Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι τα πυσανκύ το Πάσχα. Πυσανκύ τότε σήμαινε Πάσχα για μας. Τίποτα άλλο αξιοσημείωτο δεν συνέβαινε εκείνες τις μέρες. Δεν νομίζω ότι απαγορευόταν, αλλά δεν ήταν ωραίο να γιορτάζεις τα θρησκευτικά έθιμα. Σχολείο πηγαίναμε κανονικά και ούτε αναφερόταν η λέξη.
Η γιαγιά έφτιαχνε λίγα, με πολύ μεράκι. Της έπαιρνε ολόκληρη μέρα για να τελειώσει ένα για τη μαμά, ένα για τον μπαμπά, ένα για τον Νικολάι, ένα για μένα, ένα για τον Σποκ, το σκυλάκι, κι ένα που έθαβε σε μυστικό μέρος στην αυλή του σπιτιού.
Η κίστκα της έλεγε πως ήταν στην οικογένεια πολλές γενιές, το λεπτό στυλιάρι μαυρισμένο, του είχε περασμένο έναν φελλό, για να μη γλιστράνε τα δάκτυλα και να κάνει πιο ίσιες γραμμές. Εβαζε τα χοντρά γυαλιά και με το χέρι τρεμάμενο βουτούσε την ακίδα στο κερί, κι έπειτα, σα να κεντούσε, τραβούσε τις γραμμές στο αυγό με σιγουριά. Τη χαραξιά την όριζε το σχήμα του αυγού, αλλά η συνέχεια ήταν του καλλιτέχνη. Τελειώνοντας το περίγραμμα, το απομάκραινε, το περιεργαζόταν και περίμενε την έμπνευση. Υστερα έβαζε μια κουκκίδα εδώ, ένα μοτίβο εκεί.
Με άφηνε να τη βλέπω και μου εξηγούσε κάθε τι, τι συμβόλιζε. Τα μοτίβα έφερναν διάφορα καλά, τα ρόδα αγάπη, τα πουλιά εκπλήρωση επιθυμίας, ο κοχλίας προστασία. Και τα χρώματα ήταν συμβολικά. Το λευκό σήμαινε αθωότητα, το κόκκινο ελπίδα, το μπλε υγεία. Μόνο όταν έφτιαχνε το δικό μου δεν με άφηνε να βλέπω. Οταν έπειτα από λίγες μέρες ξετύλιγα την εφημερίδα που είχε διπλωμένο το δικό μου πύσανκα, ήταν σα να λάμβανα ένα μυστικό μήνυμα.
Οταν τα μοίραζε στον καθένα μας, έλεγε την ίδια φράση:
«Φυλάξτε το πύσανκά σας, για να σας φυλάει από τον κακό δράκο».
Ημουν οκτώ χρόνων το 1986 και δεν πρόφτασε η γιαγιά εκείνο το Πάσχα. Δέκα μέρες πριν, μας ξεσήκωσαν από τα σπίτια, ό,τι προλάβαμε μαζέψαμε και μπήκαμε σε πούλμαν, χωρίς να ξέρει κανείς για πού. Μαζί με εκατοντάδες πούλμαν γίναμε μια τεράστια πομπή, σαν να ήταν η μεγαλύτερη σχολική εκδρομή, μόνο που ήρθαν και οι γονείς και κανείς δεν τραγουδούσε.
Ούτε το σπίτι μας ξαναείδαμε ούτε τα παιχνίδια ούτε τους παλιούς φίλους. Εκείνο το Πάσχα πέρασε σαν ανεμοστρόβιλος. Χάσαμε όλα τα πυσανκύ μας, ο Νικολάι έχασε τα μαλλιά του και η γιαγιά μάς παρηγορούσε, λέγοντας ότι τα μαγικά αυγά δεν χαλάνε με τίποτα, ούτε με πυρηνικά. Εάν σκάβαμε την Ουκρανία, έλεγε, θα βρίσκαμε πυσανκύ χιλίων και δύο χιλιάδων ετών.
Πέντε χρόνια αργότερα γεμίσαμε ελπίδα, η μαμά κι εγώ, είχαν ωστόσο φύγει ο Νικολάι, ο πατέρας κι η γιαγιά. Στις μικρές τάξεις του δημοτικού στο Κίεβο, εγώ ήμουν στο γυμνάσιο, τα παιδιά μάθαιναν να φτιάχνουν πύσανκα. Καθώς η μαμά δούλευε συνέχεια, ακόμη και τις Κυριακές δεν είχε χρόνο για τέτοια πράγματα, έτσι δοκίμασα να φτιάξω εγώ. Πήρα κίστκα από το σχολείο και κερί και χρώματα και μου έδωσε μεγάλη χαρά, σα να άκουγα τη γιαγιά μου να μου τα εξηγεί και να γελάει με τις απορίες μου. Το αποτέλεσμα η μαμά το επαίνεσε, όμως ήξερα πόσο άτεχνο ήταν. Εμπαινα στην εφηβεία και νέα ενδιαφέροντα με απορρόφησαν.
Ξαναπροσπάθησα όταν η Ολυα και ο Νικολάι πήγαν στο νηπιαγωγείο. Ζωγραφίζαμε παρέα, εκείνα με πινέλο και νερομπογιές, εγώ με τον παραδοσιακό τρόπο. Παίρναμε και οι τρεις πολύ σοβαρά τη δουλειά, αλλά όλο γελούσαμε. Τότε υπήρχαν και μαθήματα στον δήμο και αλλού, για να μαθαίνει ο κόσμος την παραδοσιακή τέχνη, αλλά ποτέ δεν κατάφερα να τα παρακολουθήσω. Τα Πάσχα απέχουν μεταξύ τους κι έτσι κάθε χρόνο ήταν σα να ξεκινούσα την προσπάθεια από την αρχή.
Η πομπή των τανκς στην τηλεόραση μου έφερε αμέσως στον νου την πομπή των πούλμαν και όσων ακολούθησαν. Και τα παιδιά κι εγώ ξαναμπήκαμε σε πούλμαν μαζί με άλλες γυναίκες και παιδιά, ο Αλεξέι δεν επιτρεπόταν να φύγει. Φτάσαμε στην Αθήνα, όπου μας περίμεναν φίλοι που ζούσαν και δούλευαν εκεί.
Τώρα είμαστε σε ένα νησί, την Αμοργό, σε κάτι συγγενείς. Τα παιδιά νομίζουν ότι είναι εκδρομή. Τους λείπει η γατούλα τους και ο πατέρας. Σε λίγες μέρες, θα είναι πάλι Πάσχα. Εχουμε ήδη αρχίσει να ετοιμάζουμε τα πυσανκύ, αλλά αποφεύγουμε το κόκκινο χρώμα. Βάζουμε πολύ μπλε της υγείας και κίτρινο, το χρώμα της χαράς και της φιλοξενίας.
Τελευταίο βιβλίο του Φ. Ταμβακάκη είναι το μυθιστόρημα «Το τελευταίο ποστάλι» Εστία, 2021
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας