Η νέα ελληνική μετάφραση και έκδοση της θρυλικής Θεωρίας του μυθιστορήματος του Γκέοργκ Λούκατς έρχεται να ξαναθυμίσει στα καθ’ ημάς τουλάχιστον δύο πράγματα που φαίνεται πως έχουν λησμονηθεί από καιρό: πρώτον, ότι ο «προμαρξιστής», «ιδεαλιστής» ή «(νεο)καντιανός» Λούκατς υπήρξε η μήτρα από την οποία γεννήθηκε ο τόσο πλούσιος και ετερόκλητος μαρξισμός που ονομάστηκε «δυτικός», ακριβώς επειδή ήρθε να μπολιάσει τις ορθόδοξες μαρξιστικές παραδόσεις των αρχών του 20ού αιώνα με κάτι (συνοπτικά: τη γερμανική αισθητική των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα, αναθεωρημένη από τη σαρωτική λουκατσιανή διάνοια και γραφή) που τους ήταν ριζικά ξένο αλλά αποδείχτηκε ταυτόχρονα ζωτικό γι’ αυτές· δεύτερον, ότι η ίδια η Θεωρία του μυθιστορήματος αντανακλά στο εσωτερικό της, σαν ενδοθεωρητικά εγκιβωτισμένη, θα έλεγε κανείς, τη λειτουργία που είχε ο νεαρός Λούκατς για τον μαρξισμό: στο βιβλίο, το μυθιστόρημα θεωρητικοποιείται κι αυτό επίσης μέσω του άλλου του, του έπους, του οποίου η γενική έννοια, το «μεγάλο έπος» ως υπεριστορική αφηγηματική φόρμα, περικλείει και τα δύο αυτά είδη, σαν ένα δυναμικό πεδίο που τανύζεται και ορίζεται συγχρόνως από τις έλξεις και τις απώσεις μεταξύ των δύο αντιθετικών περιεχομένων του.
Πράγματι, αν «το μυθιστόρημα είναι το έπος του εγκαταλελειμμένου από τον θεό κόσμου» (σελ. 105), καταλαβαίνουμε ότι αυτό που μεσολαβεί για να διαχωριστεί και να μείνει την ίδια στιγμή ενωμένος ο χώρος της αφήγησης είναι, ούτε λίγο ούτε πολύ, μια κοσμοϊστορική μεταβολή –η «εγκατάλειψη του κόσμου από τον θεό»– την οποία η λογοτεχνία παρακολουθεί θρηνώντας, μελαγχολώντας ή απλώς αναπολώντας.
Η αυτοτελής οργανικότητα, το «κλειστό σύστημα» του έπους, όπου στοιχεία συγκροτησιακά του μυθιστορήματος, όπως η ατομικότητα, η ψυχολογία, ακόμα και ο καθαυτό χρόνος, δεν είναι παρά επουσιώδεις συμβάσεις, μέλλει να αποτελέσει το αιώνιο απωθημένο από το οποίο πασχίζει να απαλλαγεί και προς το οποίο πάντοτε τείνει το μυθιστορηματικό σύμπαν, από την «ενδιάμεση» λογοτεχνία του Δάντη μέχρι το ιδρυτικό λογοτεχνικό έργο του ιδεαλισμού, τον «Δον Κιχώτη», και την κορύφωση του ρομαντισμού στον Τολστόι. Αλλως πως, η ενηλικίωση ή η «ανδροπρέπεια» που ενσαρκώνει ο μυθιστορηματικός ήρωας δεν παύει ποτέ να λαχταρά την επική παιδικότητα, στην οποία δεν υπάρχουν, ανάμεσα σε όλες τις άλλες απουσίες/παρουσίες που σκανδαλίζουν τους ενίοτε αφελείς μοντερνισμούς μας, ούτε έγκλημα ούτε τρέλα, μόνο ένστικτο, στρογγυλότητα, ισορροπία. Ολα αυτά έχουν χαθεί οριστικά από τη σκηνή του κόσμου, και το μυθιστόρημα είναι καταδικασμένο να τα επιζητεί απαγορεύοντας στον εαυτό του να τα αποκτήσει.
Οι μοντέρνοι που ατενίζουν νοσταλγικά ή ζηλότυπα τους αρχαίους σίγουρα δεν μας είναι άγνωστη εικόνα, παρότι στέκεται στους αντίποδες της πολύ πιο γνώριμης ιστορικιστικής αντίληψης που θέλει τους νεότερους να κατακτούν το μέλλον πατώντας στους ώμους των παλαιότερων. Στον Λούκατς, ωστόσο, αυτό το αξεπέραστο δίπολο νεωτερικότητας - αρχαιότητας γίνεται για πρώτη φορά καταστατική θεωρητική αρχή, γονιμοποιώντας τη σκέψη αναγνωρισμένων επιγόνων όπως ο Αντόρνο και ο Μπένγιαμιν, καθώς και άλλων λιγότερο εμφανών και μνημονευόμενων (ο Ντεριντά, για παράδειγμα, θα ήταν ένας από αυτούς).
Εφεξής, δεν είναι ανάγκη να συμμερίζεται κανείς τις διαισθήσεις ή τις ελπίδες του συγγραφέα της Θεωρίας του μυθιστορήματος, για τον Ντοστογιέφσκι ως πιθανό Ομηρο ή Δάντη ενός καινούργιου κόσμου ο οποίος διαδέχεται την κατά Φίχτε «εποχή της ολοκληρωμένης αμαρτίας» που έχει ως μορφή της το μυθιστόρημα (σελ. 185-186), ούτε καν να στρέφει εναντίον του τον ύστερο, μαρξιστικό εαυτό του, επικαλούμενος μια διαλεκτική διαδικασία και ολοκλήρωση των πολιτισμικών μορφών την οποία η Θεωρία του μυθιστορήματος ακόμα αρνείται ρητά (σελ. 156).
Αρκεί να αποδέχεται τον διπολισμό ως τέτοιο, δοκιμάζοντας να τον μεταθέσει και σε τομείς εκτός της λογοτεχνικής ή αισθητικής θεωρίας – πράγμα που προϋποθέτει μια αποδοχή της ρήξης των Νέων Χρόνων ως δομικής συνθήκης της οποίας η εξιστόρηση ίσως να μην είναι κι αυτή παρά ακόμα μία (μοντέρνα) αφήγηση. Οσο για την ίδια τη στιγμή της ρήξης, έχει σημασία να μένει αόρατη, για να μη δίνει αφορμή στα αναδρομικά ή προβολικά storytelling μας, αλλά να μας καλεί μονίμως σε επαγρύπνηση.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας