Η Ουκρανία είναι η μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης μετά τη Ρωσία, φυσικά με πολύ μεγάλη διασύνδεση με τις ευρωπαϊκές οικονομίες κυρίως. Παραδόξως, παρά τις πολύχρονες τεταμένες σχέσεις, μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της είναι η ίδια η Ρωσία, η οποία απορροφά σχεδόν το 10% των συνολικών εξαγωγών της Ουκρανίας, που το τελευταίο προ πανδημίας έτος, το 2019, ανέρχονταν σε 49,5 δισ. δολάρια. Ακολουθούν η Γερμανία (6,23%), η Πολωνία (5,55%), η Ιταλία (5,2%), ενώ εκτός ευρωπαϊκού χώρου σημαντικότεροι πελάτες των ουκρανικών εξαγωγικών επιχειρήσεων είναι η Κίνα (7,95%), η Τουρκία (4,85%) και η Ινδία (3,89%).
Η Ελλάδα δέχεται μόλις το 0,39% των ουκρανικών εξαγωγών, αξίας 195 εκατ. ευρώ. Πάνω από το 25% των ουκρανικών εξαγωγών αφορούν σιτηρά (καλαμπόκι, στάρι, κριθάρι, σόγια κ.ά.) που δικαιώνουν τον τίτλο του «σιτοβολώνα» της Ευρώπης. Ακολουθούν τα σιδηρομεταλλεύματα, αλλά και επεξεργασμένα προϊόντα μεταλλουργίας.
Παρά την έντονη εξωστρέφεια της οικονομίας της, έχει ένα σημαντικό εμπορικό έλλειμμα, καθώς η αξία των εισαγωγών της (το 2019) ξεπερνούσε τα 55 δισ. δολάρια, με πάνω από το 50% να αφορούν βιομηχανικά, ηλεκτρονικά, πετρελαϊκά προϊόντα και αυτοκίνητα. Αν και η Κίνα έχει το μεγαλύτερο μερίδιο (13,3%) στις εισαγωγές προς την Ουκρανία, η χώρα εξαρτάται κυρίως από τη Ρωσία (12%) και την υπόλοιπη Ευρώπη: Γερμανία (9,62%), Πολωνία (9,35%), Λευκορωσία (7,48%), Ουγγαρία (4,31%) κ.ά. Οι ΗΠΑ έχουν ασήμαντες συναλλαγές με την Ουκρανία.
Αντίθετα με την Ουκρανία, η Ρωσία, χάρη κυρίως στο πετρέλαιο και το αέριο, είναι μια πλεονασματική χώρα στο διεθνές εμπόριο, με αξία εξαγωγών το 2019 407 δισ. δολάρια, έναντι 238 δισ. δολαρίων των εισαγωγών. Το 55% της αξίας των εξαγωγών της αντιστοιχεί στο πετρέλαιο, το αέριο, τον άνθρακα και τα συναφή αγαθά. Τα σιτηρά δεν ξεπερνούν το 5% των εξαγωγών της Ρωσίας, ενώ η δεύτερη μεγαλύτερη σε αξία εξαγωγών κατηγορία προϊόντων είναι τα μεταλλουργικά. Η Κίνα απορροφά το 14,3% των ρωσικών εξαγωγών, ενώ μεγαλύτερος πελάτης της Ρωσίας στην Ε.Ε. είναι η Ολλανδία (10,3%), ακολουθούμενη από τη Γερμανία (4,65%) και την Ιταλία (4,1%).
Η Ελλάδα απορροφά το 1% των ρωσικών εξαγωγών, αξίας 4 δισ. δολαρίων, και προφανώς το μεγαλύτερο μέρος τους αφορά το αέριο. Βιομηχανικά προϊόντα, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, αυτοκίνητα, φάρμακα, καλλυντικά και ενδύματα κυριαρχούν στα προϊόντα που εισάγει η Ρωσία, με μεγαλύτερο εταίρο της την Κίνα (19,8%), αλλά με μεγάλη εξάρτηση από τη Γερμανία που δίνει το 12,6% των εισαγόμενων προϊόντων στη χώρα του Πούτιν, αξίας 30 δισ. δολαρίων. Τα κεφαλαιουχικά αγαθά κυριαρχούν στις γερμανικές εξαγωγές προς τη Ρωσία, ενώ η Ελλάδα στέλνει εκεί αγαθά αξίας μόλις 259 εκατ. δολαρίων, που αντιστοιχούν στο 0,11% των συνολικών εισαγωγών. Η Ρωσία έχει πλεόνασμα και στις εμπορικές συναλλαγές της με τις ΗΠΑ, συνολικής αξίας 24 δισ. δολαρίων.
Από τα στοιχεία, που είναι μικρό μέρος της εικόνας της οικονομικής διασύνδεσης Ρωσίας και Ουκρανίας με την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο, προκύπτει σαφώς ότι τα πλεονάσματα δίνουν αντοχές στην πρώτη, ενώ τη δεύτερη, εκτός από τη στρατιωτική εισβολή και εξουδετέρωση, την περιμένει και τεράστια οικονομική καταστροφή. Μεγάλες ζημιές αναμένεται να καταγράψουν οι χώρες της Ε.Ε., με πρώτες τη Γερμανία και την Ολλανδία.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας