Τα έργα και οι ημέρες του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού έχουν περάσει στη συλλογική μας συνείδηση με κυρίαρχο χαρακτηριστικό την κοσμοπολίτικη διάστασή τους. Εκείνο που δεν έχει προβληθεί ούτε συζητηθεί αρκετά είναι η ελληνικότητα των Αιγυπτιωτών Ελλήνων η οποία οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην ποιότητα της εκπαίδευσης που παρείχαν τα εκεί ελληνικά σχολεία.
Η καλλιέργεια της ελληνορθόδοξης ταυτότητας αποτελούσε ιερό καθήκον των εκπαιδευτηρίων της Αιγύπτου από την ίδρυσή τους στα μέσα του 19ου αιώνα. Για τα παιδιά που γεννιόνταν στην αποδημία, το πρώτο υπόβαθρο εθνικής-ελληνικής συνείδησης προέκυπτε οργανικά στο σπίτι, έξω από τα τείχη του όμως τα ακούσματα και οι παραστάσεις ήταν κυρίως αραβικά. Χωρίς να παραβλέψουμε τη συμβολή της Εκκλησίας, η υποχρέωση να σφυρηλατηθεί και να διατηρηθεί η ελληνικότητα των παιδιών έπεφτε βασικά στην εκπαίδευση – κι εδώ τα αιγυπτιώτικα σχολεία αρίστευσαν. Η πρόσφατη έκδοση με τίτλο «Αχιλλοπούλειο Κοινοτικό Παρθεναγωγείο Καΐρου: 80 χρόνια ελληνικής εκπαίδευσης στην Αίγυπτο (1884-1964)» με συγγραφέα τη Μαρία Αδαμαντίδου το επιβεβαιώνει.
Το ελληνικό παρθεναγωγείο της αιγυπτιακής πρωτεύουσας ήταν ίδρυμα της Ελληνικής (αρχικά: Ελληνορθόδοξης) Κοινότητας Καΐρου και μετονομάστηκε Αχιλλοπούλειο προς τιμήν του Μάγνητα επιχειρηματία Ευάγγελου Αχιλλόπουλου ο οποίος με μεγάλη δωρεά εξασφάλισε τη λειτουργία του για πολλά χρόνια. Φέροντας το όνομα του ευεργέτη του, ξεκίνησε το 1884 με λίγες τάξεις Δημοτικού, εξελίχθηκε στη δεκαετία του 1930 σε δεκατάξιο Ανώτερο με περισσότερες από 1.000 μαθήτριες και ολοκληρώθηκε το 1946 ως δωδεκατάξιο Δημοτικό και Γυμνάσιο. Στα χρόνια του πολιτικού μετασχηματισμού της Αιγύπτου, παράλληλα με τη διαρροή της παροικίας μειώθηκαν αριθμητικά και οι μαθήτριες: 520 ήταν το 1964, όταν η συγχώνευση των ελληνικών σχολείων του Καΐρου έθεσε τέλος στη λειτουργία του ως εκπαιδευτηρίου θηλέων.
Ακτινοβόλο κύτταρο Ελληνισμού στην καρδιά του Καΐρου, τόπος παράλληλα παροικιακών συνάξεων και φιλανθρωπικών δράσεων, το Αχιλλοπούλειο υπήρξε το καμάρι της καϊρινής παροικίας. Η Μαρία Αδαμαντίδου –πρώην μαθήτρια του σχολείου η ίδια και επί τριακονταετία δημοσιογράφος και ερευνήτρια της αιγυπτιώτικης εμπειρίας– επιχείρησε ύστερα από πολυετή έρευνα μια πολυδιάστατη καταγραφή του εκπαιδευτικού του έργου. Και το πέτυχε: με την αντικειμενική και τεκμηριωμένη αφήγηση της ογδοντάχρονης διαδρομής του, με λεύκωμα 150 φωτογραφιών και πληθώρα πληροφοριών τακτοποιημένων σε πίνακες με στατιστικές και σχολικά προγράμματα.
Οι διευθύντριες του Αχιλλοπουλείου κατέχουν τον πρωταγωνιστικό, δύσκολο ρόλο στην αφήγηση: από τη μια επικεφαλής εκπαιδευτικών, επιμελητριών και μαθητριών και διαχειρίστριες της καθημερινής όσο και της ετήσιας λειτουργίας του σχολείου, και από την άλλη υπάλληλοι της Κοινότητας που λογοδοτούν στη Σχολική Εφορεία και εκπρόσωποι του παρθεναγωγείου στις επαφές με τις αιγυπτιακές εκπαιδευτικές αρχές.
Η αγωνία της Αρσακειάδας Ερασμίας Χρυσομάλλη-Ξενουδάκη που με πολλούς κόπους κατάφερνε «όπως αι μαθήτριαι να αποσκορακίζωσι τα "κονσουμάρω", "πανάθυρο", "ο γάλας", "ο στόμας"», μαζί με τις συνθηματικές προσταγές της αυστηρής Πηνελόπης Χριστάκου, όπως λ.χ. «Πάντοτε εις το καλύτερον», συνδυάζονται με κεφάλαια όπως αυτό της μαθητικής πρόνοιας για τις άπορες μαθήτριες («Τρία μέτρα ύφασμα κι ένα πιάτο ζεστό φαΐ»), τους μονίμως χαμηλά αμειβόμενους εκπαιδευτικούς («Το πορτοφόλι της Κοινότητας και το πορτοφόλι των δασκάλων») και τον παροικιακό συναγερμό για να συγκεντρωθεί το αναγκαίο κεφάλαιο για την ανέγερση του εμβληματικού κτιρίου του Αχιλλοπουλείου στη συνοικία Μπαμπ ελ Λουκ («Ζήτημα τιμής και εθνικού γοήτρου») και φωτίζουν τις λιγότερο γνωστές πτυχές της ιστορίας του παρθεναγωγείου που ακολούθησε κατά πόδας την εξέλιξη, ακμή και παρακμή της ελληνικής παροικίας του Καΐρου.
Η έκδοση υλοποιήθηκε με τη χορηγία της επιχειρηματία Αικατερίνης Μπελλεφάντη-Σοφιανού, έχει δε αποσπάσει θετικότατα σχόλια από έγκριτους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού κόσμου, όπως ο ομότιμος καθηγητής Ιστορίας του Haverford College Αλέξανδρος Κιτροέφ, ο οποίος σημειώνει ότι: «Η Αδαμαντίδου χειρίζεται τις αναπόφευκτες συγκρούσεις ενός σχολείου της διασποράς και του εκπαιδευτικού προσωπικού με τη Σχολική Εφορεία, την Κοινότητα και την Εκκλησία με εξαιρετική ευαισθησία και μας δίνει να καταλάβουμε τις συνθήκες και τι σκέφτονταν όλες οι πλευρές με γνώμονα την καλύτερη εκπαίδευση και μας επιτρέπει να βγάλουμε τα δικά μας συμπεράσματα».
Αναφερόμενος στον διττό ρόλο του σχολείου της διασποράς –ως μηχανισμός που συντηρεί και αναπαράγει την ελληνική ταυτότητα αλλά και ως ένα είδος οικογένειας με την οποία τα παιδιά συνδέονται συναισθηματικά γιατί προσφέρει γνώσεις και υποστήριξη– ο Κιτροέφ τονίζει ότι η συγκεκριμένη εργασία «είναι πρότυπο του πώς πρέπει να γράφεται η ιστορία ενός σχολείου της διασποράς διότι αναφέρεται και συνδυάζει και τις δύο αυτές πλευρές όσο καμία άλλη ανάλογη μελέτη». Σύμφωνος είναι και ο καθηγητής Ελληνικών του Πανεπιστημίου Βουκουρεστίου Tudor Dinu, χαρακτηρίζοντας την εργασία της Αδαμαντίδου «καθοριστική, υποδειγματική μονογραφία [και] απαραίτητο σημείο αναφοράς για όλους όσοι ενδιαφέρονται όχι μόνο για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου, αλλά και για τα ελληνικά γράμματα ευρύτερα».
*Δημοσιογράφος-συγγραφέας
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας