Λάβαμε από την Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία επιστολή, την οποία και δημοσιεύουμε μαζί με την απάντηση της συντάκτριας:
Aξιότιμε Διευθυντά κ. Σωτήρη Μανιάτη,
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» (29/5/2024) με τίτλο «Αψυχολόγητες μεθοδεύσεις εις βάρος των ψυχολόγων», υπογεγραμμένο από τη συνεργάτιδά σας κ. Αννα Ανδριτσάκη, παρουσιάζονται ανακριβείς και ψευδείς πληροφορίες, οι οποίες παραπλανούν τους αναγνώστες και θίγουν το κύρος της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας (ΕΛΨΕ).
Ως Πρόεδρος της ΕΛΨΕ, αισθάνομαι την ανάγκη να διορθώσω τις ανακρίβειες αυτές που αφορούν την ΕΛΨΕ.
Ειδικότερα:
1. Η κ. Ανδριτσάκη αναφέρει ότι ο υφυπουργός Υγείας «έβαλε μπροστά ένα επιστημονικό σωματείο, την Ελληνική Εταιρεία Ψυχολόγων (ΕΛΨΕ), και θα φτιάξουν, όπως διαφημίζουν αμφότεροι, ένα αχρείαστο ΝΠΔΔ…». Αντιπαρέρχομαι τη σημειολογία του λανθασμένου τίτλου αναφορικά με την Εταιρεία, για να επισημάνω ότι η ΕΛΨΕ, επιστημονικό σωματείο με στόχο την προαγωγή της έρευνας και της διδασκαλίας της Ψυχολογίας και την προαγωγή της ψυχικής υγείας στην Ελλάδα, θεωρεί ότι η πλήρης ρύθμιση του επαγγέλματος είναι ένα διαχρονικό και υπερκομματικό ζήτημα το οποίο η Πολιτεία όφειλε να έχει ήδη διευθετήσει για την προστασία των πολιτών. Σε συνεργασία με άλλους φορείς, συμπεριλαμβανομένου και του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων (ΣΕΨ), η ΕΛΨΕ προσπαθεί εδώ και περισσότερο από μία τετραετία να προωθήσει την πλήρη ρύθμιση του επαγγέλματος του ψυχολόγου στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως του πολιτικού κόμματος που διοικεί τη χώρα και του ατόμου που κατέχει τη θέση του σχετικού υφυπουργού. Αυτό τεκμαίρεται από τις επαφές που έκανε η ΕΛΨΕ με την τ. υφυπουργό Υγείας κ. Ζωή Ράπτη, όπως και από την πρόσκληση της Τομεάρχη Κοινωνικής Συνοχής - Πρόνοιας ΣΥΡΙΖΑ, κυρίας Κ. Νοτοπούλου, και του αναπληρωτή Γραμματέα Τομέα Υγείας ΠΑΣΟΚ, κυρίου Μ. Κροκίδη, στην πρόσφατη Ημερίδα που διοργάνωσε η Εταιρεία για το θέμα αυτό στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
2. Η κ. Ανδριτσάκη αναφέρεται στην ΕΛΨΕ ως συνεργό σε παραθεσμικές διευθετήσεις και μικροπολιτικά συμφέροντα που αφορούν την ίδρυση ιδιωτικών κολεγίων, τη νομιμοποίηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων και άλλων δραστηριοτήτων προς όφελος «της αγοράς της Υγείας», τα οποία εικάζει αλλά δεν τεκμηριώνει και ούτε θα μπορούσε, δεδομένης της πλήρους διαύγειας με τη οποία λειτουργεί η ΕΛΨΕ, από την ίδρυσή της το 1990.
3. Το άρθρο αναφέρει εσφαλμένα ότι ο μοναδικός επίσημος φορέας και εκπρόσωπος του κλάδου είναι ο ΣΕΨ, αγνοώντας ότι βάσει νόμου στον σύλλογο αυτό, που είναι ένα από τα διάφορα μη δημόσια σωματεία ψυχολόγων, μπορούν αλλά δεν υποχρεούνται να εγγραφούν όσοι ψυχολόγοι διαθέτουν άδεια άσκησης επαγγέλματος. Αδεια την οποία χορηγούν περιφερειακές διευθύνσεις και όχι ένα ΝΠΔΔ, όπως από χρόνια ισχύει για άλλους επαγγελματίες υγείας (Γιατρούς, Νοσηλευτές, Διαιτολόγους κ.ά.) και όπως ισχύει στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεν υφίσταται κανένα μητρώο, στο οποίο να υποχρεούνται να εγγραφούν όλοι οι ψυχολόγοι που διαθέτουν άδεια άσκησης επαγγέλματος και στο οποίο να μπορεί να απευθυνθεί ο πολίτης.
4. Είναι προφανές ότι η συντάκτρια του δημοσιεύματος αναπαράγει ψευδείς πληροφορίες, χωρίς να έχει η ίδια ανατρέξει στην πρόταση της ΕΛΨΕ για να διασταυρώσει την ακρίβειά τους, μολονότι η πρόταση είναι δημόσιο έγγραφο και είναι στη διάθεση όποιου το αναζητήσει. Εάν το είχε κάνει, δεν θα απέδιδε στην ΕΛΨΕ την πρόθεση «να επιχειρήσει ώστε όλα τα μέλη της να αποκτήσουν άδεια και ειδικότητα», ενώ δεν διαθέτουν όλοι βασικό πτυχίο ψυχολογίας, παρά μόνον «έναν διδακτορικό τίτλο σπουδών». Θα ήταν τουλάχιστον αφελές μία εταιρεία η οποία μάχεται για τη ρύθμιση του επαγγέλματος να προτίθεται να εντάξει σε αυτό άτομα που δεν διαθέτουν βασικό πτυχίο ψυχολογίας.
5. Μολονότι δεν έχει γνώση της πρότασης για ΝΠΔΔ που όντως προετοίμασε η ΕΛΨΕ σε συνεργασία με ομάδα πρωτοβουλίας επαγγελματιών ψυχολόγων που αριθμεί πάνω από 3.000 υπογραφές, η κ. Ανδριτσάκη προαναγγέλλει τι περιλαμβάνει η πρόταση. Πέρα από το γεγονός ότι κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για το τι θα περιλαμβάνει ένα σχετικό νομοσχέδιο όταν κάποια κυβέρνηση αποφασίσει να το θεσμοθετήσει και πόσο θα απέχει από την αρχική πρόταση που καταθέσαμε, η κ. Ανδριτσάκη παραθέτει εντελώς ανακριβείς και ψευδείς πληροφορίες, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην πρόταση της ΕΛΨΕ, αλλά αναστατώνουν με την κινδυνολογία τους τους επαγγελματίες ψυχολόγους. Συγκεκριμένα και αντίθετα με τα όσα ισχυρίζεται η κ. Ανδριτσάκη:
● δεν προβλέπεται «άδεια μέσω επιτροπών»,
● δεν προβλέπεται «ΓΕΝΙΚΗ άδεια ψυχολόγου χωρίς πεδίο άσκησης του επαγγέλματος, με περιορισμένα δικαιώματα»,
● δεν προβλέπεται «ΔΕΥΤΕΡΗ άδεια με εξειδίκευση, δηλαδή άδεια ειδικότητας βάσει μεταπτυχιακών προγραμμάτων τα οποία ουσιαστικά θα είναι το εξής ένα: Κλινική Ψυχολογία. Μόνον»,
● δεν προβλέπεται ανανέωση της άδειας «κάθε 7 χρόνια με την προϋπόθεση ανά διετία οι ψυχολόγοι να αποδεικνύουν ότι διαθέτουν τουλάχιστον 20 ECTS, ήτοι βεβαιώσεις από επιπλέον «εκπαιδεύσεις» επί πληρωμή. Κι αν δεν τα έχουν, θα χάνουν και την άδεια».
Κύριε Διευθυντά,
Επειδή το άρθρο της κυρίας Ανδριτσάκη πλήττει το κύρος της ΕΛΨΕ και προκαλεί σύγχυση τόσο στους επαγγελματίες ψυχολόγους όσο και στους πολίτες που αναζητούν ψυχολογική βοήθεια και θεωρώντας ότι η εφημερίδα σας φέρει ευθύνη για τη δημοσίευση παραπλανητικών και ψευδών ειδήσεων, σας παρακαλώ θερμά να δημοσιεύσετε την παρούσα επιστολή τόσο στην έντυπη όσο και στην ηλεκτρονική της μορφή, προς αποκατάσταση της αλήθειας.
Με εκτίμηση,
Νίκος Μακρής
Καθηγητής Ψυχολογίας
Πρόεδρος ΕΛΨΕ
Η απάντηση της συντάκτριας
Οταν κάποιος διαμαρτύρεται για ανακρίβειες, αν μη τι άλλο φροντίζει να μην προβαίνει ο ίδιος σε ανακρίβειες και, κυρίως, να δίνει απαντήσεις αντί διαψεύσεων. Δεν είναι απάντηση η διατύπωση ισχυρισμών. Και δεν επαρκεί ο ισχυρισμός ότι οι προτάσεις της ΕΛΨΕ -για το ΝΠΔΔ που ετοιμάζεται σε συμφωνία με τον υφυπουργό Υγείας και εν τη απουσία του ΣΕΨ- δεν είναι αυτές που έχει η ίδια διατυπώσει, επισήμως, αλλά κάποιες άλλες τις οποίες, όμως, εξακολουθεί να κρατά κρυφές. Εμείς δεν βρήκαμε αυτές τις θέσεις στον δρόμο ούτε στα σκουπίδια της ΕΛΨΕ. Είναι οι προτάσεις που η ίδια η Εταιρεία έχει καταθέσει, επισήμως, από το 2022.
Κι επειδή ακόμα έχουμε απορίες θα θέλαμε να ρωτήσουμε τα εξής:
● Γιατί η Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία (ΕΛΨΕ) δεν αποκαλύπτει τις νέες -προφανώς- προτάσεις της; Οσο κι αν ψάξαμε δεν τις βρήκαμε. Σε επίσημους τόπους.
● Γιατί στη συζήτηση με τον υφυπουργό Υγείας, Δημήτρη Βαρτζόπουλο, δεν μετέχει ο Σύλλογος Ελλήνων Ψυχολόγων (ΣΕΨ); Ή, καλύτερα, γιατί ο υφυπουργός Υγείας δεν καλεί και τον ΣΕΨ δεδομένου ότι αυτός είναι, εκ νόμου, ο επίσημος φορέας του κλάδου (βάσει του ν. 991/79), ενώ υπάρχει και σχετική γνωμοδότηση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους; Γιατί η ΕΛΨΕ δεν ζήτησε τη συμμετοχή του ΣΕΨ στον διάλογο; Οι αριθμοί και μόνον αρκούν για την αποτύπωση της εικόνας. Αυτή τη στιγμή ο ΣΕΨ έχει 4.000 εγγεγραμμένα μέλη ενώ η ΕΛΨΕ περίπου 700. Γίνεται έτσι διαβούλευση με την κυβέρνηση; Σημειωτέον, από τα 700 μέλη της εταιρείας μόνον τα περίπου 100 έχουν και βασικό πτυχίο και μεταπτυχιακό σχετικά με την ψυχολογία. Οι υπόλοιποι περιορίζουν την επιστημονική τους συνάφεια σ’ ένα μεταπτυχιακό ή ένα διδακτορικό. Αλήθεια, γιατί ένας δάσκαλος ή κάποιος άλλος επαγγελματίας να αναγνωριστεί τόσο εύκολα (και) ως ψυχολόγος; Εκτός κι αν η Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία έχει αλλάξει γνώμη. Περιμένουμε με ενδιαφέρον τις προτάσεις της προς τον κ. υφυπουργό.
● Γιατί πρέπει να συνεχιστεί αυτή η χρόνια διαμάχη ανάμεσα στους δύο φορείς αντί να υπάρξει κοινή πρόθεση για τη διασφάλιση του κλάδου, των δικαιωμάτων και του κύρους του; Γεγονός που θα ωφελήσει όλους τους πραγματικούς επαγγελματίες του χώρου και θα τους προστατεύσει από τους «βαφτισμένους» επαγγελματίες (όπως δυστυχώς συμβαίνει σε πολλούς χώρους) που θα αγοράσουν ένα μεταπτυχιακό ή ένα διδακτορικό και θα λύσουν το επαγγελματικό τους πρόβλημα. Το οποίο δεν είναι και φτηνό. Αυτή τη στιγμή τέτοια προγράμματα κοστίζουν 8.000-10.000. Ολα αυτά και όσα ακόμη γνωρίζουν καλύτερα οι δύο πλευρές θα πρέπει να προβληματίζουν και όχι να αποτελούν αιτία αντιπαράθεσης. Δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι κάποιος από τους δύο φορείς συμφωνεί πως αποτελεί εχέγγυο αξιοκρατίας κάποια «Επιτροπή» (έστω υπαγόμενη σε ένα ΝΠΔΔ) αρμόδια για την αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων και όχι ένα άλλο δημόσιο όργανο το οποίο θα αποτελεί σημείο συμφωνίας όλων των πλευρών.
● Ετέρα αλλά διόλου αμελητέα η ανάγκη αντιμετώπισης της προοπτικής να εισέλθουν σε έναν όχι ιατρικό αλλά κρίσιμο χώρο χιλιάδες απόφοιτοι από οπουδήποτε. Ειδικά τώρα που θα ανοίξουν εκατοντάδες πόρτες (βλ. κολέγια, ιδιωτικά πανεπιστήμια ή άσχετες σχολές από δημόσια ΑΕΙ).
● Η «Εφ.Συν.» ουδεμία πρόθεση έχει να αναμιχθεί, πόσω μάλλον να πάρει τη θέση της μιας ή της άλλης πλευράς σε αυτή τη διένεξη. Καταγράφει, αναδεικνύει και παρακολουθεί.
ΥΓ.1: Γιατί πρέπει να ρυθμιστεί εξαρχής ένα επάγγελμα που διαθέτει και Μητρώο και όργανα αρμόδια για τη χορήγηση άδειας άσκησης επαγγέλματος και όχι να ενισχυθούν περαιτέρω οι ελεγκτικοί μηχανισμοί; Γιατί ένας υφυπουργός Υγείας να παρεμβαίνει σε ένα πεδίο που δεν ανήκει καν στον χώρο της Υγείας; Δεν είναι γιατροί οι ψυχολόγοι. Δεν ανήκουν σε ιατρικά ή παραϊατρικά επαγγέλματα. Γιατί, λοιπόν, στις επικείμενες ρυθμίσεις για την «Ψυχική Υγεία» να συμπεριληφθούν οι ψυχολόγοι; Για τους ψυχιάτρους, θα ήταν κατανοητό. Αν ο υφυπουργός δεν ήξερε, μπορούσε να ρωτήσει. Αν, όμως, ήξερε τότε θα πρέπει να εξηγήσει.
ΥΓ. 2: Μια φορά οι δύο πλευρές τα είχαν βρει. Ηταν το 1995, όταν διεθνείς φορείς τούς είπαν ότι πρέπει να συμφιλιωθούν ώστε να μπορέσουν να φιλοξενήσουν διεθνή συνέδρια. Το έκαναν και πολύ γρήγορα προχώρησαν σε μια πολύ σημαντική διεθνή διοργάνωση. Τώρα τα έχουν ξαναχαλάσει. Δεν είναι, όμως, σοβαρός λόγος ο έλεγχος μιας κυβερνητικής παρέμβασης;
ΥΓ. 3: Σε αντίθεση με άλλα μέσα ενημέρωσης, η «Εφ.Συν.» πάντα φιλοξενεί κείμενα διαμαρτυρίας. Η ΕΛΨΕ το γνωρίζει καλά καθώς έχει φιλοξενηθεί σε εφημερίδα η οποία, ωστόσο, δεν δημοσίευσε την επιστολή διαμαρτυρίας του ΣΕΨ που ακολούθησε.
ΑΝΝΑ ΑΝΔΡΙΤΣΑΚΗ
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας