Δεν είναι τυχαίο. Η πιο διάσημη ισπανόφωνη πεντάδα συγγραφέων του 15ου Φεστιβάλ Ιβηροαμερικανικής Λογοτεχνίας ΛΕΑ, το οποίο ολοκληρώθηκε στην Αθήνα και συνεχίζεται στο Φεστιβάλ Βιβλίου στα Χανιά, εκπέμπει σήμα κινδύνου για τις δημοκρατικές κατακτήσεις στις σύγχρονες κοινωνίες της Ευρώπης, της Λατινικής Αμερικής και όλης της οικουμένης.
«Τρώμε ο ένας τον άλλον», σχολιάζει η Αργεντινή Αγκουστίνα Μπαστερρίκα (Agustina Bazterrica) που το μυθιστόρημά της «Εξαίσιο πτώμα» για τις ανθρωποφαγικές κοινωνίες μας, τιμήθηκε στις 13/6 με το σπουδαίο Βραβείο Μετάφρασης του ΛΕΑ. «Δεν συναδελφωνόμαστε, αντιμετωπίζουμε τον άλλο σαν απειλή, δεν έχουμε αλληλεγγύη. Το ίδιο κάνουμε με τη φύση και με τα μη ανθρώπινα ζώα που τα βλέπουμε σχεδόν πάντα σαν προϊόντα προς κατανάλωση, εξαγωγή, ακόρεστη εκμετάλλευση. Eμείς οι ίδιοι που χρειαζόμαστε τον πλανήτη Γη, τον καταστρέφουμε».
Από την πλευρά του, ο διάσημος Κουβανός Λεονάρδο Παδούρα (Leonardo Padura), από τους σπουδαιότερους συγγραφείς αστυνομικής (και όχι μόνο) λογοτεχνίας, είναι καταπέλτης: «Εάν δεν γίνουν σύντομα μεγάλες αλλαγές μπορεί να οδηγηθούμε σε τεράστιες καταστροφές-κοινωνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές, ανθρωπιστικές, πολιτικές...». Και ο Κολομβιανός Σαντιάγο Γκαμπόα (Santiago Gamboa) χτυπά συναγερμό: «Βλέπω ένα σύμπτωμα που με ανησυχεί: Το γεγονός ότι οι πολιτικές ιδεολογίες έχουν χάσει το κύρος τους έχει οδηγήσει στο να αυξηθεί ο θρησκευτικός φανατισμός.
Το αποδεικνύει μεταξύ άλλων και η δύναμη των Ευαγγελικών Εκκλησιών στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική». Ο συμπατριώτης του, προσωπικότητα της μαχητικής πρωτοπορίας του ’60 Αρμάντο Ρομέρο (Armando Romero) είναι απαισιόδοξος: «Θυμίζω τα λόγια του ποιητή Αλβαρο Μούτις: “Οσοι δεν έχουν ακόμα διαβάσει τις τελευταίες ειδήσεις είναι αισιόδοξοι”». Και ο Ισπανός Χουάν Κρουθ (Juan Cruz), με πείρα 46 χρόνων στο επιτελείο της πανίσχυρης εφημερίδας «Ελ Παΐς», δίνει ιστορικό βάθος στο πρόβλημα: «Η σημερινή κατάσταση έχει πολλές ομοιότητες με τη δεκαετία του ’30 στον 20ό αιώνα, όταν οι φασίστες ετοιμάζονταν να καταλάβουν την εξουσία. Είναι κάτι που το βλέπουμε να ξεδιπλώνεται».
Με μοχλό το δίδυμο Πέτρος Μάρκαρης (επίτιμος πρόεδρος) και Αντριάνα Μαρτίνες (διευθύντρια), το (ανεξάρτητο) Φεστιβάλ Λογοτεχνίας ΛΕΑ κατάφερε να γίνει θεσμός στον χώρο των Γραμμάτων. Εκπροσωπεί 16 ισπανόφωνα και πορτογαλόφωνα κράτη και, το κυριότερο: δεν φοβάται να αναδείξει ευαίσθητα και κρίσιμα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Αυτή τη φορά, κοντά στην πεζογραφική dream team με τη μεγαλύτερη απήχηση, το ΛΕΑ ανέδειξε πλήθος δυναμικούς/ές μυθιστοριογράφους, ποιητές/τριες, μεταφραστές/στριες, ηθοποιούς, θεατρικούς συγγραφείς κ.ά. Τι είναι λοιπόν αυτό που προβληματίζει περισσότερο την dream team του ΛΕΑ;
Λεονάρδο Παδούρα (γ. 1955, Κούβα): «Βιώνουμε μια φάση πολύ περίπλοκη της ανθρώπινης ιστορίας. Σήμερα έχουμε καλύτερες από ποτέ υλικές και επιστημονικές συνθήκες, αλλά ταυτόχρονα είμαστε βυθισμένοι σε ιδεολογίες, πολιτικές λύσεις και ανθρώπινες συμπεριφορές που μας φέρνουν πιο κοντά στην Αποκάλυψη από οποτεδήποτε στο παρελθόν. Είναι πλήθος οι παράγοντες που βρίσκονται σε κρίση: από το κλίμα μέχρι την ίδια την αντοχή της δημοκρατίας».
Σαντιάγο Γκαμπόα (γ. 1965, Κολομβία): «Το να ψηφίζει κανείς έχοντας εξαπατηθεί είναι ίδιο με το να ψηφίζει ενώ τον απειλούν με όπλο ή του προσφέρουν χρηματικό αντάλλαγμα. Αυτά είναι τα όρια της δημοκρατίας. Στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική, οι Ευαγγελικές Εκκλησίες έχουν μετατραπεί σε πρόβλημα εθνικής ασφάλειας. Οι πάστορες πουλάνε τις ψήφους των πιστών τους σε οπορτουνιστές πολιτικούς. Αυτό είναι εκλογικό αδίκημα και δεν έχει καμία σχέση με την πίστη, που είναι κάτι απολύτως σεβαστό. Ο τρόπος, με τον οποίο αυτοί οι πάστορες εκμεταλλεύονται την ευθραυστότητα και, σε πολλές περιπτώσεις, την άγνοια των πιστών τους, μου προκαλεί αποστροφή. Το γεγονός ότι άνθρωποι με αυτές τις ιδέες κατέχουν θέσεις εξουσίας στην κοινωνία είναι η ήττα μιας χώρας. Είναι σαν να πυροβολείς τη δημοκρατία. Αυτό έκανε ο Μπολσονάρο στη Βραζιλία, ένας αμαθής και τερατώδης ναζί που εξελέγη από τις Εκκλησίες. Το ίδιο έκανε και ο Τραμπ στην Ουάσινγκτον! Η κοινωνία οφείλει να αντιδράσει».
Αγκουστίνα Μπαστερρίκα (γ. 1974, Αργεντινή): «Με ανησυχεί ότι εδώ και χρόνια γίνονται συνέδρια, συνθήκες, νόμοι και διαπραγματεύσεις προκειμένου να αποφευχθεί η κλιματική καταστροφή, όμως η κλιματική αλλαγή είναι ήδη γεγονός. Ξεχνάμε ότι ο πλανήτης Γη δεν μας χρειάζεται. Το παράδοξο είναι ότι εμείς, που όντως τον χρειαζόμαστε, τον καταστρέφουμε. Εχουμε ανάγκη τα εγγόνια μας να έχουν αέρα και νερό, αλλά εάν δεν υπάρχει η Γη, δεν υπάρχει ανθρωπότητα, δεν υπάρχει λογοτεχνία, δεν υπάρχει τίποτα».
Αρμάντο Ρομέρο (γ. 1944, Κολομβία): «Ο κόσμος ήταν πάντα χάλια και τώρα δεν πάει καλύτερα. Ο ποιητής Μάριο Τρέχο έλεγε, “Θεέ μου, σώσε με από την Αριστερά όταν είναι κακόβουλη και από τη Δεξιά όταν είναι δεξιόστροφη”. Ισως μόνο οι ποιητές μπορούν να δείξουν τον δρόμο που θα σώσει τον κόσμο, εκτός εάν είναι αυτοί που θα τον παρακολουθήσουν να βυθίζεται με ένα κύκνειο άσμα».
Χουάν Κρουθ (γ. 1948, Ισπανία): «Πρόσφατα συζητήθηκε ο θάνατος του Μπερλουσκόνι. Και μόνο το γεγονός ότι ο Μπερλουσκόνι έγινε πολιτικός, μας λέει πάρα πολλά για τη βαθιά κρίση που πλήττει την πολιτική. Αυτό συμβαίνει και στη Γαλλία, όπου ο πρόεδρος δεν έχει πολιτικό υπόβαθρο ούτε την απαραίτητη πείρα σε μια χώρα με μακρά ιστορία. Στην Ισπανία ένα δεξιό και ένα ακροδεξιό κόμμα επηρεάζουν μια κεντρώα κυβέρνηση, υποχρεώνοντάς την να κάνει μια μεγαλύτερη στροφή προς μια δεξιά ατζέντα, σε ζητήματα π.χ. ρατσισμού, μεταναστών κ.ο.κ. Η Ιταλία, με μια σκληρή Δεξιά στην κυβέρνηση, υπονομεύει πλέον σημαντικές κοινωνικές κατακτήσεις που, πολλές, ήταν χαρακτηριστικές της Ευρώπης. Στις ΗΠΑ, ο Τραμπ προσπαθεί πάλι να γίνει πρόεδρος σ’ αυτή την ισχυρή χώρα, η οποία έχει παγιδευτεί πολύ άσχημα. Στην Κεντρική Αμερική η κρίση είναι τρομερή, οι άνθρωποι εξορίζονται, φυλακίζονται, χάνουν τις περιουσίες τους. Και τώρα έχουμε επιπλέον τον πόλεμο μιας μεγάλης χώρας ενάντια σε ένα μικρό έθνος -τη Ρωσία ενάντια στην Ουκρανία -και κινητικότητα στην Κίνα, στα αραβικά κράτη κ.α. Οπουδήποτε και να κοιτάξουμε έχουμε λόγους να μας θλίβει η εικόνα της ανθρωπότητας. Το μόνο καλό πράγμα στη ζωή είναι το χαμόγελο των παιδιών. Αλλά πλέον ακόμη και αυτά κινδυνεύουν».
Αφυπνίζουν συνειδήσεις, ανοίγουν νέους ορίζοντες
Ενας στίχος ή ένα μυθιστόρημα δεν θα ανατρέψουν ένα ανελεύθερο καθεστώς. Αλλά μπορούν να αφυπνίσουν συνειδήσεις, να φωτίσουν αθέατες πλευρές μιας κρίσιμης πραγματικότητας, να ευαισθητοποιήσουν ένα ευρύτερο κοινό απέναντι στο άδικο, να αποκαταστήσουν μια αλήθεια, να ανοίξουν ορίζοντες ή να παρηγορήσουν, να προβάλουν αντίσταση, να προκαλέσουν αναστοχασμό. Ενα είναι βέβαιο: οι συγγραφείς με τους οποίους μιλήσαμε είναι ταγμένοι στη λογοτεχνία και δεν γράφουν για τα λεφτά. Γιατί γράφουν λοιπόν;
«Με τη λογοτεχνία μπορώ να κάνω μια λοξή ανάλυση της πραγματικότητας», απαντά ο Λεονάρδο Παδούρα «και κάπως να συμπυκνώνω ένα χρονικό της ζωής στην Κούβα και της γενιάς μου. Γράφοντας μυθιστορήματα εμβαθύνω στην ανθρώπινη κατάσταση που είναι οικουμενική, βλέπω τις αποχρώσεις των συγκρούσεων στη χώρα μου και τις προβάλλω με έναν πολυεπίπεδο τρόπο, που δεν μου τον προσφέρει κανένα άλλο αφηγηματικό είδος».
Για τον Σαντιάγο Γκαμπόα, «όποιος δεν πασχίζει να εξερευνήσει τις πιο σκοτεινές και βαθιές πλευρές της ανθρώπινης κατάστασης είναι απλώς ένας “δημιουργός περιεχομένου”, όχι ένας αληθινός συγγραφέας». Ωστόσο το γιατί ακριβώς ο ίδιος γράφει μυθιστορήματα, παραμένει ένα αίνιγμα της ζωής του. «Μερικές φορές νομίζω ότι είναι ήδη γραμμένα κάπου και ότι η δουλειά μου είναι να τα φέρνω στο προσκήνιο. Ξέρω ότι χρειάζομαι χαρακτήρες που να μου μιλήσουν για τη ζωή τους όπως θα το έκαναν σε έναν φίλο ή εξομολογητή ή όπως θα μιλούσε ένας καταδικασμένος σε θάνατο τη νύχτα πριν από την εκτέλεσή του. Το να γράφεις είναι ένας τρόπος να περιμένεις τον θάνατο, αλλά και να τον κοιτάζεις στα μάτια όσο περιμένεις. Γι’ αυτό δεν μ’ αρέσει μια απλή λογοτεχνία ψυχαγωγίας. Διηγείται κανείς μια ιστορία για να σωθεί, για να λυτρωθεί ή ως μια μορφή αντίστασης».
Με αυτό το πνεύμα, ο Γκαμπόα κάθε πρωί, επαναλαμβάνει μια δική του προσευχή: «...Υπόσχομαι πως θα είμαι ειλικρινής στην αλήθεια και στο ψέμα και υπόσχομαι να αντικρούω τον εαυτό μου./ Υπόσχομαι να μη γίνω ποτέ ένας συγγραφέας που δεν θα γράφει[...]».
«Η αγάπη για τις λέξεις» είναι αυτό που κινητοποιεί τον Αρμάντο Ρομέρο για να γράφει μυθιστορήματα, διηγήματα και ποίηση. «Από τότε που ήμουν μικρός οι λέξεις ήταν κομμάτι αναπόσπαστο από τα όνειρά μου και τις φαντασιώσεις μου. Ισως να είναι η υλική φύση της έγγραφης αποτύπωσής τους και ο ήχος τους που με καθοδηγούν να κτίζω μ’ αυτές περιβάλλοντα που είναι γεμάτα με ιστορίες, με σύνθετες καταστάσεις και με μεταφορές που παραπέμπουν στην πραγματική ζωή. Από εκεί προκύπτουν οι διαφορετικές οπτικές γωνίες για μια πραγματικότητα που το αναγνωστικό κοινό καθόλου δεν την υποψιάζεται, όσο και να την αναζητά».
Οπως ο Παδούρα και ο Γκαμπόα, έτσι και ο Χουάν Κρουθ ξεκίνησε τη διαδρομή του στα γράμματα ως δημοσιογράφος. «Εχω μακρά θητεία στα ζητήματα του πολιτισμού και στα έντυπα ένθετα για το βιβλίο, με ρεπορτάζ, συνεντεύξεις, χρονογραφήματα, άρθρα γνώμης. Ωστόσο επιμένω να ασχολούμαι και με τη μυθοπλασία επειδή μου επιτρέπει, όπως έλεγε ο Μπόρχες, να γίνομαι ένας “άλλος” ή και πολλά άλλα πρόσωπα ταυτόχρονα. Το να γράφεις λογοτεχνία είναι ένας τρόπος να κρατιέσαι ζωντανός. Γράφω όταν είμαι χαρούμενος ή πονεμένος, αλλά ποτέ όταν είμαι θυμωμένος, επειδή τότε δεν έχω την απαραίτητη διαύγεια. Ούτε δημοσιογραφικά άρθρα γράφω, όταν έχω μέσα μου θυμό. Προσεγγίζω τη δημοσιογραφία σαν να πρόκειται για τη δουλειά ενός γιατρού που προσπαθεί να γιατρέψει ακόμη και τον εχθρό του».
Αρρωσταίνει εάν δεν γράφει, δηλώνει από την πλευρά της η Αγκουστίνα Μπαστερρίκα «Γράφω γιατί αυτό είναι η κινητήρια δύναμή μου, το καύσιμό μου. Κι αν το διάβασμα ισοδυναμεί για μένα με την εισπνοή, τότε το γράψιμο είναι η εκπνοή. Σε όσα γράφω διαχέω τους φόβους μου, τις ανασφάλειές μου, τις εμμονές μου, τους στοχασμούς μου και τα διαβάσματά μου -με δυο λόγια, το πώς βλέπω τα πράγματα. Με ενδιαφέρει να προκαλώ το ίδιο αίσθημα που γεννά σε μένα η λογοτεχνία που θαυμάζω. Είναι η λογοτεχνία που δεν θέλει να με διδάξει αλλά μου δίνει ευκαιρίες για συζήτηση, με κινητοποιεί, μου προκαλεί αισθητική τέρψη, με προβληματίζει και δεν μου αφηγείται απλώς μια ωραία ιστορία».
* Ευχαριστούμε τον Κώστα Αθανασίου και την Χριστίνα Θεοδωροπούλου, με βραβεία από το ΛΕΑ, για τις μεταφράσεις των απαντήσεων των συγγραφέων
Επίκαιρα μυθιστορήματα
Ποια είναι λοιπόν τα καινούργια μυθιστορήματα που ξεπηδούν από ετούτη την ανήσυχη συγγραφική πεντάδα της ιβηρο-αμερικανικής λογοτεχνίας; Τι θέλησαν πάνω απ’ όλα και πίσω απ’ όλα να σχολιάσουν με τη γλώσσα της λογοτεχνίας ο Κουβανός Παδούρα, οι Κολομβιανοί Ρομέρο και Γκαμπόα ή η νεότερη όλων, η Αργεντίνα Μπαστερρίκα; Αλλά και ο παλαίμαχος Ισπανός δημοσιογράφος και πεζογράφος Χουάν Κρουθ με το πλέον πρόσφατο μυθιστόρημά του, το «1.200 βήματα» που τώρα συζητιέται να εκδοθεί στα ελληνικά. Ενα έργο που έμμεσα παραπέμπει και στην ανοιχτή πληγή των σημερινών κοινωνιών που αφήνουν έναν τεράστιο πληθυσμό ανήλικων παιδιών να ζουν σε απόλυτη επισφάλεια, εξαθλίωση, εκμετάλλευση. «Το μυθιστόρημά μου σχολιάζει τις συνέπειες που είχε στα παιδιά της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς στην Ισπανία το πέρασμα της εξουσίας από τους δημοκράτες στους φασίστες» είπε ο Χουάν Κρουθ. Εγώ ανήκω σε αυτή τη γενιά, και βρίσκω πολλά κοινά σημεία με τη νεολαία που βίωσε το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ελλάδα. Το “1.200 βήματα” έχει στοιχεία μαρτυρίας. Για εμάς που ήμασταν στην εφηβεία, η ζωή ήταν κόλαση: αναλφαβητισμός, άθλια εκπαίδευση, κακή καθημερινότητα. Ημουν ο μόνος που κατάφερα να πάω στο Πανεπιστήμιο. Επειδή ήμουν ασθματικός... Η μόνη θετική εικόνα που κρατάω είναι η μητέρα μου με ένα βιβλίο στην πίσω αυλή του σπιτιού μας. Εκείνη με έμαθε να διαβάζω. Είχε πάει σχολείο το ’30, στα χρόνια της δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας».
■ «Πασχίσαμε να φτάσουμε στο καλύτερο και καταλήξαμε στο χειρότερο»
Οι «Εντιμοι άνθρωποι» (μτφρ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Καστανιώτη), επισημαίνει ο Κουβανός Λεονάρδο Παδούρα, «είναι μια καινούργια και διαφορετική ματιά σε κάποιες κρίσιμες πτυχές της κουβανικής πραγματικότητας. Οπως η καταστολή εναντίον των διανοουμένων, που υπήρξε τόσο σκληρή τη δεκαετία του 1970 και που την προσεγγίζω εδώ από την οπτική γωνία ενός από τους διώκτες τους. Ενός χαρακτήρα που αποτελεί σύνθεση πραγματικών προσώπων από εκείνα που υλοποιούσαν αυτή την πολιτιστική πολιτική των εξοστρακισμών προκειμένου να “σφυρηλατήσουν ανώτερες συνειδήσεις”. Ταυτόχρονα αυτό το μυθιστόρημα [σ.σ. το δέκατο δικό του στα ελληνικά], είναι και ένας ευρύτερος στοχασμός για τη δραματική εθνική μοίρα της Κούβας: να πασχίζουμε να φτάσουμε σε κάτι καλύτερο και να μένουμε στη μέση του δρόμου. Για να καταλήξουμε τελικά σε μια κατάσταση έως και χειρότερη από εκείνη στην οποία βρισκόμασταν προτού ονειρευτούμε να ξεπεράσουμε τις ματαιώσεις μας».
■ «Η βία στην Κολομβία εξελίσσεται σαν ύπουλος εμφύλιος πόλεμος»
Το «Μία μέρα στους σταυρούς» (μτφρ. Αγαθή Δημητρούκα, εκδ. Τόπος), εξηγεί ο Κολομβιανός Αρμάντο Ρομέρο, «είναι η ιστορία αυτού που συνέβη σε ένα πρόσωπο στη διάρκεια τριών διαφορετικών χρονικών περιόδων στην κοινωνική πραγματικότητα της Κολομβίας. Με έναν μεταφορικό τρόπο, αυτές οι τρεις στιγμές στις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70 στο Κάλι, αποτυπώνουν τη βία στην Κολομβία που εξελίσσεται σαν ένας ύπουλος και ενδημικός εμφύλιος πόλεμος ο οποίος αγγίζει το σήμερα. Αυτό το μυθιστόρημα [σ.σ. το δεύτερο στα ελληνικά] κινείται ανάμεσα στη μυθοπλασία, στην ιστορία και στην ποίηση, και το έγραψα ολόκληρο στην Αθήνα και στην Ικαρία». Από την πλευρά του, ο ποιητής Αλβαρο Μούτις, επισημαίνει στην Εισαγωγή ότι μέσα από τη γενιά που πρωταγωνιστεί (σ.σ. μεταξύ τους και αλλοτινοί πρωτοπόροι «Ναδαϊστές», όπως ο Ρομέρο) αποτυπώνεται «η μαρτυρία μιας αποτυχίας, αλλά και η κραυγή, επίσης, μιας ελπίδας που δεν σβήνει».
■ «Δεν πιστεύω στον θρίαμβο του νόμου, αλλά της αλήθειας»
Ο επίσης Κολομβιανός Σαντιάγο Γκαμπόα, με αυτό το τρίτο του μυθιστόρημα στα ελληνικά, εισάγει το αναγνωστικό κοινό στο ζοφερό πολιτικό παρόν της πατρίδας του: «Θα χαρακτήριζα το “Η νύχτα θα είναι μεγάλη” (μτφρ. Δήμητρα Σταυρίδου, εκδ. Διόπτρα) ως μυθιστόρημα “εγκληματολογικής δημοσιογραφίας” που διερευνά το ζοφερό σύμπαν των Eυαγγελικών Εκκλησιών στη Λατινική Αμερική. Στην Κολομβία, πολλές από αυτές τις “Πεντηκοστιανές” Εκκλησίες έχουν συμμαχήσει με τη μαφία, και ασχολούνται με το ξέπλυμα δολαρίων. Οι πάστορές τους έχουν μετατραπεί σε πολιτικούς τοπάρχες και θέτουν σε κίνδυνο τη δημοκρατία. Κάποιοι από αυτούς συμπεριφέρονται σαν γκουρού ή σαν αφεντικά του ναρκω-εμπόριου, με αυτοκίνητα πολυτελείας, οπλισμένους σωματοφύλακες και κορίτσια συνοδείας. Στα συμφραζόμενα της χώρας μου, εάν ο κεντρικός χαρακτήρας στο βιβλίο ήταν αστυνομικός, στο τέλος, όταν γίνεται γνωστή η αλήθεια, ο νόμος θα έπρεπε να θριαμβεύσει. Αλλά τότε θα έπασχε η αληθοφάνεια. Ξεκαθαρίζω λοιπόν ότι δεν πιστεύω στον θρίαμβο του νόμου, αλλά της αλήθειας. Γι’ αυτό, αντί για έναν αστυνομικό, διάλεξα μια δημοσιογράφο-ερευνήτρια: μια ντετέκτιβ χωρίς πιστόλι, που εκπροσωπεί την κοινωνία των πολιτών και ερευνά εν ονόματί της. Βάζει τον εαυτό της σε κίνδυνο, κατεβαίνει σε όλα τα περιβάλλοντα, έχει πληροφοριοδότες, τη στηρίζει ένας εισαγγελέας ιθαγενικής καταγωγής. Εδώ και πάνω από 25 χρόνια, έχω ασκήσει διάφορες μορφές δημοσιογραφίας και γνωρίζω καλά αυτόν τον κόσμο. Η φιγούρα του δημοσιογράφου μού φαίνεται πάντα ρομαντική και μοναχική. Ενα είδος Δον Κιχώτη που παλεύει με ανεμόμυλους».
■ «Είτε αδιαφορούν για τον κοινωνικό κανιβαλισμό είτε επωφελούνται»
«Σ’ αυτό το μυθιστόρημα [σ.σ. που τοποθετείται φαινομενικά στο αύριο] με απασχολεί ο συμβολικός κανιβαλισμός», επισημαίνει σχετικά με το «Εξαίσιο πτώμα» (μτφρ. Χριστίνα Θεοδωροπούλου, εκδ. Πατάκης) η πρωτοεμφανιζόμενη στα ελληνικά Αγκουστίνα Μπαστερρίκα. «Τα πεδία στα οποία φαγωνόμαστε μεταξύ μας είναι πολλαπλά και έχουν διαβαθμίσεις: σωματεμπορία, πόλεμος, επισφαλής εργασία, σύγχρονη δουλεία, φτώχεια, έμφυλη βία, είναι παραδείγματα που ενέχουν μεγάλο βαθμό βίας· όταν μετατρέπεις τον άλλον σε αντικείμενο, όταν του στερείς την προσωπικότητά του, τον εκτοπίζεις από τη θέση του ως ισότιμο άνθρωπο οπότε μπορείς να τον σκοτώσεις, να τον βλάψεις, να τον αντιμετωπίσεις με διακρίσεις και στερεότυπα. Δεν κατανοούμε ότι ο άλλος έχει τόσες πολυπλοκότητες όσες και εμείς, ότι επηρεάζεται από μια πραγματικότητα, έναν περίγυρο, από ευκαιρίες ή την έλλειψή τους. Οταν π.χ. επιτρέπεις σε ένα δωδεκάχρονο κορίτσι να κυκλοφορεί μόνο του στον αυτοκινητόδρομο για να εκπορνευτεί επειδή δεν έχει να φάει (τέτοια συμβαίνουν στους αυτοκινητόδρομους της Αργεντινής), αυτό δείχνει ότι υπάρχει ένα μέρος της κοινωνίας που αδιαφορεί. Ενα μέρος, που δεν ενδιαφέρεται πραγματικά γι’ αυτή την κατάσταση, και ένα άλλο μεγάλο μέρος, που την επικυρώνει επειδή επωφελείται απ’ αυτήν, και στη μέση βρίσκεται αυτό το κοριτσάκι που καταναλώνεται από όλους».
Και η Χριστίνα Θεοδωροπούλου, που τιμήθηκε με το φετινό Βραβείο Μετάφρασης του Φεστιβάλ ΛΕΑ για την απαιτητική δουλειά της στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, συμπληρώνει: «Το όποιο σοκ από την ανάγνωση του “Εξαίσιου Πτώματος” ουσιαστικά δεν προέρχεται από την ταραχή που προξενεί το γκρέμισμα του ταμπού της ανθρωποφαγίας -στην οποία καταφεύγουν οι άνθρωποι για να ξεφύγουν από την επισιτιστική κρίση, που προκλήθηκε (σύμφωνα με την πλοκή) από την αναγκαστική σφαγή όλων των ζώων λόγω μόλυνσής τους από θανατηφόρο ιό. Αντιθέτως, το σοκ γεννιέται από τη συναίσθηση που αναδύεται και καταλαμβάνει τον αναγνώστη, ότι αυτό το μέλλον φαντάζει ιδιαίτερα οικείο, ότι αυτό το μέλλον είναι ήδη παρόν».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας