Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος (Αθήνα, 1959) θεωρείται ένας από τους πιο γνωστούς και παραγωγικούς συγγραφείς της γενιάς του 1980. Αφήνοντας πίσω του το κοφτό και λιτό ύφος των πρώτων του έργων, σύντομα μεταπήδησε σε έναν λόγο περισσότερο μακροπερίοδο και εξπρεσιονιστικό, άλλοτε εστιάζοντας στην ανατρεπτική δύναμη του έρωτα κι άλλοτε στη ναρκισσιστική, καρναβαλική μορφή του και τη διαστροφική του παραμόρφωση από τις κοινωνικές συνθήκες και τις εκάστοτε κατεστημένες εξουσίες.
Μετά την πρώτη του πεζογραφική εμφάνιση το 1979 με τα «Κομματάκια» –όπου συνδύαζε επιτυχώς τον ωμό ρεαλισμό με έναν παιγνιώδη, μαύρο υπερρεαλισμό–, πειραματίστηκε με πολλά είδη λόγου (μυθοπλασία, μυθοπλαστική αυτοβιογραφία, δοκίμιο), προβάλλοντας και προκρίνοντας το συλλογικό και διονυσιακό στοιχείο έναντι του ατομικού και του ανοργασμικού, και προτάσσοντας την αντίληψη του «ανήκειν» σε μια ομάδα, ως το μοναδικό ανάχωμα στην απομάγευση και την αποξένωση των γενεών που διαδέχτηκαν τη δική του.
Με την ειλικρίνεια, τη γλαφυρότητα και την καινοτόμα διάθεση που διακρίνει τη γραφή του, στα περισσότερα από τα 12 διηγήματα που αποτελούν την ανά χείρας πρόσφατη συλλογή διηγημάτων του, οι πρωταγωνιστές, σε μια ατελέσφορη προσπάθεια να τα βρουν με τον εαυτό τους, εξομολογούνται τις επαναλαμβανόμενες απιστίες τους και τις δαιδαλώδεις ερωτικές σχέσεις τους με τους τέως και νυν παρτενέρ τους («Μόνο ο θάνατος θα μας χωρίσει», «Ο ορισμός της απιστίας», «Για πάντα»), ενώ ταυτόχρονα, «σε μια εποχή που τα ζευγάρια λιγοστεύουν και οι μοναχικοί, οι εργένηδες, αυξάνονται και πληθύνονται ανεξέλεγκτα», δεν παύουν να επικαλούνται, να μέμφονται και να κατηγορούν μετά βδελυγμίας (αλλά και μπόλικο χιούμορ), την εμπορευματοποίηση και τον ασύδοτο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, τον τρόμο, τη βία, το εικονικό σεξ, τις απάνθρωπες συνέπειες της τεχνολογικής εξέλιξης, ακόμη και τους κακόβουλους τρίτους.
Εξαίρεση αποτελούν τα αλληγορικά διηγήματα «Μοναχικός λύκος» και «Ο Καλλίφωνος Καναρίνης», τα μόνα που έχουν για ήρωές τους ζώα, και τα οποία αισθητά διαφέρουν από τα υπόλοιπα, έτσι που εύλογα να διερωτάται ο αναγνώστης για ποιον λόγο ο συγγραφέας τους αποφάσισε να τα εντάξει στη συλλογή∙ ερώτημα στο οποίο σπεύδει να απαντήσει ο ίδιος, στο εκτενέστατο και στο μέγεθος μιας μικρής νουβέλας, δωδέκατο κατά σειρά διήγημα. Σε αυτό το καταληκτικό διήγημα, το οποίο κάθε άλλο παρά τυχαία δανείζει τον τίτλο του στο βιβλίο, μέσ’ από τον πρωτοπρόσωπο αφηγητή –έναν τύπο που δεν διστάζει να ομολογήσει ότι μέχρι πρότινος απεχθανόταν την υψηλή λογοτεχνία και μας συστήνεται ως art director σε ένα ευρείας κυκλοφορίας λάιφ στάιλ περιοδικό και λάτρης των κόμικς–, μαθαίνουμε, για παράδειγμα, πως παρόλο που «χρειάστηκε να διαβάσει άπειρα άρθρα για τη ζωή των καναρινιών και νιώθει ιδιαίτερα υπερήφανος για τον τρόπο με τον οποίο ενσωμάτωσε όλο αυτό το ανελαστικό, αφηγηματικά, υλικό, νιώθει κουμπωμένος απέναντι και στα δύο αυτά διηγήματα, προτιμώντας σαφώς τις ιστορίες με ήρωες ανθρώπους».
Είναι φανερό ότι, και εδώ, ο Ραπτόπουλος ακόμη μια φορά «παίζει» με τον αναγνώστη του, δήθεν αυτοβιογραφούμενος και ψευδο-αυτοβιογραφώντας το ίδιο του το βιβλίο, ενώ παράλληλα, χρησιμοποιώντας αυτόν τον δισυπόστατο και αντιφατικό αφηγητή ως ενδιάμεσο, μιλά για τα αόρατα νήματα που συνδέουν τα δώδεκα αυτά διηγήματα, σε μια εκτενή και εφ’ όλης της ύλης ανάλυση του περιεχομένου και του ιστορικού τους∙ πώς δηλαδή τα εμπνεύστηκε και για ποιο σκοπό, τις ομοιότητες των πρωταγωνιστών τους με τα πραγματικά πρόσωπα που πέρασαν από τη ζωή του, καθώς και την καμουφλαρισμένη, από διήγημα σε διήγημα, εμφάνιση και επανεμφάνιση αυτών των προσώπων, αναδεικνύοντας έτσι τις ραφές και τις ομοιότητες κάτω από τα ρήγματα και τις διαφοροποιήσεις τους, και αποκαλύπτοντας με τρόπο πρωτότυπο και ενδιαφέροντα, πίσω από την αποσπασματική και σχετικά ανομοιογενή μορφή των διηγημάτων του, ένα είδος σύνθετου, σπονδυλωτού μυθιστορήματος, μια μεταμοντέρνα σύνθεση με πρωτότυπη σύλληψη και δομή.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας