Για το 2028, δηλαδή τέσσερα χρόνια μετά, ξεφορτώθηκε η κυβέρνηση Μητσοτάκη με το νόμο της Νίκης Κεραμέως την υποχρέωση να καλυφθεί τουλάχιστον το 80% των μισθωτών της χώρας με συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Αυτό είναι το κεντρικό συμπέρασμα που προκύπτει και από τον κοινοβουλευτικό επίλογο στο σχέδιο νόμου με τον οποίο έμελλε να γίνει η ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Αλλά ακόμη και το έτος 2028, εάν διατηρήσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία το κόμμα της Ν.Δ. ή αν βρεθεί στην εξουσία ένας ομοειδής πολιτικός σχηματισμός, θα είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει έστω και λίγο να αυξήσει το ποσοστό κάλυψης από περίπου 28% που είναι σήμερα. Διότι, όπως αναδείχτηκε από τις τοποθετήσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης και ειδικότερα του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, των βουλευτών της Νέας Αριστεράς και την Πλεύσης Ελευθερίας, προϋπόθεση για να λειτουργήσει το θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων είναι να καταργηθούν οι απαγορεύσεις που δεν επιτρέπουν το ξεπάγωμα των διατάξεων για τη μετενέργεια (να είναι ενεργή μια σύμβαση και μετά τη λήξη της), τη συρροή, την εφαρμογή της ευνοϊκότερης σύμβασης εργασίας για τον εργαζόμενο στην περίπτωση που η σχέση εργασίας του ρυθμίζεται από περισσότερες συμβάσεις (κλαδική, ομοιοεπαγγελματική, επιχειρησιακή) αλλά και τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία του ΟΜΕΔ, όπως επικυρώθηκε και με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Απόφαση την οποία η υπουργός Εργασίας Νίκη Κεραμέως φαίνεται ότι παρέλειψε σκοπίμως στις σημειώσεις που είχε μπροστά της και συμβουλευόταν διαρκώς κατά τη χθεσινή παρέμβασή της, αναγκάζοντας τη βουλεύτρια της Νέας Αριστεράς, Εφη Αχτσιόγλου, να παρέμβει για να θυμίσει στην, επίσης νομικό, υπουργό ότι πρόκειται για μια απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου που στηρίζεται στη συνταγματική κατοχύρωση του θεσμού της μονομερούς προσφυγής των εργαζομένων στη διαιτησία όταν η εργοδοτική πλευρά δεν επιθυμεί να καθίσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης.
«Πρόκειται για το μόνο ζήτημα που έκανε δεκτό το ανώτατο δικαστήριο από το σύνολο των μνημονιακών αντεργατικών ρυθμίσεων αναγνωρίζοντάς το ως συνταγματικό δικαίωμα από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90», επισήμανε η κ. Αχτσιόγλου, προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «Aν είναι άγνοια της υπουργού δεν είναι συγγνωστή»
Πάντως, δεν είναι πρώτη φορά που η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας επιχειρεί να ξεφορτωθεί μια υποχρέωση στον τομέα των εργασιακών σχέσεων. Πρώτος διδάξας ο Κ. Χατζηδάκης, ο οποίος μετέτρεψε το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας σε Ανεξάρτητη Αρχή με αποτέλεσμα να βγάλει την ευθύνη ελέγχου των εργασιακών παραβάσεων από τις πλάτες του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
«Eχει διαπιστωθεί ότι σημαντικός αριθμός διατάξεων για τα εργασιακά (ατομικά και συλλογικά) δικαιώματα δεν είναι σε συμμόρφωση με το Σύνταγμα και δεσμευτικούς για την Ελλάδα διεθνείς κανόνες προστασίας των δικαιωμάτων αυτών και έχει επανειλημμένα ζητηθεί η κατάλληλη αναθεώρηση των σχετικών περιοριστικών μέτρων, ύστερα από εκτίμηση του σωρευτικού τους αντικτύπου», επισήμανε σε έκθεσή της και η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), η οποία παρενέβη με την ιδιότητά της ως Εθνικός Θεσμός Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της πολιτείας για την προστασία τους.
Η ΕΕΔΑ έχει επανειλημμένα ζητήσει την «κατάλληλη αναθεώρηση των σχετικών περιοριστικών μέτρων, ύστερα από εκτίμηση του σωρευτικού τους αντικτύπου». Η ΕΕΔΑ υπενθυμίζει ότι στην Ελλάδα, η ενιαία διαδικασία διαμόρφωσης των κατώτατων ορίων αμοιβής και εργασίας σε εθνικό καθολικά δεσμευτικό επίπεδο, μέσω της διαπραγμάτευσης και της σύναψης από τους εθνικούς κοινωνικούς διαπραγματευτές/εταίρους της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ, αποτέλεσε κεντρική ρύθμιση της εθνικής έννομης τάξης, η οποία επισφραγίστηκε το 1990 με την ομόθυμη υποστήριξη από το σύνολο των κομμάτων της Βουλής του Νόμου 1876/1990 και εφαρμόστηκε σταθερά επί δεκαετίες. Υπενθυμίζει ότι παρά τον θεσμικό της ρόλο «θα μπορούσε έγκαιρα να συμβάλει, εφόσον είχε προς τούτο κληθεί, στις εργασίες ενσωμάτωσης της Οδηγίας αυτής». Σε σχέση δε με την εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης διατυπώνει εκ νέου την πάγια σύστασή της για τη διαμόρφωση, ως σταθερού πεδίου διαρκούς θεσμικού κοινωνικού διαλόγου, ενός μόνιμου μηχανισμού αξιολόγησης και αποτίμησης των επιπτώσεων στα ανθρώπινα δικαιώματα (Human Rights Impact Assessment-HRIA mechanism), όχι μόνο ως προς την απόλαυση, αλλά και ως προς την πρόσβαση σε αυτά όλων των προσώπων που διαβιούν στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στο έδαφος της Ε.Ε., δεδομένης και της δέσμευσης για την προστασία της κοινωνικής ασφάλισης και της κοινωνικής συνοχής. «Η απρόσκοπτη λειτουργία του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και των αρχών που διέπουν τη σύναψη, τη δέσμευση και την εφαρμογή τους ως προς τη διασφάλιση αξιοπρεπών και ίσων όρων αμοιβής και εργασίας αποτελεί κρίσιμη παράμετρο του μηχανισμού αυτού», καταλήγει η ΕΕΔΑ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας