«Προσωπικά, δεν πιστεύω στον σουρεαλισμό σαν σχολή. Ομως µου ταιριάζει. Εκείνο που προσπάθησα να κάνω, είναι να τον ανανεώσω µε ελληνικά στοιχεία, να προσθέσω σε αυτόν την ελληνική μεταφυσική, να τον ανεβάσω πιο πάνω από τον απλό μορφασμό, όπου τον έχουν σταματήσει οι Φράγκοι. Νοµίζω πως σουρεαλισμός σήμερα σημαίνει καθετί που βλέπει κανείς µε πάθος. Δεν αποκλείω ότι έχει ορισμένες ασυναρτησίες.
Αλλά μήπως η ζωή δεν είναι ασυνάρτητη;» έγραφε ο Νίκος Εγγονόπουλος (Αντώνης Μουστακίδης, «Με τον ζωγράφο Νίκο Εγγονόπουλο», εφημ. «Φως του Καΐρου», 1954), κορυφαίος εκπρόσωπος της γενιάς του ’30, που ασφυκτιούσε στα καλούπια, πνεύμα ανήσυχο, επίμονο, και πρωτοποριακό, με έργα-ορόσημα.
Αρκεί να θυμηθούμε την πρώτη του ποιητική συλλογή «Μην ομιλείται εις τον οδηγόν» (1938) που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και πήρε τις διαστάσεις φιλολογικού σκανδάλου, με μόνο τον φίλο του, επίσης υπερρεαλιστή Ανδρέα Εμπειρίκο να τον υπερασπίζεται.
Αλλά και το περίφημο «Μπολιβάρ», ο «Υμνος εις την Ελευθερίαν» της Κατοχής όπως χαρακτηρίστηκε, που γράφτηκε τον χειμώνα του 1942 (όταν ο Εγγονόπουλος είχε επιστρέψει από το Αλβανικό Μέτωπο) και κυκλοφόρησε αρχικά σε χειρόγραφα, τα οποία διαβάζονταν σε συγκεντρώσεις αντιστασιακού χαρακτήρα, με τον απελευθερωτή της Νότιας Αμερικής να αναδεικνύεται σε διαχρονικό πρότυπο επαναστάτη.
«Είμαι πρώτα ζωγράφος και μετά ποιητής», τόνιζε ο «ωραίος σαν Ελληνας» Νίκος Εγγονόπουλος, που με ακαταμάχητη φαντασία και ιδιαίτερη, έντονη χρωματική παλέτα, συνέδεσε το παρόν με το παρελθόν, την πραγματικότητα με το όνειρο, τον μύθο και την ιστορία, σε έργα γεμάτα αλληγορίες, όπου οι ημίγυμνες γυναίκες προτάσσουν τα στήθη τους και οι άντρες στολίζονται με ελληνικά σύμβολα.
«Απρόσωπες μορφές μάς βυθίζουν στον χρόνο...»
Οι ήρωες και οι ηρωίδες του έρχονται και πάλι στο προσκήνιο, στη μεγάλη έκθεση «Νίκος Εγγονόπουλος - Ο Ορφέας του Υπερρεαλισμού», που εγκαινιάζεται την ερχόμενη Τετάρτη 9 Μαρτίου από την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, στο Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη.
Θα παρουσιαστούν περίπου 150 κορυφαία έργα του Εγγονόπουλου (δανεισμένα από τις συλλογές του Ιδρύματος Ωνάση, της Alpha Bank, του Τελλογλείου Ιδρύματος Τεχνών ΑΠΘ, της Δημοτικής Πινακοθήκης Ρόδου, της Λεβεντείου Πινακοθήκης, καθώς και από ιδιωτικές συλλογές), όπου πρωταγωνιστούν οι ανθρώπινες μορφές.
«Ευθυτενείς, καλλίγραμμες, με δηλωτικές κινήσεις, αλλά με ανύπαρκτα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. Αυτές οι απρόσωπες μορφές μάς βυθίζουν στον χρόνο, φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με μοναχικούς ήρωες ή ερωτικά ζευγάρια, από την μυθολογία και τη λογοτεχνία, την ιστορία και την ποίηση, με αναφορές άλλοτε στον Ορφέα, στην Ευρυδίκη, στον Ερμή, στην Ιώ, στον Ηρακλή, στον Οδυσσέα, στην Καλυψώ, στην Θέτιδα και στον Πηλέα, στον Ιάσωνα, στην Μήδεια και άλλοτε στον Ανθιμο τον Τραλλέα και στον Ισίδωρο τον Μιλήσιο», όπως αναφέρει ο επιμελητής της έκθεσης Τάκης Μαυρωτάς στον πολυσέλιδο κατάλογο που τη συνοδεύει.
Δεν είναι τυχαίος ο τίτλος της έκθεσης, όπως εξηγεί ο ίδιος: «Από το 1939 ο Εγγονόπουλος, εμπνευσµένος από τον Ορφέα, απεικόνισε τη μυθολογική αυτή μορφή σε δεκατρία έργα, καλύπτοντας μια περίοδο τριάντα χρόνων, άλλοτε προσεγγίζοντάς τον µε υδατοχρώματα και άλλοτε µε ελαιοχρώματα.
Ο Εγγονόπουλος έχω την αίσθηση ότι ταυτίζεται µε τον Ορφέα στο όνειρο, στον ευσεβή πόθο και στην άσβεστη επιθυμία». Αλλωστε, ο δαφνοστεφανωμένος, καλλίφωνος Ορφέας κυριαρχεί στην ποιητική συλλογή του Εγγονόπουλου «Στην κοιλάδα µε τους ροδώνες», ενώ στους πίνακές του εμφανίζεται «µε το δοξάρι στα χέρια και το βιολί στο πάτωμα, σπάει τα όρια του χρόνου και η αίσθηση της μουσικής γίνεται κυρίαρχη», άλλοτε ερωτοτροπεί με τη μούσα του Ευρυδίκη ή αναμετριέται με τον Μινώταυρο.
Στο περίφημο έργο «Ορφεύς» (1972), τον βλέπουμε «µε τα κόκκινα μακριά γάντια, το γνώριμο πλατύγυρο καπέλο και µε τα κιάλια από το δωμάτιό του να αγναντεύει το μυστήριο της απεραντοσύνης του κόσμου».
Υπάρχουν πολλές αφορμές για να μας απασχολεί ο Νίκος Εγγονόπουλος. Για την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ δεν υπάρχουν διλήμματα. Οπως γράφει στον κατάλογο της έκθεσης: «Αν με ρωτούσαν ποιος είναι για μένα ο απόλυτος υπερρεαλιστής (δεν λέω σουρεαλιστής για να μη στρεβλώσω την έννοια του όρου), ξένος ή Ελληνας, αδίστακτα θα απαντούσα “ο Νίκος Εγγονόπουλος”.
Εκανε τη λέξη ως ποιητής και την εικόνα ως ζωγράφος να υπακούσουν στη δική του σύνταξη και γραμματική, και να συνθέτουν μια ιδιαίτερη στοχαστική και αισθητική πραγματικότητα. Αν πάλι με ρωτούσαν ποιoν θεωρώ πιο σπουδαίο, τον Εγγονόπουλο ποιητή ή τον Εγγονόπουλο ζωγράφο, θα έλεγα ότι η ερώτηση είναι ανεδαφική.
Ο Εγγονόπουλος κάνει ποίηση ζωγραφίζοντας και δημιουργεί εικαστική τέχνη με την ποίησή του. Ο άρρηκτος αυτός συνδυασμός μού δίνει το δικαίωμα να τον ονομάσω τον απόλυτο υπερρεαλιστή που πολέμησε να πει ποιητικά ότι “η τρίτη γύφτισσα είναι ο στρατηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης” και ότι “τα αγάλματα κάνουν μεταφυσικές επεμβάσεις” και να ζωγραφίσει τη “Μεταθανάτια αυτοπροσωπογραφία του”».
Και εύστοχα καταλήγει, ανατρέχοντας στη ζωή και στην προσφορά του: «Μια πειθαρχία αλλιώτικη κατά τον Εγγονόπουλο είναι ο υπερρεαλισμός, που σου δίνει τη δύναμη να αντιμετωπίσεις την πραγματικότητα, την αληθινή δηλαδή ουσία και σημασία των πραγμάτων. Είναι η τάξη που κάνει ορατά τα μυστηριακά ακραία, διευρύνοντας έτσι τον χώρο του ρεαλισμού.
Αυτό υπηρέτησε ακούραστα ο Εγγονόπουλος ως ζωγράφος, ως ποιητής, ως δάσκαλος στο Πολυτεχνείο, ως ενδυματολόγος και σκηνογράφος, ως θεατράνθρωπος, δηλαδή λοιδορήθηκε πρώτα, πολυβραβεύθηκε ύστερα και από την Πολιτεία. Αναγνωρίστηκε τέλος ως αυτός που σεβάστηκε την παράδοση, οφειλή ίσως αυτό στους δασκάλους του, Κόντογλου και Παρθένη. Εκανε σύγχρονη την ελληνική τέχνη, χωρίς τον περιρρέοντα επαρχιωτισμό, οφειλή ίσως αυτό στη γαλλική του παιδεία. Μεγάλος και διεθνής λοιπόν ο Ελληνας Εγγονόπουλος».
Η πορεία του στην τέχνη
Ποιητής, μεταφραστής, ζωγράφος, σκηνογράφος, ο Νίκος Εγγονόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1907 και πέθανε το 1985. Σπούδασε στη ΑΣΚΤ με δασκάλους τους Κωνσταντίνο Παρθένη, Δημήτριο Μπισκίνη, Θωμά Θωμόπουλο και Γιάννη Κεφαλληνό. Στη συνέχεια, χάρη στη μαθητεία του κοντά στον Φώτη Κόντογλου και τον καθηγητή Αλέξανδρο Ξυγγόπουλο, ήλθε σε επαφή με την παράδοση της βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης.
Το 1949 συμμετείχε στην ίδρυση του καλλιτεχνικού ομίλου Αρμός και συνεργάστηκε με την αρχιτεκτονική ομάδα του Δημήτρη Πικιώνη. Το 1967 διορίστηκε καθηγητής στην έδρα της ζωγραφικής στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Το 1939 παρουσίασε την πρώτη ατομική του έκθεση, στην οικία του Ν. Καλαμάρη, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις της κριτικής, και ακολούθησε σειρά ατομικών παρουσιάσεων και συμμετοχών σε ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις.
Το 1954 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας και έναν χρόνο αργότερα πήρε μέρος στην Μπιενάλε του Σάο Πάολο. Το 1958 και το 1979 τιμήθηκε με Κρατικό Βραβείο Ποίησης, ενώ το 1966 του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Γεώργιου Α΄ για το ζωγραφικό του έργο.
📌 «Νίκος Εγγονόπουλος - Ο Ορφέας του Υπερρεαλισμού»
Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη, Βασιλίσσης Σοφίας 9 & Μέρλιν 1
Τηλ.: 21 0361 1206
Από 9 Μαρτίου έως 19 Ιουνίου
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας