο, γεγονός που αντικατοπτρίστηκε λίγο καιρό αργότερα, όταν οι ιεράρχες την απέρριψαν. Εκτοτε, οι δύο πλευρές υποχώρησαν και ξεκίνησαν νέο διάλογο με βάση τη συμφωνία εκείνη, με στόχο να τη βελτιώσουν, ώστε να αποτελέσει μια πρόταση που θα τύχει ευρύτερης αποδοχής.
Η νέα πρόταση παρουσιάστηκε χθες. Για κάποιους αποτελεί υποχώρηση της κυβέρνησης στα θέλω της Εκκλησίας. Για κάποιους άλλους αποτελεί συμβιβαστική λύση, η οποία κανονίζει μια σειρά εκκρεμοτήτων που σκίαζαν τις σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας για χρόνια. Σε καμία περίπτωση, βέβαια, δεν αποτελεί ρηξικέλευθη κίνηση.
Η κυβέρνηση προχώρησε σε μια «ντρίμπλα», προκειμένου να κατευνάσει τις ακραίες φωνές της Ιεραρχίας, οι οποίες από τον προηγούμενο Νοέμβρη είχαν ανέβει στους άμβωνες κι έκαναν λόγο για εγκατάλειψη των κληρικών από το κράτος (το πιο ελαφρύ) έως συνθήματα τύπου «η Αριστερά που διώκει την ορθοδοξία».
Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, το τρίτο από τα δεκαπέντε σημεία που είχαν ανακοινώσει ο Αλέξης Τσίπρας και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος φαίνεται πως «εξαφανίστηκε» από το προσχέδιο που συμφωνήθηκε χθες.
Τι έλεγε το τρίτο σημείο; «Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι δεν θα νοούνται στο εξής οι κληρικοί ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών».
Οι 10 χιλ. θέσεις
Πάνω σε αυτό το σημείο, εξάλλου, είχε βασιστεί και το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι αδειάζουν 10.000 θέσεις στο Δημόσιο, οι οποίες θα καλυφθούν σε βάθος χρόνου με προσλήψεις στην Υγεία και την Παιδεία.
Οπως φάνηκε όμως χθες, οι κληρικοί και λαϊκοί υπάλληλοι της Εκκλησίας θα συνεχίσουν να πληρώνονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών βάσει μιας ρύθμισης που έχει προβλεφθεί γι’ αυτό τον σκοπό και η οποία θα εξασφαλίζει ότι οι πληρωμές της Αρχής δεν θα αφορούν μόνο τους δικαιούχους του μητρώου μισθοδοσίας του Δημοσίου, αλλά και τους εγγεγραμμένους στο ενιαίο Μητρώο Κληρικών και Λαϊκών Υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Το τι θα γίνει πλέον με τις 10.000 θέσεις μένει να αποσαφηνιστεί το επόμενο διάστημα, καθώς το προσχέδιο που παρουσιάστηκε χθες περιείχε τις βασικές αρχές, ωστόσο απουσιάζουν ακόμα αρκετές λεπτομέρειες για να έχουμε τη συνολική εικόνα. Και αυτό γιατί θα πρέπει να περάσει από τον «έλεγχο» της Ιεραρχίας, η οποία δυνητικά μπορεί να το απορρίψει εκ νέου ή να προτείνει βελτιώσεις.
Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές ότι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα νέο σχέδιο, όπως και ότι παραμένει πάντα ενεργή η δυνατότητα της πολιτείας να νομοθετήσει μονομερώς, εάν και εφόσον το απαιτήσουν τελικά οι συνθήκες και οι δύο πλευρές βρεθούν μπροστά σε αδιέξοδο.
Κατά τα λοιπά, η Ιερά Σύνοδος απέστειλε μακροσκελή επιστολή προς τους προέδρους των κομμάτων και τους ανεξάρτητους βουλευτές, με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή για την επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος.
Η ανακοίνωση αναφέρεται στο άρθρο 3, του οποίου την αναθεώρηση επιθυμεί η κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας την Ελλάδα ως ουδετερόθρησκο κράτος. Στην πρόταση αυτή έχει αντιδράσει η Ν.Δ., ενώ η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ υπερψηφίστηκε μόνο από τον ανεξάρτητο βουλευτή Γιώργο Μαυρωτά.
Μοντέλα ουδετερότητας
Σε αυτήν εκφράζει την αντίθεσή της για την αναθεώρηση του άρθρου 3, σημειώνοντας μεταξύ άλλων:
«Η εισαγωγή της ρήτρας περί θρησκευτικά ουδέτερου κράτους, ειδικά στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 3 του Συντάγματος, που αναγνωρίζει τον ρόλο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δίνει την εντύπωση ότι αποσκοπεί να ανταγωνισθεί, και στην πράξη να ακυρώσει, την υφιστάμενη στο ίδιο άρθρο αναγνώριση της πλειοψηφούσας ορθόδοξης χριστιανικής κοινότητας της χώρας. Η εισαγωγή στο Σύνταγμα της ρήτρας, ότι η Ελλάδα είναι “θρησκευτικά ουδέτερο κράτος”, είναι πολιτικά, νομικά και εν γένει επιστημονικά αόριστη. Δεν μπορεί να γίνει καμία συζήτηση, εάν δεν διευκρινίζεται ποιο μοντέλο θρησκευτικής ουδετερότητας υπονοείται, διότι υπάρχουν διεθνώς τόσα μοντέλα θρησκευτικής ουδετερότητας, όσα και τα κράτη που δηλώνουν θρησκευτικώς ουδέτερα, είτε μέσω της καθιερώσεώς τους ρητώς στα οικεία Συντάγματα, είτε μέσω της σχετικής νομοθεσίας και της ιστορικής τους παραδόσεως. Είναι προβληματική και επικίνδυνη η εισαγωγή μίας ρήτρας συνθηματικής συντομίας, η οποία διεθνώς έχει πολύσημο περιεχόμενο».
Υπενθυμίζεται ότι την αντίθεσή τους στην αναθεώρηση του εν λόγω άρθρου 3 έχουν εκφράσει τόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και η Εκκλησία της Κρήτης.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας