Υπό σκιάν
Το «Ανοιχτό Βιβλίο», από συστάσεώς του, φιλοξενεί πρωτότυπα καλοκαιρινά διηγήματα. Δέκα συγγραφείς, διαφορετικής ηλικιακής κλίμακας, θεματικού προσανατολισμού και αφηγηματικής παλέτας, έγραψαν ευσύνοπτες καλοκαιρινές ιστορίες, ειδικά για τους αναγνώστες μας (καθώς αυτές οι σελίδες επιμένουν τόσο στην κριτική πυξίδα όσο και στη λογοτεχνική απόλαυση). Μ’ άλλα λόγια, μυθιστοριογράφοι και διηγηματογράφοι (κι όχι μόνο) έθεσαν στο κέντρο της μυθοπλασίας τους μια θερινή εμπειρία τους και μας έστειλαν κείμενα νοσταλγικά, περιπλανητικά, παιγνιώδη, αλλά και δύσθυμα, ευθέως ή πλαγίως πολιτικά, ενδοσκοπικά ή ανατρεπτικά - διηγήματα που θα μας συντροφεύσουν ώς τις αρχές Σεπτεμβρίου.
Μετά τον Ακη Παπαντώνη, τη Σοφία Νικολαΐδου και την Ισμήνη Καρυωτάκη, συνεχίζει ο Παναγής Παναγιωτόπουλος.
—
Τη δεκαετία του ’70 ήμουν πραγματικά παιδί και πραγματικό παιδί. Με άλλα λόγια, ποτέ δεν σκεφτόμουν το μέλλον. Ολα ήταν στο παρόν και κάποια λίγα άρχιζαν σιγά σιγά να θυμίζουν παρελθόν. Με άλλα λόγια είχα λίγη μνήμη και καθόλου μέλλον. Και εν γένει δεν ήμουν διορατικός, είχα δε ελάχιστες πνευματικές αρετές. Πρωτόλεια όμως είχα αρχίσει να συγκρίνω.
Ερχόμασταν με τη μητέρα μου στην Ελλάδα για τις διακοπές στα τέλη Ιουνίου και ο πατέρας ακολουθούσε αργότερα και έτσι διέκρινα διαφορές με τη Γαλλία όπου ζούσα τον χειμώνα, το φθινόπωρο και την άνοιξη. Τα πολύ οικεία και μύχια πράγματα δεν έμπαιναν στη σύγκριση. Ηταν όμοια. Η παιδική ζωή ήταν πάντως αρκετά διαφορετική και αυτό το έβλεπα πολύ καθαρά. Στη Γαλλία, παρά τη σχετική μου ξενότητα, είχα μάθει να λειτουργώ κανονικά με τα άλλα παιδιά. Το σχολείο δεν άφηνε τότε πολλά περιθώρια, η συγχώνευσή σου μέσα στον κόσμο άτυπων και τυπικών κανόνων θα γινόταν θες δε θες. Ομως εδώ, με τα Ελληνόπουλα, είχα δυσκολίες. Ηθελα να παίξω μαζί τους στις παιδικές χαρές και στους δρόμους, σε παραλίες και πλατείες, ήθελα να ακολουθήσω τα κόλπα τους αλλά δεν ήταν πάντα εύκολο. Και κάπως με παραξένευαν αυτά τα παιδιά. Τα αγόρια είχαν συνήθως ελάχιστο μαλλί, ήταν κουρεμένα με την ψιλή. Εμείς, οι εκ Γαλλίας ορμώμενοι, επίγονοι των λουλουδιών μοιάζαμε με μικρούς χίπηδες. Μαλλιάδες και πολύχρωμοι. Εγώ ήμουν και από τη φύση μου κοινωνικά αδέξιος και γενετικά ντροπιάρης. Ενιωθα περίεργα όταν προσπαθούσα αυτή την καλοκαιρινή κοινωνικοποίηση. Με ρωτούσαν επίμονα τι ομάδα είμαι. Δεν ήξερα φυσικά. Τότε στη Γαλλία το ποδόσφαιρο ήταν για αποσυνάγωγους, κανένα παιδί δεν είχε ομάδα. Εχοντας καταλάβει ότι πλειοψηφεί, απαντούσα «Ολυμπιακός». «Μπράβο ρε Ολυμπιακάρα» μου απαντούσαν με θέρμη. Και συνέχιζα να κοιτάω σαν χαζός. Μετά, με ρωτούσαν για αναψυκτικά που δεν τα ήξερα, για παιδικά προγράμματα άγνωστα. Ηταν εξωστρεφή τα παιδιά αυτά, συχνά παχουλά, είπαμε, κοντοκουρεμένα σαν φαντάροι και φώναζαν πολύ.
Ακόμα πιο ανησυχητική ήταν η συμπεριφορά της μητέρας μου. Στη Γαλλία, όπως όλοι, ακολουθούσε τις νόρμες τής κοινά συμπεφωνημένης ζωής στον δημόσιο χώρο. Εδώ όμως στην Ελλάδα οι κανόνες αυτοί ήταν διαφορετικοί και το ταξίδι στην πατρίδα έδινε περισσότερο χώρο στην ιδιοσυγκρασία της. Παζάρευε με ένταση σε διάφορα εμπορικά, μιλούσε πολύ δυνατά, συγκρουόταν με όσους θεωρούσε ότι φέρονται άσχημα και τσακωνόταν σε επικίνδυνο βαθμό με οδηγούς και εισπράκτορες των λεωφορείων που χρησιμοποιούσαμε για να πάμε στη θάλασσα. Μεγάλοι καβγάδες στις αφετηρίες του Ζαππείου που με έκαναν και να ντρέπομαι και να φοβάμαι. Εισήγε τη γαλλική ευταξία και υποχρεωτική ευγένεια ως συγκριτικό πρότυπο για να εντοπίσει τα λάθη και τους κακούς τρόπους της μεσογειακής αέναης διαπραγμάτευσης, του περίπου και του «πώς κάνεις έτσι καημένε». Και μετά διαπραγματευόταν η ίδια…
Ομως εκείνο το ζεστό πρωινό του Ιουλίου του ’76 ή του ’77 ή του ’78 στο οικογενειακό εξοχικό που παραθερίζαμε αυτή και εγώ, μέσα στο κτήμα με τις φιστικιές στη Σταμάτα, κάτι συνέβη. Κάτι που άλλαξε τον τρόπο που την έβλεπα και τον τρόπο που ζούσα αυτούς τους περίεργους θερινούς εκπατρισμούς. Εκεί που έπαιζα μοναχικά, κάποιος πλησίασε την αυλόπορτα. Η μάνα μου μού είπε να μην πλησιάσω. Την παράκουσα βεβαίως και είδα ένα αγόρι στην ηλικία μου. Λεπτό, μελαχρινό, κοντοκουρεμένο και αυτό, με ένα πουκαμισάκι και κάτι σαν βερμούδα. Ηταν αμίλητο και φοβόταν, μα δεν έτρεμε. Σαν ψυχικά παγωμένο, θα έλεγα τώρα αν έβλεπα τη σκηνή. Η μητέρα μου το πλησίασε προσεκτικά και το ρώτησε ποιον ψάχνει. Δεν απάντησε. Από πού έρχεται. Ούτε σε αυτό απάντησε. «Τι θέλεις, αγόρι μου;» του είπε με μια φωνή που μόνον εγώ την είχα ακούσει έως τότε. Δεν απαντούσε σε τίποτα. Του είπε να πλησιάσει και να μη φοβάται. Πλησίασε. Τον ρώτησε αν θέλει νερό και έκανε μια καταφατική κίνηση. Τον ρώτησε αν θέλει να φάει και έμενε ακίνητος. Δεν πεινούσε. Μου εξήγησε τότε η μάνα μου ότι το αγόρι το είχε μάλλον σκάσει από το ορφανοτροφείο της Δροσιάς. Μου είπε να μείνω κοντά του, να μην τον πειράξω, να μην τον πλησιάσω πολύ και να του μιλάω όσο εκείνη θα τηλεφωνούσε. Το παιδί παρέμενε έτσι τρομαγμένο, ίσως ελάχιστα ανακουφισμένο που ήταν μαζί μας. Πάντως την ελευθερία του δεν ήξερε τι να την κάνει. Μετά από κάποια ώρα ήρθε ένας αστυνομικός της Ασφάλειας, ένας άσχημος ευγενικός κύριος με κοντομάνικο υπο-λαχανί πουκάμισο. Του μίλησε έναν τόνο πιο αυστηρά απ’ ό,τι του μιλούσε η μητέρα μου αλλά και πάλι ευγενικά και ανθρώπινα. Του είπε «θα έρθεις μαζί μου, θα πάμε στο Μπογιάτι να φας σουβλάκι και μετά θα σε πάω πίσω. Εντάξει;». Εγνεψε καταφατικά. Εφυγαν. Και εγώ την είδα, στην Ελλάδα, μέσα στη ζέστη, να είναι ήρεμη, βοηθητική, να φροντίζει ένα άλλο αγόρι με κάθε λεπτότητα και προσοχή. Συγχωνεύτηκαν για λίγο, και για πάντα, όλες οι ανάγκες, οι μεσολαβήσεις, οι γαλλίες και οι ελλάδες, η ντροπή και η τρυφερότητα, ο φόβος και η μέριμνα. Εκεί στην αυλόπορτα, δίπλα στο μονίμως φουντωμένο δενδρολίβανο, με αδιάψευστο μάρτυρα τις φιστικιές.
*Ο Π. Παναγιωτόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης ΕΚΠΑ. Το τελευταίο του βιβλίο Περιπέτειες της μεσαίας τάξης. Κοινωνιολογικές καταγραφές στην Ελλάδα της ύστερης Μεταπολίτευσης (Επίκεντρο, 2021) απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου 2022.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας