Είναι τουλάχιστον συγκινητικό να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι στον χώρο και μάλιστα τόσο νέοι. Σκηνοθετεί το έργο «Το μαχαίρι στο κόκαλο» του Κώστα Μουρσελά για 2η χρονιά στο Θέατρο 104 και συμπρωταγωνιστεί με την υπέροχη Σάντρα Λειβαδάρα. Οτιδήποτε περισσότερο πω είναι περιττό.
● Αν ο Μουρσελάς θέλησε με αυτό το έργο να εντοπίσει μέσα από τη μικρογραφία μιας οικογένειας τις βαθύτερες αιτίες που οδηγούν μια σχέση στη φθορά και τη σήψη, πώς το μεταφέρετε εσείς (δραματολογικά και σημειολογικά) αυτό στη σημερινή κοινωνία που φέρει ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά;
Μελετώντας το έργο, το ίδιο μας μετέφερε στη σημερινή κοινωνία ακαριαία. Δίνοντας μια μεταφυσική χροιά στα πράγματα, θα λέγαμε ότι βρήκε το σήμερα τον προφήτη του μέσα στο κείμενο του «Μαχαιριού». Μια τέτοια διατύπωση ίσως θα έφερνε μια κάποια ενόχληση στον Μουρσελά, γι’ αυτό θα επιμείνω και εγώ στην αναζήτηση της γενεσιουργού αιτίας. Εμμένοντας σε αυτό θα έλεγα ότι απομονώνουμε στη σκηνή οποιοδήποτε νατουραλιστικό στοιχείο υπογραμμίζοντας ως σημεία τα κοινωνικά μοντέλα των ηρώων, ως όψη τουλάχιστον. Διογκώνουμε αυτές τις μορφές για να κατανοήσουμε πόσο αυτή η εξωτερική «καλλιέπεια» έχει παραμορφώσει την ψυχή των προσώπων. Πόσο η σήψη από το εξωτερικό περίβλημα έχει προχωρήσει στο εσωτερικό περιεχόμενο; Πόσο έχουν καμφθεί τα ψυχικά αντανακλαστικά της Ελένης και του Λεωνίδα στο έργο; Θα ανταποκρίνονταν σε ένα κάλεσμα για το κοινωνικό γίγνεσθαι ή θα επέμεναν να διαμορφώνουν απομακρυσμένοι τις συνθήκες της ατομικής σταδιοδρομίας; Την καταγωγική μορφή της παρακμής μας αναζητούμε επί σκηνής.
● Αν τελικά δεν ζούμε μόνο για την επιβίωση, αλλά και για την ανέλιξη (και δεν υπάρχει φυσικά τίποτα το μεμπτό σε αυτό), ποια είναι εκείνη η λεπτή ισορροπία που, αν δεν διατηρηθεί, ο άνθρωπος χάνει την ανθρωπινότητά του; Είμαστε ως κοινωνία σε μια τέτοια κατάσταση/εποχή;
Θα έλεγα πως είμαστε μια μετα-κοινωνία. Αυτό το «μετά/meta» κάνει θραύση έτσι και αλλιώς και σιγά να μην απείχαμε εμείς από τέτοιους τίτλους και τιμές. Η κατάσταση αυτή ήταν εδώ -τουλάχιστον στην Ελλάδα-, αλλά η εθελοτυφλία είχε γίνει εθνικό άθλημα με παγκόσμια διάκριση. Και φυσικά δεν αργήσαμε να πάρουμε το μετάλλιό μας. Οταν σπρώχνεις έναν άνθρωπο στα νερά του λιμανιού με τις μηχανές του πλοίου εν κινήσει, τι κινητοποιεί την πράξη σου αυτή; Η ανέλιξη; Πιθανόν. Η ανάπτυξη με κάθε κόστος ίσως. Η εκκίνηση της μηχανής και η ευθεία πορεία του ανθρώπου με την κίνηση της μηχανής. Βέβαια ο Τσάπλιν τα φωτίζει όλα αυτά πολύ νωρίς στους «Μοντέρνους καιρούς», όπου ο άνθρωπος παρασύρεται στα γρανάζια της ταχύτητας. Ως ανθρωπότητα είμαστε καιρό σε τέτοια κατάσταση. Κάθε διάκριση χάνεται μέσα στην επικράτεια της συντόμευσης και της χρονικής εκμηδένισης. Και ως προς αυτό έχει ενδιαφέρον η έννοια «ανθρωπινότητα». Πόσο ανθρώπινοι παραμένουμε μέσα στους ρυθμούς της ταχείας ανέλιξης, όταν η ζωή πλάι μας καταποντίζεται;
● Γιατί επιλέξατε αυτό το έργο; Με αφορμή τα 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου; Πώς είδατε τη σύνδεσή του στο σήμερα;
Για να είμαστε ειλικρινείς, εγώ ήθελα να κάνω μια παράσταση πάνω στον «Υπάλληλο» του Χουρμούζη, μια σάτιρα για την κηδεμονία του ελληνικού κράτους από τις απαρχές του ακόμη. Μια σύγχρονη διασκευή με 8 ηθοποιούς επί σκηνής. Η πρόταση κατατέθηκε στο υπουργείο Πολιτισμού και έκτοτε με νανουρίζει η φράση «Καληνύχτα, Κεμάλ» και τα συνακόλουθα. Διάβαζα λοιπόν έργα μικρής διανομής από τη νεοελληνική δραματουργία και έτσι έπεσα στο «Μαχαίρι» του Κ. Μουρσελά. Οταν έφτασα στη φράση: «Κλειδώνεσαι στην κρεβατοκάμαρα, στο διάβολο οι άνθρωποι, επιτέλους μόνος!», λέω στη Σάντρα: «Αυτό είναι! Αυτό είναι από το ’73 στο ’23 με αγάπη». Αυτός ο εγκλεισμός και η εμμονή στην ατομική ανέλιξη ήταν ήδη εκεί. Τότε το γράφει. Τον καιρό που οι αγώνες των φοιτητών βράζουν.
Οταν οι ελιγμοί είναι προτέρημα εκπαιδευτικής κατάρτισης, γιατί ν’ ανθήσει μια ειλικρίνεια που πάει το μαχαίρι στο κόκαλο;
Παράλληλα με τον αγώνα της ελευθερίας, άνθρωποι σε απόσταση να ποτίζουν το αναρριχητικό της ατομικότητας. Το οποίο θα μπορεί να θάλλει παντός καιρού. Από τότε εκτινάσσεται στο τώρα ο Μουρσελάς. Αν μέναμε σε ένα κυνήγι παροχών μετά την αλλαγή του πολιτεύματος, αργά ή γρήγορα θα κλεινόμασταν στο λουσάτο κελί μας. Εξω από αυτή την «καλοφτιαγμένη» ιδιωτικότητα, η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι ένα γεγονός εν εξελίξει, όπως η δημοκρατία. Δεν μπορεί να νοηθεί ως μνημειακή χρήση, ξέχωρη από τον παρόντα χρόνο. Καλεί σε μια συμμετοχή στον κοινό αγώνα. Τώρα συμμετέχουμε στον κοινό ανταγωνισμό. Καθείς απ’ το σπίτι του. Εγινε και πετυχημένο λανσάρισμα από την καραντίνα και δώθε ως «κατ’ οίκον εργασία». Και ως προς αυτό είναι απίστευτα ενδιαφέρον σκηνικά ο τόπος δράσης όπου αναπτύσσονται οι χαρακτήρες του Μουρσελά να είναι το σπίτι. Το σπίτι τους. Το καταφύγιο της αγάπης ενός ζευγαριού να μετατρέπεται σε ένα στρατηγείο όπου σχεδιάζεται το οποιοδήποτε ποδοπάτημα του άλλου.
● Πού βάζει το «μαχαίρι στο κόκαλο» ο Μουρσελάς;
Στη σχέση. Κατά πόσο διαβρώνεται η σχέση από αυτή την αρρώστια της ατομικής ανέλιξης. Στον χειρισμό της σχέσης με απώτερο σκοπό την κορυφή. Ολοι μετατρέπονται στον «κατάλληλο άνθρωπο την κατάλληλη στιγμή». Το μαχαίρι είναι το δίλημμα: να χρησιμοποιήσω το «αγαπημένο πρόσωπο» ως σκαλοπάτι στην ανέλιξή μου ή όχι; Και πόσο ειλικρινείς είμαστε να ομολογήσουμε αυτή την ιδιοτέλεια; Τώρα που συνεχίζουμε την εργασία μας γύρω από αυτή τη δραματουργία, αυτό το «κόκαλο» του τίτλου ορίζεται για μας ως το στήριγμα της ανθρωπιάς. Το οποίο θα κινδυνέψει σε βάθος χρόνου από την υπόλοιπη σήψη. Η μία επιλογή αναπόφευκτα θα φέρει την άλλη. Και αυτό το κόκαλο, η άρθρωση της ανέξοδης αγάπης, είναι η μόνη που κρατάει τον άνθρωπο όρθιο.
● Πώς μπορεί να μπει το «μαχαίρι στο κόκαλο» σήμερα; Υπάρχουν οι προϋποθέσεις;
Αντιλαμβάνομαι ότι όσο αποδυναμώνεται η δημόσια εκπαίδευση, οι προϋποθέσεις χάνονται. Ζούμε σε εποχές κεκαλυμμένου αναλφαβητισμού υπό το πρόσχημα της τεχνολογικής ανάπτυξης. Οταν οι ελιγμοί είναι προτέρημα εκπαιδευτικής κατάρτισης, γιατί ν’ ανθήσει μια ειλικρίνεια που πάει το μαχαίρι στο κόκαλο; Αν το λέει η ψυχούλα σου -και φυσικά μην περιμένεις να στο αναγνωρίσουν- το άλμα από τη φθορά γίνεται αν θες. Οχι επιδερμικά βέβαια, με χειροκροτήματα της στιγμής ως απόηχο. Κάθετα και επίπονα θα γίνει η τομή της όποιας σάπιας σάρκας.
● Πενήντα χρόνια από τη συγγραφή του έργου, πενήντα από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και από το «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία» έχουμε περάσει στο «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια». Με αυτό το σύνθημα μάλιστα εκλέχτηκε πρώτος σε ψήφους στην Ευρωβουλή με τη Ν.Δ. ο Γιώργος Αυτιάς. Είναι η παράστασή σας μια εξήγηση γι’ αυτό;
«Μην ξεκινάς από τα ωραία παλιά πράγματα, αλλά από τα άσχημα καινούργια». Κάπως έτσι μνημονεύει κάπου ο Μπένγιαμιν ένα εδάφιο του Μπρεχτ. Γι’ αυτό λέω εκτινάσσεται στο σήμερα η γραφή του Μουρσελά. Αυτό δουλευόταν με υπομονή και επιμονή δεκαετίες ολόκληρες, όταν συνολικά «βαριόμασταν» ν’ ασχοληθούμε επί της ουσίας με τα κοινά. Μια ολόκληρη κοινωνία εναρμονίστηκε με την τηλεοπτική διαμεσολάβηση. Οι επίδοξοι μνηστήρες ήταν ήδη εκεί. Περίμεναν στην οθόνη πλέκοντας το μελό του συνταξιοδοτικού. Και ασκηθήκαν δεξιοτεχνικά στο μελόδραμα. Ολα τα κλισέ και τα στερεότυπα είναι εκεί. Ετοιμα να μεταστρέψουν με τον πιο ανώδυνο τρόπο κάθε συνείδηση. Και τσουπ! Το ένα σύνθημα μπήκε στην γυάλα του μουσείου και το άλλο -επειδή πάθαμε αμνησία εθελοτυφλώντας στο ενδιάμεσο- έγινε τρόπος ζωής. Τατού σε εικοσάχρονα!
● Πενήντα χρόνια γιορτάστηκαν και αυτά της Μεταπολίτευσης. Τελικά γιορτάζουμε ή μιλάμε για το τέλος της;
Θα ήταν ενδιαφέρον να μιλάμε πια για ένα τέλος. Μας αφήνει ένα περιθώριο να ξεκινήσουμε κάτι άλλο. Η κατανάλωση ως μεταπολιτευτική θεά οδήγησε στον όλεθρο. Θέλουμε να συνεχίζουμε ως σαπιοκάραβο που ξεκινούσε το ’10 από το Καστελόριζο; Δεν ξέρω. Αυτό είναι διαιώνιση μιας Οδύσσειας που μόνο ταξίδι δεν είναι. Περισσότερο μοιάζει με μια ομφαλοσκόπηση μέσα στους τέσσερις τοίχους του σαλονιού μας. Μικρές Οδύσσειες «εν μέσω του σαλόνος». Με Σκύλλα και Χάρυβδη από τη μια τα επιδόματα και από την άλλη τα πολύχρωμα τιμολόγια ρεύματος. Μια ζωή που περιορίζεται καθημερινώς σε μια lux πλασαρισμένη γραφειοκρατία. Στην οποία καταντάς και εθισμένος. Τις προάλλες ένας στον Ηλεκτρικό ήταν τρελαμένος που πλήρωσε ένα σκασμό λεφτά σε λογαριασμούς και δεν χρειάστηκε να περάσει από καμία υπηρεσία. Εεε... είναι μια κάποια ανάπτυξις και αυτό. Ετσι λοιπόν ένα restart είναι πάντα πιο ενδιαφέρον σε μια ζωή που μόνο μία φορά θα συμβεί για τον καθένα μας.
● Κι όλα αυτά μέχρι να δουν ότι προσαρμόζονται σε χαλάσματα»… Ποια είναι αυτά; Και γιατί δεν τα βλέπουμε ώστε να τα αποφύγουμε; Μήπως δεν φαίνονται;
Κάπου είχα ακούσει ένα ωραίο: «Θέλαμε τόσο τα πράγματα, που γίναμε τα πράγματα». Αρα επιστρέφουμε στον Αμλετ. Να σηκώσουμε έναν καθρέφτη να κοιτάζεται η φύση. Απλώς θέλει κάποιο θάρρος να συναντήσεις στο γυαλί την παραμόρφωση.
● Πέραν της σκηνοθεσίας, είστε και ένας εκ των δύο πρωταγωνιστών. Πώς προσεγγίσατε έναν ρόλο που θα μπορούσε να είναι ωμά ρεαλιστικός, αλλά χάρη στο κείμενο του Μουρσελά υποδηλώνει την αλήθεια;
Ακολουθώντας ακριβώς αυτό. Το κείμενο. Εκ πρώτης όψεως το κείμενο θα λέγαμε ότι ανήκει στη ρεαλιστική παράδοση. Οπως και τα άλλα δύο μιας άτυπης τριλογίας: «Οι φίλοι» και το «Ενυδρείο». Η συστηματική μελέτη όμως αποδείκνυε ότι το έργο αναπτυσσόταν κάθετα. Ο ρεαλισμός στη δραματουργία του Κώστα Μουρσελά είναι ένα πρόσχημα για μια συνάντηση με ένα μεγάλο θέμα. Αυτά τα «κοινωνικά» χαλάσματα καλούσαν σε μια σκηνική φόρμα που ήταν ενδιαφέρον να συναντηθεί με την ειλικρίνεια και την αμεσότητα του λόγου. Σε αυτή την ισορροπία στέκομαι επί σκηνής.
● Πώς θα φύγουμε από την παράσταση; Θυμωμένοι; Είναι ικανή η τέχνη να οδηγήσει στην αλλαγή; Ειδικά σε έναν σύγχρονο κόσμο που επανανομιμοποιείται ο ναζισμός;
Αρκεί να διαβάσει κανείς την «Ημερήσια διάταξη» του Βυϊγιάρ για να δει το σφιχταγκάλιασμα του ναζισμού και εν τέλει κάθε τέτοιου μορφώματος με τους έχοντες και κατέχοντες. Γιατί τι άλλο είναι ο σύγχρονος κόσμος παρά μόνο αποθέωση της ιδιοκτησίας; Αυτή η φασιστική επάνοδος τι άλλο εκφράζει παρά από τον φόβο μην έρθουν και μου τα πάρουν όλα οι άλλοι; Και είναι φοβερή η διπροσωπία των διακινητών αυτών των αντιλήψεων. Τότε ο Χίτλερ με ημίψηλο, πλησίον της γερμανικής βιομηχανίας. Υπάρχουν φοβερά ντοκουμέντα. Ο άνθρωπος που γονάτισε την Ευρώπη θωρακισμένος πίσω από τη στρατιωτική καπαρντίνα, περιχαρής χωρίς γαβγίσματα και οργή δίπλα στους διαχειριστές των μηχανών. Τώρα; Αυτός ο ιδιοτελής ελιγμός είναι κάτι που υπάρχει στο έργο, μα πρώτα θα πω πως υπάρχει στον άνθρωπο. Αυτό οφείλει να βρει φως στην παράσταση. Γι’ αυτό είναι ικανή η τέχνη. Μετά από αυτά θα ευχόμουν να μη φύγει ο θεατής με το αίσθημα: «Είδαμε και το θεατράκι μας σήμερα...».
♦ «Το μαχαίρι στο κόκαλο»
Κάθε Σάββ. 18.15, Κυρ. 21.00, στο Θέατρο 104 (Ευμολπιδών 41, στάση μετρό «Κεραμεικός», τηλ.: 6951269828, 210-3455020). Από 21/9 και για λίγες παραστάσεις. Προπώληση: more.com (εισιτήρια: 8-15 ευρώ). Διάρκεια: 70’.
Μουσική: Ανρί Κεργκομάρ
Επιμέλεια κίνησης: Νατάσα Σιέτου
Επιμέλεια σκηνικών-κοστουμιών: Ηλιάνα Μπαφέρου
Φωτισμοί: Βασίλης Γιαννακόπουλος
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας