Η πραγματοποίηση των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι είναι η αφορμή για να… ξεφυλλίσουμε την Ιστορία και να «ζήσουμε» την περιπέτεια της αναβίωσής τους κατά τον 19ο αιώνα.
Για πολλούς, η διεθνοποίηση των Αγώνων ταυτίζεται με την αναβίωσή τους. Ωστόσο, πριν από τους πρώτους διεθνείς αγώνες του 1896, είχαν προηγηθεί και άλλοι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα, οι οποίοι φαίνεται ότι ενέπνευσαν τον Γάλλο βαρόνο ντε Κουμπερτέν για να τους δώσει διεθνή χαρακτήρα.
Αλλωστε και ο Δημήτρης Βικέλας, ως πρώτος πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, δύο χρόνια πριν από τους πρώτους διεθνείς αγώνες, έγραψε ότι «το ένδοξο όνομα των Ολυμπιακών Αγώνων έχει ήδη αναβιώσει στην Αθήνα».
Πάντως, η αναβίωσή τους δεν είναι εύκολη καθώς τα πρώτα χρόνια από τη σύσταση του ελληνικού κράτους μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, εξαιτίας του κυρίαρχου ακραίου συντηρητισμού, δεν είχε σχέση με τον αθλητισμό. Παρ’ όλα αυτά, υπήρξαν «φωνές» για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων και τρεις πόλεις, ο Πύργος, ο Πειραιάς και η Αθήνα, διεκδικούν τα πρωτεία…
Σημαντικό ρόλο στη διάδοση της ολυμπιακής ιδέας είχαν οι Αλέξανδρος και Παναγιώτης Σούτσος, οι οποίοι, εμπνεόμενοι από τα διαδεδομένα αρχαιολατρικά αισθήματα, προώθησαν με ποιήματα και κείμενα την ιδέα της αναβίωσης των αρχαίων Αγώνων, με αποτέλεσμα να παρακινηθεί να την κάνει πράξη ο Ηπειρώτης ευεργέτης Ευαγγέλης Ζάππας.
Το πρώτο σχετικό ποίημα του Αλέξανδρου Σούτσου δημοσιεύτηκε, το 1833, στην εφημερίδα «Ηλιος» του Ναυπλίου και τέσσερα χρόνια αργότερα ο αδελφός του, Παναγιώτης, ως σύμβουλος του υπουργού Εσωτερικών και μετέπειτα πρωθυπουργού Ιωάννη Κωλέττη, προώθησε πρόταση για τη διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων, που θα διεξάγονταν την ημέρα εορτασμού της Ελληνικής Επανάστασης (25η Μαρτίου).
Η κυβέρνηση συγκρότησε 12μελή επιτροπή για τέλεση δημοσίων αγώνων, που θα περιλάμβαναν αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, αλλά δεν έγιναν ποτέ. Αυτό, όμως, που διατηρήθηκε «ζωντανό» ως ιδέα ήταν η ημερομηνία τέλεσής τους και για αυτό οι πρώτοι διεθνείς Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας άρχισαν στις 25 Μαρτίου 1896 (με το τότε Ιουλιανό ημερολόγιο).
Αντίθετα από την κυβερνητική επιτροπή φαίνεται να προχώρησε περισσότερο ο Δήμος Λετρίνων, που πήρε, το 1838, πρωτοβουλία να ανασυστήσει τους αρχαίους Αγώνες με προοπτική να τελούνται κάθε τέσσερα χρόνια στον Πύργο.
Δεν υπάρχουν πληροφορίες εάν έγιναν τελικά αυτοί οι αγώνες. Ομως, είναι ενδιαφέρον ότι η αναβίωση των Αγώνων, στο πλαίσιο της σύνδεσης του νέου ελληνικού κράτους με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, αρχίζει και βρίσκει ανταπόκριση.
Ωστόσο, συντηρητικές απόψεις κυρίως ελληνοδιδασκάλων, που πρέσβευαν ότι «ήτο ανάρμοστον διά τους νέους να παρουσιάζονται εις τα γυμναστήρια με… ακαλύπτους τας κνήμας και τους βραχίονας» απομάκρυναν τους νέους από τον αθλητισμό.
Τα μόνο αθλήματα που ήταν κοινωνικά αποδεκτά ήταν η ιππασία και η ξιφασκία, καθώς ήταν προαπαιτούμενα μαθήματα για την εισαγωγή στη Σχολή Ευελπίδων αλλά και αγαπημένες ασχολίες των νέων της αριστοκρατίας, που έκαναν έφιπποι βόλτες στο πεδίον του Αρεως ή καλούσαν σε μονομαχία για «ψύλλου πήδημα»…
Σε αυτό το κλίμα το 1856 γίνεται μια νέα προσπάθεια αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων, αυτή τη φορά στον Πειραιά. Τότε, μια επιτροπή, που όρισε το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης, συνέταξε έναν κανονισμό πέντε αγωνισμάτων, που θα διεξάγονταν κάθε χρόνο την 25η Μαρτίου, στην πλατεία Θεμιστοκλέους (σήμερα Τινάνειος Κήπος) με ανοιχτή συμμετοχή σε Ελληνες και ξένους.
Το ντοκουμέντο δημοσιεύθηκε σε έκδοση του Ιδρύματος ΣΟΦΙΑ υπό τον τίτλο «Αγωνίσματα τίθενται πέντε – Οι “άγνωστοι Ολυμπιακοί” του 1856» σε επιμέλεια του δημοσιογράφου και συγγραφέα Τάκη Κατσιμάρδου. Ομως, παραμένει άγνωστο εάν και αυτοί οι αγώνες τελέστηκαν.
Πάντως, το 1856 αποδεικνύεται πολύ σημαντική χρονιά για την υπόθεση των Αγώνων, καθώς ο Ευαγγέλης Ζάππας, με μεγάλη περιουσία στη Ρουμανία, επηρεασμένος από την αρθρογραφία του Παναγιώτη Σούτσου, έστειλε επιστολή στον Οθωνα, δηλώνοντας πρόθυμος να αναλάβει τα έξοδα κατασκευής ενός μεγαλοπρεπούς χώρου εκθέσεων και της διοργάνωσης Αγώνων κάθε τρία χρόνια, ορίζοντας ακριβώς και τα χρηματικά έπαθλα για τους νικητές.
Η επιστολή παραδόθηκε στο ελληνικό προξενείο στο Βουκουρέστι και από εκεί διαβιβάστηκε, στις 6 Ιουνίου 1856, στο υπουργείο Εξωτερικών. Ωστόσο, η πρόταση κρίθηκε ούτε λίγο ούτε πολύ ως… γελοία!
«[…] η πρότασις προήρχετο εκ της καρδίας μάλλον ή εκ του νοός, ότι ήτον ήκιστα πρακτική και ουχί αυτού του γελοίου απέχουσα», έγραψε στα Απομνημονεύματά του (τ. Β΄, σελ. 377- 379), ο τότε υπουργός Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, προσθέτοντας ότι και ο βασιλιάς τον ρώτησε «τι παραδοξολογίαι ήσαν εκείναι της επιστολής […]».
Ωστόσο, για να μην «ψυχράνωμεν τον ζήλον του Ζάππα» αλλά προφανώς και να μη χαθεί η γενναία προσφορά του, που υπολογιζόταν συνολικά σε ένα τεράστιο ποσό, πάνω από 850.000 δραχμές (εφημ. «Ηλιος» φ. 23.7.1856), ανέλαβε ο Ραγκαβής να τον πείσει να αναβιώσουν τα Ολύμπια, αλλά ως έκθεση βιομηχανικών και γεωργικών προϊόντων, με τους Αγώνες να κατατάσσονται στις κυριακάτικες «διασκεδάσεις του λαού».
Καθώς, όμως, ο Ζάππας πίστευε στην ανάγκη αναβίωσης των αρχαίων Αγώνων επέμεινε στην πραγματοποίησή τους, αναγκάζοντας την κυβέρνηση να τους συμπεριλάβει στο πρόγραμμα των Ολυμπίων.
Ετσι, το 1958 (ΦΕΚ 38) συστάθηκαν με Βασιλικό Διάταγμα τα «Ολύμπια» ως μια έκθεση βιομηχανικών, γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, ενώ αργότερα προστέθηκε και η έκθεση καλλιτεχνημάτων (αρχιτεκτονική, ζωγραφική, γλυπτική). Η έκθεση θα γινόταν κάθε χρόνο από την πρώτη μέχρι και την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου και τη δεύτερη και την τρίτη Κυριακή θα πραγματοποιούνταν ιπποδρομιακοί και «δημοτελείς γυμνικοί αγώνες» (αγώνες στίβου με δημόσια δαπάνη), αντίστοιχα. Ακολούθως, εκδόθηκαν δύο κανονισμοί, ένας των Αγώνων αποτελούμενος από 17 άρθρα και ένας τεχνικής φύσεως από 10 άρθρα (εφημ. «Αιών» φ. 16.11.1859), που προέβλεπε μεταξύ άλλων ότι θα γίνονται προκριματικοί και τελικοί αγώνες, τρεις προσπάθειες για τα άλματα, τον δίσκο και το ακόντιο, η έναρξη και το τέλος κάθε αγώνα θα αναγγέλλονται από σάλπιγγα κ.λπ.
Τα πρώτα «Ολύμπια» διεξήχθησαν αντί του χώρου του Αρδηττού, όπου βρισκόταν το αρχαίο στάδιο, στην πλατεία Λουδοβίκου (σημερινή πλατεία Δημαρχείου). Εκεί, έγιναν την Τρίτη 4 Νοεμβρίου 1859, ιπποδρομιακοί αγώνες, με συμμετοχή πέντε ιππέων και αγώνες αμαξάδων.
Την Κυριακή 15 Νοεμβρίου έγιναν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, οι οποίοι συγκέντρωσαν πάνω από 12.000 θεατές, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, αλλά χαρακτηρίστηκαν από κάκιστη προετοιμασία.
Οπως έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής, τους Αγώνες, που ξεκίνησαν στη 1.30 το μεσημέρι και τελείωσαν στις 4.45, παρακολούθησε ο βασιλιάς, υπουργοί και άλλοι επίσημοι, οι οποίοι κάθισαν σε διαμορφωμένες θέσεις. Ομως, όλος κόσμος ήταν όρθιος, στριμωγμένος και, καθώς μπροστά στεκόταν παραταγμένο το ιππικό, δεν μπορούσε κανένας να παρακολουθήσει τα αγωνίσματα, που ήταν τα εξής:
«Στάδιον βουποδών», δρόμος ταχύτητας μήκους ενός σταδίου (192 μέτρα), δίαυλος, διπλούν στάδιον (δρόμος 284μ.), δόλιχος, επταπλούν στάδιον (δρόμος 1354μ.), δίσκος βολή εις ύψος (ψηλοκρεμαστά) και βολή εις μήκος, άλμα εις μήκος και άλμα υπέρ τα εσκαμμένα (πάνω από την τάφρο) και ακόντιο βολή εις μήκος.
Στον ακοντισμό υπήρχε ακόμα το αγώνισμα της ευθυβολίας, στο οποίο οι ακοντιστές προσπαθούσαν να καρφώσουν το ακόντιο ανάμεσα στα κέρατα μιας κεφαλής βοδιού καρφωμένης σε ένα πάσσαλο. Δύο άλλα αγωνίσματα ήταν η αναρρίχηση σε έναν ιστό 10 μέτρων αλειμμένο με σαπούνι και ο «ασκωλιασμός», που ήταν ανάβαση με άλμα σε έναν καλοφουσκωμένο και αλειμμένο με λίπος ασκό.
Τις περισσότερες νίκες κατέκτησε στις ρίψεις ο Κ. Χρήστου ή Χρήστος Κώστα από το Αργος.
Τα Ολύμπια επαναλήφθηκαν το 1870 και οι Αγώνες έγιναν στις 15 Νοεμβρίου στο ανακαινισμένο Παναθηναϊκό Στάδιο, με σχεδόν 25.000 θεατές, με μικροπροβλήματα αλλά πολύ μεγαλύτερη τάξη και ενθουσιασμό και με την προσθήκη αγωνισμάτων, όπως η πάλη, το «άλμα μετά κοντού», το «άλμα τριπλού» και της διελκυστίνδας. Θα ξαναγίνουν το 1875 και το 1889.
Μερικά χρόνια αργότερα, το 1894, ο βαρόνος Ντε Κουμπερτέν, προφανώς επηρεασμένος από την επιτυχία των Ολυμπίων, προτείνει, μιλώντας σε συνέδριο στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι, την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων ως μέρος της παγκόσμιας έκθεσης που θα γινόταν το 1900 στο Παρίσι. Ομως, για να εξασφαλιστεί η επιτυχία τους, πρότεινε η έναρξη να γίνει τέσσερα χρόνια νωρίτερα στην Αθήνα.
Σε εκτενή συζήτηση, που έγινε στη Βουλή (24.11.1894), φαίνεται ότι υπήρξαν πολλές αντιρρήσεις για την… ανάθεση της διεξαγωγής των διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, λόγω του υψηλού κόστους.
Τελικά, τα χρήματα για την αναμαρμάρωση του σταδίου διατέθηκαν από τον Γεώργιο Αβέρωφ, πολλά έξοδα καλύφθηκαν από εράνους και οι Αγώνες στέφθηκαν με μεγάλη επιτυχία, προκαλώντας ενθουσιασμό και προσδοκίες για μόνιμη τέλεσή τους στην Αθήνα, πράγμα που δεν δέχτηκε ο Κουμπερτέν επιδιώκοντας τη διεθνοποίησή τους.
Αντίθετα, με την επιτυχία των πρώτων διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, οι δύο επόμενες διοργανώσεις στο Παρίσι και στο Σεν Λιούις των ΗΠΑ θεωρήθηκαν αποτυχημένες, καθώς είχαν περιορισμένες συμμετοχές και επισκιάστηκαν από τις εκθέσεις που γίνονταν.
Ομως, οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν πάρει τον δρόμο τους….
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας