Γνωριστήκαμε με τον Χρήστο Αγγελάκο στα τέλη της δεκαετίας του 2000. Αρχιζε να βαραίνει ο ορίζοντας. Μιλήσαμε περισσότερο με αφορμή μια συνέντευξη στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Είχε αρχίζει να βαραίνει πολύ και ο δικός του ορίζοντας, λόγω της ασθένειας. Τη συνέντευξη την κάναμε στο δωμάτιο του νοσοκομείου.
Διαβάζοντας το βιβλίο του Χρήστου «Ημερολόγια Μυτιλήνης», ο αναγνώστης αναρωτιέται: πόσα χρόνια έχουν περάσει από το ‘15; Και, ακόμα, ποιος Χρήστος ήταν αυτός; Ο εθελοντής, ο δημοσιογράφος, ο καταγραφέας της πραγματικότητας, ο ενδιάμεσος (όπως λέει και η Τίνα Μανδηλαρά στην εισαγωγή); Ο ίδιος δηλώνει εθελοντής, που, όση ενέργεια του μένει, την κάνει μεταφορά εμπειριών και πληροφοριών.
Τι είναι αυτό το μικρό βιβλίο; Είναι θραύσματα μιας πραγματικότητας, είναι οι ιστορίες που τον προέτρεψε ο αδελφός του, Κυριάκος, να μαζεύει όσο ήταν στη Λέσβο, αλλά και εικόνες. Νομίζω πως ένας τρόπος να διαβάσει κανείς το βιβλίο είναι να το δει σαν άλμπουμ από φωτογραφίες στιγμής. Είναι και ένας καθρέφτης στον οποίο βλέπουμε τον χρόνο που άλλαξε το πρόσωπό μας από το 2015.
Πόσα χρόνια, λοιπόν, από το ‘15; Ας διατυπώσω το ερώτημα αλλιώς. Μπορούμε να φανταστούμε σήμερα τι θα ήταν διαφορετικό σε ένα Προσφυγικό του ‘15;
Πολιτικά, σίγουρα άλλαξαν πολλά. Κι είναι το βλέμμα του Χρήστου ένας τρόπος να μετρήσει κανείς κι αυτόν τον χρόνο. Διαβάζονται τα κείμενα σαν ένα λοξό πικρό πολιτικό σχόλιο, άθελά του.
Μια ακόμα σκέψη για το ‘15. Τα κείμενα του Χρήστου είναι μια απάντηση στο γνωστό «αν θέλετε πρόσφυγες, να τους πάρετε σπίτι σας». Η απάντηση είναι η απεικόνιση της αλληλεγγύης, πριν ο όρος «αλληλέγγυος» γίνει τεκμήριο ενοχής. Στα κείμενα βλέπει κανείς τους ανθρώπους που έπαιρναν πρόσφυγες σπίτι τους. Ο Χρήστος φροντίζει συνειδητά να απέχει από μια μανιχαϊστική πρόσληψη των πραγμάτων με καλούς και κακούς, με ρατσιστές και αντιρατσιστές. Δείχνει ότι τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, το καλό και το κακό συνυπάρχουν. Εντούτοις το φόντο είναι αυτή η αντίθεση, η θέση που διάλεξε κανείς τότε απέναντι στη δυστυχία που ερχόταν κατά κύματα.
Απέχει η ματιά του συγγραφέα από μια απλοϊκή «αγαπησιάρικη» προσέγγιση, έναν εξωραϊσμό των μεταναστών. Δείχνει το πολλαπλό είδωλο του ξένου σε ανάγκη. Μιλάει για τη σκληρότητα της επιβίωσης, για τα χέρια που κουνάνε τα πλαστικά ποτήρια με ανυπομονησία, για άντρες που τσαλαπατάνε γυναίκες και περνάνε πάνω από παιδιά για να μπουν στο πούλμαν, κουρασμένοι, εριστικοί. «Οι χώρες μας μας έχουν εξαντλήσει, μας έχουν κάνει ζώα», όπως λέει ο 70χρονος Αραβας.
Και η διαπίστωση του συγγραφέα «η Μυτιλήνη είναι μόνη της», που την επαναλαμβάνει σε λούπα, δίνει τον τόνο των ημερών εκείνων. Δεν κρύβει και τον θυμό του ο συγγραφέας στα κείμενα, είναι θυμικά, φορτισμένα, αγκομαχάνε από την πίεση των δυστυχισμένων ανθρώπων, οργίζονται οι λέξεις με το «φασισταριό, τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας», με την κυβέρνηση, με τη Δεξιά της Λέσβου, με τις απρόσωπες οργανώσεις.
Στα κείμενα υπάρχουν αριθμοί. Πόσοι έρχονται, πόσοι ήρθαν. Πόσοι περιμένουν να έρθουν. Χρειάζεται ξεχωριστή μνεία στους αριθμούς. Οσοι έζησαν την ιστορία του Προσφυγικού, ξέρουν τη μυθική δύναμη των αριθμών, έρχονται 4.000 τη μέρα, 12.000 το διήμερο, περιμένουν απέναντι 2 εκατομμύρια, περνάνε 250.000, φτιάχνει ο καιρός, περνάνε, χαλάει, μειώνονται οι ροές, αυξάνονται οι πνιγμοί, εκατοντάδες, χιλιάδες, πού θα τους βάλουμε, τόσοι μπήκαν τόσοι έφυγαν. Δεν νοείται Προσφυγικό χωρίς αριθμούς, από τη Μικρασία ώς σήμερα.
Πόσα χρόνια από το ‘15; Σταθερά διολισθήσαμε σε μια «κανονικότητα της ανομίας» με πλήρη κοινωνική συναίνεση. Σήμερα, δεν θέλουμε να ξέρουμε. Βοούν τα διεθνή μίντια για τους θανάτους από τα pushbacks, Μυστικοί χώροι κράτησης, απαγωγές, κακομεταχείριση και βασανιστήρια, κλειστά στρατόπεδα, μασκοφόροι και μιλίτσιες, pushbacks στη θάλασσα σα να είμαστε Δημοκρατία του Καυκάσου. Αποκτούμε το πρόσωπο του θηρίου που απεχθανόμαστε να βλέπουμε σε άλλους. Το πρόσωπο για το οποίο κάποτε ρωτάνε τα παιδιά τους γονείς «κι εσύ τι έκανες όταν γίνονταν αυτά;».
Διαβάζοντας σήμερα τις λέξεις του Χρήστου από το ‘15, ο αναγνώστης παρακολουθεί την αρχή της μετακίνησης, τη συλλογική αλληλεγγύη, τη διπλή διαχείριση του Προσφυγικού, ανθρωπιστική και αστυνομική. Το 2015, αναφερόμασταν στους Σύρους ως πρόσφυγες, όχι (λαθρο)μετανάστες. Νίκη πολιτική και κοινωνική, την οποία εν μέρει πιστώνεται η τότε πολιτική ηγεσία, παρά τα πολλά κραυγαλέα λάθη και τις ανακολουθίες. Σταδιακά, με τις ίδιες λέξεις η συζήτηση εξέπεσε στη μονοθεματικότητα της φύλαξης συνόρων. Το Προσφυγικό, πλέον, για όλους αντιμετωπίζεται με τους όρους των χωρών του Βίζενγκραντ. Αυτή είναι μια μεγάλη ήττα όλης της Ευρώπης. Κι όταν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι χαρακτηρίζουν την Ελλάδα «ασπίδα της Ευρώπης», θα πρέπει να νιώθουμε ντροπή που η χώρα μας ανέλαβε ρόλο σεκιουριτά, με κόστος σε ανθρώπινες ζωές.
Ας κλείσει αυτό το κείμενο με δυο τρεις ακόμα γενικότερες σκέψεις. Η μία για τον μεταρατσισμό, που μας βοηθά να είμαστε ακριβείς με τις αλλαγές του ρατσισμού μέσα στον χρόνο, αλλά κυρίως καταδεικνύει τις ενδιάμεσες αποχρώσεις, τα «μέσα γκρίζα», όσα δεν αποτελούν συγκροτημένο ρατσισμό, αλλά αμφιθυμίες και μετακινήσεις μεταξύ ξενοφοβίας και ρατσιστικού λόγου. Το «δεν είμαι ρατσιστής, αλλά…» συμπυκνώνει την άρνηση και ταυτόχρονα την κατάφαση του ρατσισμού. Την επίγνωση της ντροπής για αυτό που θα ξεστομίσω στην αμέσως επόμενη φράση μου αλλά μαζί και την αποστασιοποίηση από τον παραδοσιακό φυλετικό ρατσισμό και την πλήρη αποδοχή του ρατσισμού της πολιτισμικής διαφοράς. Από τον ρατσισμό χωρίς ράτσα στον ρατσισμό χωρίς ρατσισμό.
Η δεύτερη σκέψη, για την αλληλεγγύη. Αυτή η τόσο ανυπόκριτη έννοια και η απροϋπόθετη προσφορά έγινε το 2015 επίσης μια σύνθετη έννοια. Γιατί δίπλα στον πατριωτισμό της αλληλεγγύης, την «εθνική περηφάνια» για τους Ελληνες που άνοιξαν την αγκαλιά στους πρόσφυγες και άξιζαν Νόμπελ, φύτρωναν τα σπέρματα του μεταρατσισμού. Καταλυτικός όρος η «“ΜΚΟποίηση” της αλληλεγγύης», με όσα συνεπάγεται σε επίπεδο γραφειοκρατικοποίησης και αποξένωσης των μεγάλων οργανώσεων από την τοπική κοινωνία. Εκεί έκανε την εμφάνισή της και η διττή οικονομική εκμετάλλευση των προσφύγων, ως νέας πελατείας για τους ντόπιους μαγαζάτορες και ως πρώτη ύλη για τη διεθνή αγορά των οργανώσεων. Κρίσιμο μέγεθος η επαγγελματοποίηση της αλληλεγγύης αφενός, η οικονομία των συνόρων αφετέρου. Ετσι μπορεί να γίνει κατανοητό αυτό το τεράστιο πλέγμα οικονομικών συμφερόντων που μπορεί να χωρέσει η αγορά γύρω από το Προσφυγικό: από τα 5 ευρώ για φόρτιση κινητού μέχρι τη βιομηχανία της φύλαξης συνόρων και της ανθρωπιστικής βοήθειας.
Η τρίτη σκέψη ας είναι για τους ίδιους τους πρόσφυγες. Είναι μεγάλη παγίδα να αντιμετωπίζονται οι αιτούντες άσυλο ως ανήμπορα, χρήζοντα βοήθειας, πρόσωπα χωρίς βούληση. Είναι πρόσωπα με βούληση, με διαδρομή, με ανάγκες και διεκδικήσεις. Απέναντι στις κυρίαρχες απεικονίσεις τους ως θυμάτων ή επικίνδυνων εγκληματικών στοιχείων, ο Χρήστος είχε την οξυδέρκεια και την ευαισθησία να δει την αυτονομία των αιτούντων άσυλο, την εμπρόθετη δράση τους. Και μπορούσε έτσι να δει και τη ματιά τους, των παιδιών και των μεγάλων.
Αυτό καλό είναι να το κρατάμε σαν μάθημα. Την ανοιχτή ματιά απέναντι στους αγώνες των αιτούντων άσυλο, τους ορατούς με δημόσιο χαρακτήρα και τους αόρατους, προσωπικούς ή προϊόντα συλλογικής επινοητικότητας, για να βρεθούν ανάσες στα κενά και τις ρηγματώσεις της πολιτικής ασύλου. Ο κυρίαρχος λόγος ποινικοποιούσε, τότε, κάθε προσπάθεια των αιτούντων άσυλο να αποδράσουν από τον γεωγραφικό περιορισμό. Η χρήση πλαστών εγγράφων αντιμετωπιζόταν ως βαρύ ποινικό αδίκημα και όχι ως όρος επιβίωσης. Συγγενής ήταν και ο ηθικός πανικός για την μικροπαραβατικότητα γύρω από τους καταυλισμούς, ο οποίος κορυφώθηκε με fake news για τις συνήθειες των προσφύγων, οι οποίοι παρουσιάζονταν περίπου σαν πρωτόγονοι και άγριοι.
Πόσα χρόνια, λοιπόν, από το ‘15; Ισως εκείνες ήταν οι τελευταίες αναλαμπές πριν από την άνοδο της κοινωνικής Ακροδεξιάς και την αντιστοίχισή της με την επίσημη πολιτική στο Προσφυγικό.
Βαθιά αγάπη για τον πάσχοντα άνθρωπο ξεχειλίζει το ολιγοσέλιδο αυτό απόσταγμα της βιωμένης εμπειρίας στη Μυτιλήνη. Μια αγάπη απροϋπόθετη αλλά σκεπτόμενη. Γι’ αυτό ακόμα πιο σημαντική. Αν κάτι έκανε ο Χρήστος με τα κείμενα αυτά, είναι να ρίξει ένα μήνυμα σε μια μποτίλια στο Αιγαίο. Αυτό το μήνυμα διαβάζουμε σήμερα.
*Εκπαιδευτικός, ιστορικός