Συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από τον Οίκο Ναύτη πραγματοποίησαν χθες το πρωί τα ναυτεργατικά σωματεία ΠΕΝΕΝ – ΠΕΑΘΕΝ και ΠΣΣ – ΝΑΤ με βασικό αίτημα τη λήψη μέτρων για «τις τραγικές ελλείψεις σε ιατρικό-επικουρικό και λοιπό προσωπικό» που παρουσιάζονται και έχουν ως αποτέλεσμα την ταλαιπωρία και την απαξίωση της ναυτικής οικογένειας.
Οι εκπρόσωποι των σωματείων συναντήθηκαν με τον πρόεδρο του Οίκου Ναύτη, Παρασκευά Γιαννόπουλο, στον οποίο κατέθεσαν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και, όπως υποστηρίζουν, ο πρόεδρος και η διοίκηση αναγνώρισαν τις ελλείψεις στις ιατρικές υπηρεσίες και από την πλευρά τους ανέφεραν ότι έχουν προβεί σε ενέργειες για την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κανένα θετικό αποτέλεσμα. Οι ναυτεργάτες έκαναν γνωστό ότι οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν και θα κλιμακωθούν το επόμενο χρονικό διάστημα με κατεύθυνση τόσο τη 2η Υγειονομική Περιφέρεια Πειραιά όσο και το υπουργείο Υγείας.
Τα σωματεία υποστηρίζουν ότι παρά τις υποσχέσεις που είχαν δοθεί μετά την κατάργηση της αυτονομίας του Οίκου Ναύτη πως οι υπηρεσίες θα αναβαθμιστούν και μαζί η εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων, εν τούτοις κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί και καθημερινά δοκιμάζεται η αξιοπρέπεια των ασφαλισμένων από τις απαράδεκτες συνθήκες λειτουργίας του Οίκου Ναύτη. Σημειώνουν ότι από τις 23 οργανικές θέσεις γιατρών καλύπτονται μόνο οι 5, ενώ στους επικουρικούς από τους 18 καλύπτονται οι 9.
Ενδεικτικά αναφέρουν την έλλειψη μιας σειράς βασικών γιατρών όπως παιδίατρος, γυναικολόγος, χειρουργός, ορθοπεδικός, γαστρεντερολόγος, ΩΡΛ, δερματολόγος, ενδοκρινολόγος, ουρολόγος κ.ά. Αναφέρουν δε ότι χαρακτηριστικό παράδειγμα της απαξίωσης του ναυτεργατικού κόσμου αποτελεί το γεγονός ότι πρόσφατα προκηρύχθηκαν 800 θέσεις γιατρών σε όλη την Ελλάδα και σε αυτές δεν προβλέπεται ούτε μία θέση για τον Οίκο Ναύτη.
«Οι ευθύνες της κυβέρνησης και των αρμόδιων υπηρεσιών γι’ αυτή την κατάσταση είναι βαρύτατες. Αποδεικνύεται ότι το δημόσιο σύστημα υγείας και οι δομές του εξακολουθούν να είναι προβληματικές σε ιατρικό-νοσηλευτικό προσωπικό και η υποχρηματοδότηση έχει λάβει μόνιμο χαρακτήρα» αναφέρουν.