Αν μη τι άλλο, χρειάζεται απύθμενο θράσος, κάτι που οι διοικούντες του ΣΕΒ φαίνεται ότι διαθέτουν σε περίσσευμα, προκειμένου να πας εκεί που συζητείται η «δολοφονία», μέσω των μνημονιακών πολιτικών, της μισθωτής εργασίας στην Ελλάδα, για να ζητήσεις κι άλλες παρεμβάσεις κατά των εργαζομένων!
Το έπραξε ο ΣΕΒ κατά τη συζήτηση της προσφυγής της ΓΣΕΕ κατά των μέτρων ενάντια στις εργασιακές σχέσεις ενώπιον της Επιτροπής Εφαρμογής Διεθνών Κανόνων Εργασίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ)!
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ηδη από το 2010, η ΓΣΕΕ (και εδώ λαμβάνει άριστα για τον τρόπο διαχείρισης της κρίσης ενώπιον των διεθνών Οργανισμών η Εργατική Συνομοσπονδία) έχει προσφύγει στη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας κατά των μνημονιακών πολιτικών.
Μάλιστα, κάθε φορά που οι δανειστές μας, σε αγαστή συνεργασία με τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, έκαναν επιδρομές στις εργασιακές σχέσεις, η Εργατική Συνομοσπονδία επικαιροποιούσε την προσφυγή της. Η ΓΣΕΕ, στην ομολογουμένως εμπεριστατωμένη νομική της στρατηγική, έχει καταγγείλει ότι οι πολλαπλές κρατικές παρεμβάσεις, που παραβιάζουν τη Διεθνή Σύμβαση αρ. 98 και άλλες Συμβάσεις (επικυρωμένες από την Ελλάδα), αποδομούν τις εργασιακές σχέσεις και τα κοινωνικά κεκτημένα με μέτρα που αποτελούν δεσμευτικούς όρους των αλλεπάλληλων Μνημονίων, πλήττοντας εργασιακά δικαιώματα και το εισόδημα των εργαζομένων.
Τι έχει γίνει μέχρι σήμερα; Σε άρθρο του ο επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), Γ. Αργείτης, έχει καταγράψει επακριβώς τι έχουν υποστεί οι μισθωτοί στην Ελλάδα.
Συνολικά, έγιναν 643 αλλαγές, καθιστώντας τη «μεταρρύθμιση» της αγοράς εργασίας σε κύριο εργαλείο άσκησης οικονομικής πολιτικής.
Η κυρίαρχη τάση των μεταρρυθμίσεων ήταν η χαλάρωση του νομικού πλαισίου προστασίας της εργασίας.
Αναλυτικότερα:
- Το ποσοστό των μεταρρυθμίσεων σε βάρος των εργασιακών δικαιωμάτων αυξήθηκε, από 47% του συνόλου των μεταρρυθμίσεων το 2008, σε 73% το 2011.
- Το 30% των μεταρρυθμίσεων αφορούσαν αλλαγές σε βάρος των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου.
- Το 27% των μεταρρυθμίσεων αφορούσαν αλλαγές που περιόριζαν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
- Το 14% των μεταρρυθμίσεων αφορούσαν αλλαγές που ενίσχυαν τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου.
- Το 13% των μεταρρυθμίσεων αφορούσαν αλλαγές χαλάρωσης της νομοθεσίας για την υπερεργασία.
- Το 8% των μεταρρυθμίσεων αφορούσαν αλλαγές χαλάρωσης της νομοθεσίας για τις συλλογικές απολύσεις.
Κεντρικά ζητήματα της προσφυγής της ΓΣΕΕ, που για μία ακόμη φορά συζητήθηκε τη Δευτέρα 4 Ιουνίου, αποτελούν η παράνομη κρατική παρέμβαση με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, η κατάργηση των κατώτατων ορίων προστασίας που επί δεκαετίες διασφαλίζονται από τις Εθνικές Γενικές ΣΣΕ, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και οι σοβαρές επιπτώσεις τους στα δικαιώματα των εργαζομένων, οι δραστικές μειώσεις στους μισθούς και τις συντάξεις και η ανατροπή των ασφαλιστικών δικαιωμάτων και προσδοκιών των εργαζομένων.
Ολα αυτά τα χρόνια, ο ΣΕΒ τηρούσε σιγήν ισχύος. Αλλωστε, όλα αυτά τα είχε εν πολλοίς προτείνει στους δανειστές μέσω των ατραπών του lobbying με το κυρίαρχο επιχείρημα ότι θα μειωθεί το μοναδιαίο κόστος εργασίας και έτσι θα αυξηθούν οι εξαγωγές.
Το μόνο βέβαια που επιτεύχθηκε ήταν η μείωση της αγοραστικής δύναμης τω εργαζομένων, με αποτέλεσμα να καταβαραθρωθεί η αγοραστική δύναμη των μισθωτών και έτσι να οδηγηθούν ακόμη και τεράστιες επιχειρήσεις σε πτώχευση!
Τη Δευτέρα, λοιπόν, κατά τη συζήτηση μετά την προσφυγή της ΓΣΕΕ, για την ένταξη της Ελλάδας στην παγκόσμια λίστα των 25 χωρών που εγκαλούνται προς εξέταση για την παραβίαση θεμελιωδών Διεθνών Συμβάσεων Εργασίας, ο ΣΕΒ, σαν τον δολοφόνο που γυρνά ξανά στον τόπο του εγκλήματος, θέλησε να φέρει το θέμα της Διαιτησίας!
Σε μία ανακοίνωση, λοιπόν, που ξεπερνά τα όρια της χυδαιότητας, ο ΣΕΒ παραπληροφορει με το εξής: «Η ελληνική κυβέρνηση ελέγχεται ακόμη μία φορά από τη ΔΟΕ για τον τρόπο εφαρμογής του συστήματος υποχρεωτικής διαιτησίας που ισχύει στην Ελλάδα».
Το αληθές είναι, βέβαια, ότι η Ελλάδα εγκαλείται για όλα αυτά που παραβίασαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις και αφορούν στις εργασιακές σχέσεις και ουχί για το θέμα της Διαιτησίας.
Αλλωστε, η υπουργός Εργασίας, Ε. Αχτσιόγλου, ήταν εκεί και έδωσε τις δέουσες απαντήσεις…
Συγκεκριμένα, η Ελληνίδα υπουργός παρουσίασε στην Επιτροπή τις πρωτοβουλίες και τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης για την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και για το καθεστώς προσφυγής στη Διαιτησία.
Η κ. Αχτσιόγλου σημείωσε ότι ήδη, από τον Μάιο του 2017, έχει νομοθετηθεί η επαναφορά, τον Αύγουστο του 2018, των δύο βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης.
Υπογράμμισε, επίσης, τις επώδυνες συνέπειες που είχε για τους εργαζομένους της χώρας η αναστολή των αρχών αυτών από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και τόνισε ότι η σημερινή κυβέρνηση, έπειτα από διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, πέτυχε την επαναφορά τους.
Οσον αφορά τις αιτιάσεις του ΣΕΒ για τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία, η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε στην Επιτροπή ότι η μονομερής προσφυγή στη Διαιτησία είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη στη χώρα μας, όπως επιβεβαιώθηκε και με απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας