Αν οι κομβικές στιγμές του έρωτα υπήρξαν συγκροτητικοί παράγοντες του εαυτού στην πρώτη συλλογή της Βογιατζόγλου Ερωτοπαίγνια (2019), στη δεύτερη, τα Πορτρέτα, η ποιητική απόπειρα αυτοέκθεσης συνεχίζεται στη βάση της σκιαγράφησης μιας σειράς προσώπων.
Τα 37 ποιήματα αυτόνομα αλλά και ως μέρη μιας σύνθεσης κατανέμονται στην προλογική και επιλογική ενότητα «Πτώση» και «Ανύψωση» –με δύο ποιήματα η καθεμιά–, και στο τριμερές κύριο σώμα του βιβλίου: «Α΄ Εξ αίματος» με 13 ποιήματα, «Β΄ Του χρωστήρα και της λέξης» με 7 ποιήματα, «Γ΄ Οι άλλοι» με 13 ποιήματα.
Η «Πτώση» εισαγωγικά καταθέτει τις εναρκτήριες αφορμές της συγγραφής: η από τυχαίο συμβάν συνειδητοποίηση ότι «σε μια μέρα μέσα/έφτασε/το πρώτο μου φθινόπωρο» («Το φύλλο»), η ταύτιση με τον αχινό που αποσύρεται στον εαυτό του με όπλα-αγκάθια «Εσύ τον αστερία φοβάσαι κι εγώ/τα πεφταστέρια» («Ο αχινός). Ο αχινός ανοίγεται σε μια ποιητική προσωπογράφηση τόσο εμβληματικών μορφών που επέδρασαν ποικιλότροπα στη δόμηση του υποκειμένου-φωνής («Εξ αίματος», «Του χρωστήρα και της λέξης») όσο και άλλων που, στο πλαίσιο της στιγμής, κινητοποίησαν τη γραφή. («Οι άλλοι»). Εμμέσως λοιπόν δομείται η αυτοπροσωπογραφία της ποιητικής φωνής που τα στοιχεία αυτοβιογράφησης επιτρέπουν να την ταυτίσουμε με την ίδια την ποιήτρια. Η «Ανύψωση» αποτελεί τη σύζευξη προσωπικής/οικογενειακής με την εθνική ιστορία (αποκατάσταση προσφύγων, διαμόρφωση της αθηναϊκής ανθρωπογεωγραφίας, οικοδόμηση της μεταδικτατορικής Αθήνας μέσω της ελληνικής επινόησης της αντιπαροχής). Επισημαίνω στη συλλογή την αναφορά της Καισαριανής: φέρει όλο το βάρος της συλλογικής ιστορίας που μπορεί να διαβαστεί ως ατομική και αντίστροφα. Χρόνος - τόπος, παρελθόν - παρόν, τέχνη - ιστορία διασταυρώνονται με τα πρόσωπα-πορτρέτα και όλα εκβάλλουν στο πρόσωπο της ποιητικής φωνής.
Η μνήμη πρωτίστως τροφοδοτεί τη γραφή και κατόπιν η τέχνη όπως συνάπτονται στο εις εαυτήν ποίημα «Ο κοχλίας»: «σκέψεις κοχλιώδεις», η ημερολογιακή γραφή, υποδεικνύουν μια ακόμη λειτουργία της συλλογής, τη μνημείωση μέσω της γραφής, αυτή που εντέλει κερδίζει τον χρόνο. Στο ποίημα «Η πόρτα» η είσοδος στην ανάμνηση της αθωότητας «ήπια από ξέχειλα λαγήνια, έκοψα το φλωμάρι» της προετοιμασίας για τη μετάβαση στη ζωηρή νεότητα «κι ετοιμάστηκα για της Αθήνας τις μάχες» και ταυτόχρονα η είσοδος στον χώρο της αφήγησης/γραφής «άκουσα ιστορίες» και ο locus amoenus της παιδικής ηλικίας με την παραμυθητική της λειτουργία «Και τι δε θα ’δινα για μια σανίδα/ από την πόρτα την παλιά./ Γερά πιασμένη επάνω της,/ στις τρικυμίες θα επιζούσα/».
Μέσα στον κύκλο γυναικείων μορφών της συλλογής ανοίγει άλλος ένας: η ζωγράφος Helene Schjerfbeck με τα (αυτο)πορτρέτα του εξωφύλλου το οποίο εντάσσεται έτσι λειτουργικά στην ανάγνωση και διαδρά με το ποίημα που φέρει το όνομα της εικαστικού. Ο διάλογος μεταξύ εικόνας και λόγου που εισάγεται από τον τίτλο της συλλογής και το εξώφυλλο αναδεικνύεται στη δεύτερη ενότητα αλλά ουσιαστικά διαχέεται σε όλο το βιβλίο: τα λεκτικά πορτρέτα προσφεύγουν στην αναγνωστική φαντασία ενόσω τα ζωγραφικά αναζητούν τον λόγο που θα τα πλαισιώσει. Τα ποιητικά πορτρέτα της Βογιατζόγλου ενέχουν την ίδια αγωνία με αυτήν του/της εικαστικού: να αποτυπώσουν σε μια στιγμή το ψυχολογικό βάθος, το ποιόν του εικονιζόμενου, να δείξουν στον θεατή τον δικό τους κόσμο συμπυκνωμένο σε μια στιγμή.
Ετσι και στη συλλογή οι διασταυρούμενες χρονικότητες εκκινούν από τη στιγμή και εκτείνονται ή μένουν εκεί (π.χ. «Το ζευγάρι»), δίνοντας όμως το έναυσμα στον αναγνώστη για προέκταση του ποιήματος πέρα από το τέλος του: να συμπληρώσει τα κενά, να διεισδύσει στα πρόσωπα. Οι τελευταίοι στίχοι πολλών ποιημάτων σχεδόν επιβάλλουν αυτή την αναγνωστική επέκταση: στο «Vincent van Gogh “Ρίζες δέντρων και κορμοί” (1889)» ποίημα που ταυτίζει δημιουργό - δημιούργημα οι στίχοι «τεκμήριο τέλους ισχυρού/κάποιου που δίχως να παραιτηθεί/αποχώρησε» υποβάλλουν την ανάγκη αναζήτησης του έργου προτρέποντας σε μια ολοκληρωμένη οπτική εμπειρία –ανάγνωση και θέαση έργου– που ανοίγει την ερμηνεία του ποιήματος. Ομοια, στο λογοτεχνικό επίπεδο συμβαίνει με το ποίημα «Ο Σικελιανός κι εγώ».
Η Βογιατζόγλου ακολουθώντας το μοντερνιστικό παράδειγμα, που γνωρίζει καλά ως έμπειρη πανεπιστημιακή φιλόλογος, με τη συλλογή της δίνει μια παραδειγματική θετική απάντηση στο διαρκώς επανερχόμενο ερώτημα αν και κατά πόσο η αυθεντικότητα του βιώματος μπορεί να γίνει ποίηση και πώς το προσωπικό βίωμα μεταπλάθεται δραστικά ώστε να γίνει συλλογικό.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας