Στο επιστημονικό συνέδριο «Ιωάννης Κονδυλάκης: συγγραφέας-δημοσιογράφος-μεταφραστής» (Βιάννος, Σεπτ. 2010/ «Πρακτικά» στο περ. «Παλίμψηστον», τχ. 29, φθιν. 2012) δύο Ανακοινώσεις αναφέρθηκαν στον τιμώμενο ως «μεταφραστή του Λουκιανού».
Η πρώτη (Παντελής Μπουκάλας) επισήμαινε:
α) την επίδραση του Λουκιανού σε μείζονες πνευματικές προσωπικότητες, όπως οι: Ερασμος –«το “Μωρίας εγκώμιον” έχει πρόγονό του το λουκιάνειο “Μυΐας εγκώμιον”» (και ετούτο, καθώς δεν είναι άλλο παρά ρητορική επίδειξη «με περίτεχνον κατασκευήν λόγου», γράφει ο Ιω. Κονδυλάκης στην «Εισαγωγή» του, ανάγεται στο του Ισοκράτους «Ελένης εγκώμιον»)– Βολτέρος, Γκέτε, Θερβάντες,
β) την ιδιότητά του ως εισηγητού της φανταστικής λογοτεχνίας (με τον «Ικαρομένιππο» και την «Αληθή ιστορία», μέσω τη οποίας, πάντως, σημειώνει πάλι ο Ιω. Κονδυλάκης, ο Λουκιανός «σατιρίζει συγχρόνους και παλαιοτέρους ιστορικούς και γεωγράφους, οίτινες ανεμίγνυον τα πραγματικά γεγονότα με αποκυήματα της φαντασίας των και οίτινες, ως ο Κτησίας ο Κνίδιος, “έγραψαν πράγματα τα οποία ούτε αυτοί είδον, ούτε παρ’ άλλων ήκουσαν”»), που «επηρέασε τον Τόμας Μουρ στην “Ουτοπία” του, τον Ραμπελέ, τον Σουίφτ αλλά και κατοπινούς θεράποντες του συγκεκριμένου είδους, ώς τις μέρες μας». Περαιτέρω, αναδείκνυε:
γ) την πνευματική συγγένεια και την αγάπη του Κρητικού για τον Σαμοσατέα, φανερωμένες ήδη από τα μαθητικά του χρόνια, όταν «επωφελούμενος διαλείμματος κατεσκεύασε διά θρανίων πρόχειρον σκηνήν και ανέλαβε να παραστήση τους “Νεκρικούς Διαλόγους” του Λουκιανού εις τους οποίους θα υπεδύετο τον ρόλον του Ερμού»,
δ) τα κοινά σημεία τους, εντοπιζόμενα στη σάτιρα, την ηθικοφιλοσοφική ειρωνεία, το χιούμορ και την ευφυΐα, και, βέβαια, στο γεγονός ότι αμφότεροι σκέπτονταν και έγραφαν ως χρονογράφοι της εποχής τους, υπηρετούσαν το δημοσιογραφείν εις την ανωτέραν έννοιαν του όρου, κατά τη διατύπωση του Παύλου Νιρβάνα. «Ο Κονδυλάκης […] χαίρεται να μεταφράζει Λουκιανό, χαίρεται να υπηρετεί την κριτική οξύτητα του αρχαίου σκεπτικιστή και σκώπτη. Κι αυτή τη χαρά του τη νιώθει τελικά και τη γεύεται και ο αναγνώστης.
Ο μεταφραστής δεν παραδίδει ένα φιλολογικό πόνημα (ελάχιστες είναι οι εξηγητικές υποσημειώσεις του, σε μια καθαρεύουσα ψυχρότερη από του καθαυτό κειμένου), αλλά ένα ανάγνωσμα του οποίου εμπιστεύεται απολύτως την ικανότητα να τέρπει και να ψυχαγωγεί ουσιωδώς. […] το μεταφραστικό του πρόγραμμα δικαιούται […] να χαρακτηριστεί όχι μονάχα δημοκρατικό παρά και διαφωτιστικό, με ακέραιη τη σημασία της λέξης. Αναδεικνύοντας την “εκτός κανόνος”, μη επίσημη και τόσο προκλητική γραφή και σκέψη του Λουκιανού, υποδεικνύει με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο ότι η αρχαιότητα δεν υπήρξε μία, μονότροπη και μονοφωνική […] ότι η εξιδανικευμένη εικόνα που βιαζόμαστε να σχηματίσουμε για τους αρχαίους δεν είναι απλώς κίβδηλη· είναι προπάντων άδικη, γιατί παραλαμβάνει ένα δυναμικό, πολύχρωμο πεδίο και το παραδίδει στατικό και μονόχρωμο»· άλλωστε την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας (2ος-6ος αι. μ.Χ.), στις αρχές της οποίας δημιούργησε ο Λουκιανός, τη χωρίζει μισή και πλέον χιλιετία από τα κλασικά χρόνια.
Η δεύτερη Ανακοίνωση (Ερμιόνη Ηλιάδη) εστίαζε, μεταξύ άλλων, στην «Εισαγωγή» του Ιω. Κονδυλάκη, εικάζοντας ότι ο μεταφραστής συμβουλεύτηκε τη γαλλική έκδοση του Louis Humbert (1896), από όπου πιθανότατα άντλησε π.χ. την ακόλουθη παραπομπή στη μελέτη του Maurice Croiset (1882) για τον βίο και τα έργα του Λουκιανού: «Ο Λουκιανός αμφιβάλλει περί όλων· και μη θέλων ν’ απατηθή εις τίποτε, δεν πιστεύει τίποτε και γελά δι’ όλα, ακόμη και διά την αμφιβολίαν. Ο μόνος κανών αληθείας τον οποίον φαίνεται παραδεχόμενος και ακολουθών είναι είδος τι κοινής λογικής, η δε κοινή λογική, όπως την εννοή, είναι, κατά τον Κροαζέ [sic], “ο λογισμός ο παραιτούμενος των ερευνών και των συλλογισμών και όλων των αναγωγικών και επαγωγικών μεθόδων και αρκούμενος μόνον εις τας εκ του πλησίον και αμέσους βλέψεις”».
Για τον Ιω. Κονδυλάκη οι Διάλογοι συνιστούν «τα πρωτοτυπώτερα, τα ατομικώτερα έργα του Λουκιανού. Εκαστος», γράφει, «είναι δραμάτιον εύθυμον και σατιρικόν, το οποίον αποκαλύπτει έν ψεύδος και καταρρίπτει μίαν ματαιοδοξίαν. Τα δραμάτια ταύτα μας παρουσιάζουν οτέ μεν την ματαιότητα της δυνάμεως και του πλούτου, οτέ δε την αμάθειαν και την ανηθικότητα, την οποίαν έκρυπτον υπό σεμνόν σχήμα οι ψευδοφιλόσοφοι». (Από την πλευρά του, ο πανεπιστημιακός Β. Ατσαλος, συμμεριζόμενος τις απόψεις του Jacq. Schwartz (1965), δεν θεωρεί τον Λουκιανό αρνητή με την έννοια του μηδενιστή, ενώ εντοπίζει ανάμεσα στα έργα του και ορισμένα που προβάλλουν θετικά πρότυπα).
Ο διάλογος, γνωστός στην αρχαία Αθήνα ως όχημα της φιλοσοφίας, στα χέρια του Λουκιανού αλάφρυνε το βάρος, όχι όμως και τη βαρύτητά του («περιεγέλα τους θεούς μόνον διότι, όπως οι άνθρωποι, του έδιδον αφορμάς γέλωτος», γράφει ο Ιω. Κονδυλάκης) αντικαθιστώντας το με το παιχνίδι· ο ίδιος είχε συνείδηση της παλαιότητας των υλικών, αλλά και του καινοφανούς της κατασκευής και της επιτυχούς λειτουργίας της, κάτι το οποίο, εξάλλου, διατρανώνει σε διαλόγους όπως οι «Δις κατηγορούμενος ή Δικαστήρια», «Προς εκείνον όστις είπεν “Είσαι Προμηθεύς εις τα έργα σου”».
Το ως άνω, λοιπόν, «ασυνήθιστα μεγάλο σε έκταση και ποικίλο σε περιεχόμενο έργο», δυνάμενο να «σταθεί άφοβα» δίπλα σε εκείνο των αξιολογότερων συγγραφέων της ελληνικής αρχαιότητας (Β. Ατσαλος), εμφανίζεται, εν έτει 2023, σε μία ελλιπέστατη έκδοση («Αμμων»), που αγνόησε οτιδήποτε έχει προκύψει την τελευταία πεντηκονταετία.
Στον εκδοτικό χώρο δύο στοιχεία μετρούν περισσότερο από τα άλλα: η ευφυΐα και το ήθος· αλλά, «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος», όπως λέει και ο Μένιππος στον Χάροντα (στον περίφημο 22ο Νεκρικό Διάλογο). Το γέλιο του Λουκιανού, «ενός ανθρώπου που κοίταζε τον κόσμο με σκεπτικισμό και είχε για επάγγελμά του την κοροϊδία», όπως γράφει ο Albin Lesky («Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας»), δεν συνόδευσε, εντέλει, μόνον την εποχή των Αντωνίνων· συνεχίζει να ακούγεται ηχηρό όποτε οι περιστάσεις το καλούν – και το καλούν πολύ συχνά.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας