Το ταξίδι μας στην Βενεζουέλα δεν περιορίστηκε σε μια ολιγοήμερη διαμονή στο Καράκας. Προσπαθώντας να γνωρίσουμε όσο καλύτερα γίνεται αυτή την μεγάλη και όμορφη χώρα, σχεδιάσαμε δύο πολυήμερα ταξίδια: Το πρώτο προς την Σιουδάδ Μπολίβαρ και το Δέλτα του Ορινόκο (προς τα νοτιοδυτικά και δυτικά του Καράκας), το δεύτερο στα Γιάνος (Llanos) και τις βενεζουελάνικες Άνδεις (προς τα νοτιοανατολικά).
Ξεκινήσαμε για την Σιουδάδ Μπολίβαρ με δύο ταξί Κυριακή πολύ νωρίς το πρωί. Οι δρόμοι του Καράκας ήταν άδειοι, οι Βενεζουελάνοι την διασκέδαση του Σαββατόβραδου την είχαν τραβήξει μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Τώρα η πόλη κοιμόταν. Οι ντόπιοι δεν πτοούνται, από τις όντως μεγάλες δυσκολίες. Όπως γινόταν και σε εμάς παλαιότερα, σε μια πολύ φτωχότερη Ελλάδα, δεν χάνουν την ευκαιρία για γιορτή, χορό και τραγούδι. Οι οδηγοί μας εργάζονται σαν μηχανικοί, αλλά καθώς τα 80 δολ. που κερδίζουν (ένας μισθός που θεωρείται υψηλός για την χώρα) δεν φτάνουν για να συντηρήσουν τις οικογένειες τους, δουλεύουν ταξί. Μας δείχνουν τις φωτογραφίες των παιδιών και των συζύγων τους, τυπικές εικόνες σημερινών οικογενειών της μεσαίας τάξης.
Σε λίγο αφήνουμε πίσω μας το Καράκας, η κατάσταση του εθνικού οδικού δικτύου είναι αρκετά καλή, η χώρα καταπράσινη. Δεξιά και αριστερά μας απλώνονται μεγάλες ακαλλιέργητες περιφραγμένες εκτάσεις, ως εκεί που φτάνει το μάτι. Στην Λατινική Αμερική οι μεγαλοϊδιοκτήτες δεσμεύουν τεράστιες εκτάσεις γης, τις οποίες κρατούν ακαλλιέργητες, προς ζημιά της εθνικής αγροτικής παραγωγής.
Η λύση είναι η αναδιανομή της γης, η οποία όμως ουσιαστικά δεν έγινε παρά στο Μεξικό (ως κατάκτηση της μεγάλης Μεξικάνικης Επανάστασης). Οι μισθοφόροι της CIA, το 1954 στην Γουατεμάλα, ανέτρεψαν τον Άρμπενς γιατί προσπάθησε να ξεκινήσει την αγροτική μεταρρύθμιση. Στις μέρες μας, οι αριστερές κυβερνήσεις, ακόμη και αυτή του Μοράλες στην Βολιβία, επέδειξαν πιο "συνετή" συμπεριφορά παίρνοντας περιορισμένα μόνο μέτρα εναντίον της πληγής της μεγάλης αγροτικής γαιοκτησίας.
Για να βάλουμε βενζίνη χάσαμε πάνω από μια ώρα. Στο βενζινάδικο υπήρχε μια τεράστια ουρά, "κάπως" παράδοξο για την χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο. Αλλού στην Βενεζουέλα, οι ουρές για βενζίνη είναι πολύ μεγαλύτερες, μας είπαν οι οδηγοί. Θα το διαπιστώναμε τις επόμενες μέρες.
Η Σιουδάδ Μπολίβαρ χτίστηκε από τους Ισπανούς το 1762-64 στις όχθες του Ορινόκο για να ελέγχει την πρόσβαση στον ποταμό. Είναι πανέμορφη. Κατά την γνώμη μας είναι η κατ' εξοχήν πόλη της χώρας που διατηρεί το χρώμα της εποχής της αποικιοκρατίας. Ό,τι είναιη Αντίγουα για την Γουατεμάλα ή το Ούρο Πρέτο για τη Βραζιλία. Σήμερα, απ´ όσα μας είπαν, σε μεγάλο βαθμό ο πλούτος της πόλης προέρχεται από τα χρυσορυχεία και τα ορυχεία πολύτιμων λίθων της Γκραν Σαβάνα (ένας τομέας που αναπτύσσεται ταχύτατα τα τελευταία χρόνια βεβαιώνοντας τον προσανατολισμό της εθνικής οικονομίας της Βενεζουέλας στις εξαγωγές πρώτων υλών).
Η παλιά πόλη βρίσκεται πάνω σε ένα ύψωμα και απλώνεται γύρω από δύο πλατείες αφιερωμένες στους δυο μεγάλους ήρωες του πολέμου της ανεξαρτησίας. Την πλατεία Μιράντα πιο ψηλά και την Μπολίβαρ λίγο πιο κάτω. Ο Μιράντα και ο Μπολίβαρ δεν είχαν και τις καλύτερες σχέσεις. Πολλοί θεωρούν υπεύθυνο τον Μπολίβαρ για την παράδοση του Μιράντα στους Ισπανούς (τελικά πέθανε σε ισπανική φυλακή). Η πλατεία Μιράντα ήταν μάλλον παραμελημένη, ή πλατεία Μπολίβαρ πολύ προσεγμένη. Σε αυτήν βρίσκεται ο καθεδρικός σε ένα τοίχο του οποίου εκτελέστηκε στις 16 Οκτωβρίου 1817 ο μιγάς στρατηγός Μανουέλ Πιάρ, ο ήρωας των μαύρων και των μιγάδων επαναστατών, τον οποίον κατηγόρησε ο Μπολίβαρ και οι λευκοί συμπολεμιστές του για προδοσία.
Με τις επισκέψεις στα γύρω διατηρητέα κτήρια μπορέσαμε να αφουγκραστούμε κάπως την ατμόσφαιρα του κόσμου των κρεολών (των γεννημένων στην Αμερική απογόνων των Ισπανών) την εποχή των πολέμων της ανεξαρτησίας. Κατόπιν, περπατήσαμε στα φαρδιά πεζοδρόμια της παραποτάμιας λεωφόρου και στους παρακείμενους δρόμους, όπου συγκεντρώνεται ένα μεγάλο μέρος της εμπορικής και κοινωνικής ζωής της πόλης. Τέλος, λίγο πριν την αναχώρηση μας, μόλις που προλάβαμε να επισκεφτούμε την Casa San Isidoro, στην οποία ο Μπολίβαρ συνέγραψε το 1819 τον περίφημο λόγο της Ανγκοστούρα, που αποτέλεσε την βάση για την ίδρυση της Μεγάλης Κολομβίας (περιλάμβανε τα σημερινά κράτη Βενεζουέλα, Κολομβία, Παναμά και Ισημερινό).
Μετά από μια διανυκτέρευση στο Πουέρτο Ορντάς συνεχίσαμε το ταξίδι μας με προορισμό το Δέλτα του Ορινόκο, όπου ελπίζαμε να αποκτήσουμε μια πρώτη γνωριμία με τον λαό των Γουαράο ( Warao). Ο πληθυσμός των Γουαράο υπολογίζεται σε 36.000 ανθρώπους (απογραφή 2001) από τους οποίους το 98% κατοικεί στο Δέλτα και τις γύρω περιοχές. Η μεγάλη πλειοψηφία των Γουαράο ζει σε παραδοσιακές κοινότητες, ως επί το πλείστων στους χαρακτηριστικούς παραποτάμιους οικισμούς τους πάνω σε πασσάλους. Ασχολούνται κυρίως με το ψάρεμα. Είναι οι κατ' εξοχήν άνθρωποι του Δέλτα (Στην Βενεζουέλα ο συνολικός πληθυσμός των ιθαγενών εθνοτικών ομάδων είναι μόλις 500.000 άνθρωποι ή το 2% του όλου πληθυσμού της χώρας).
Επιλέξαμε σαν βάση των εξορμήσεων μας στο Δέλτα το Σαν Φρανσίσκο ντε Γκουάγιο ένα οικισμό γύρω από μια ιεραποστολή καπουτσίνων, οι περισσότεροι κάτοικοι του οποίου είναι Γουαράο. Ο οικισμός βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα πριν τις εκβολές του Ορινόκο στον Ατλαντικό. Για να φτάσει κανείς ως εκεί χρειάζεται να διασχίσει το Δέλτα από την μια άκρη του στην άλλη, μέσα από τα πολυδαίδαλα κανάλια του και μετά από ένα πολύωρο ταξίδι.
Το ταξίδι με την βάρκα αποδείχθηκε πολύ προβληματικό ήδη από το ξεκίνημα του. Αν και είχαμε προγραμματίσει να επιβιβαστούμε σε κάποιο πλοιάριο στην Τουκουπίτα, την συνηθισμένη αφετηρία για τα ταξίδια στο Δέλτα, ο ξενοδόχος μας στο Πουέρτο Ορντάς, που αυτοσχεδίαζε και ως τουριστικός πράκτορας και στον οποίον είχαμε αναθέσει να νοικιάσει την βάρκα που χρειαζόμασταν, μας έφερε στο Μπαράνκας μια παραποτάμια κωμόπολη. Στην ακτή υπήρχε ένας καταυλισμός εξαθλιωμένων Γουαράο και κάμποσες βάρκες σε κακή κατάσταση.
Αυτοί οι Γουαράο είχαν εγκαταλείψει το δάσος και ζούσαν από δουλειές του ποδαριού, θελήματα, κλπ., στις παρυφές της πόλης. Οι καλύβες τους ήταν προχειροφτιαγμένες από ξύλο, χαρτόνι, σωλήνες, σακούλες από πλαστικό και άλλα άχρηστα υλικά. Μια μικρή ουρά από μοτοσυκλέτες σχηματιζόταν στην άκρη του καταυλισμού, καθώς μερικοί Γουαράο πουλούσαν βενζίνη στην μαύρη αγορά.
Εκείνη τη στιγμή αντιληφθήκαμε πως οι άνθρωποι του καταυλισμού ήταν αυτοί που είχαν αναλάβει να μας μεταφέρουν στον προορισμό μας. Φόρτωσαν τα πράγματά μας σε ένα μεγάλο κανό, το οποίο όμως μόλις μπήκαμε άρχισε να παίρνει νερά και ένα μέρος από τις αποσκευές μας έγινε μούσκεμα. Χρειάστηκαν μια δυο ώρες για να αντικαταστήσουν το κανό με μια πλαστική λάντσα. Όμως λίγη ώρα αφού ξεκινήσαμε η μηχανή παρουσίασε πρόβλημα και αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε πίσω. Ήταν πια απόγευμα και θα έπρεπε να ταξιδέψουμε νύχτα, κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο. Η μέρα είχε χαθεί. Οι Γουαράο μας επέστρεψαν τα χρήματα και είμασταν έτοιμοι να φύγουμε για την Τουκουπίτα. Τότε εμφανίστηκε ένας δάσκαλος που μας είπε πως διαθέτει την κατάλληλη μηχανή. Μας κάλεσε σπίτι του να την δούμε και με την ευκαιρία μας γνώρισε και την οικογένεια του. Η γυναίκα του ήταν επίσης δασκάλα, δούλευε και μοδίστρα για να τα βγάλουν πέρα, η κόρη του σκόπευε να σπουδάσει οδοντιατρική. Συμφωνήσαμε και κλείσαμε ραντεβού την επομένη το χάραμα.
Αποπλεύσαμε το επόμενο πρωί. Οι Γουαράο μας βοήθησαν να επιβιβαστούμε και να φορτώσουμε τις αποσκευές μας. Οι γυναίκες και τα κορίτσια τους έπλεναν τα ρούχα στο ποτάμι, κάποιοι άντρες βούρτσιζαν τα δόντια τους με το θολό ποταμίσιο νερό. Ο ουρανός ήταν βαρύς, γεμάτος μολυβένια σύννεφα. Στην βάρκα είμασταν επτά άτομα. Πέντε εμείς, ο δάσκαλος και ένας νεαρός Γουαράο στο τιμόνι.
Σε λίγο άνοιξαν οι κρουνοί του ουρανού. Ξεκίνησε μια τροπική καταρρακτώδης βροχή που με μικρά διαλείμματα θα μας συνόδευε τις επόμενες έξι με επτά ώρες. Χάρη στα αδιάβροχα μας είμασταν σχετικά καλά προστατευμένοι. Ο Γουαράο ήταν μούσκεμα αλλά αυτό δεν φαινόταν να τον απασχολεί ιδιαίτερα. Κρατούσε ψύχραιμος το τιμόνι και κάθε τόσο καθάριζε το νερό από τα μάτια και το πρόσωπο του ώστε να μπορεί να βλέπει καθαρά μέσα στην καταιγίδα. Το χειρότερο ήταν πως στον προορισμό μας θα φτάναμε με καθυστέρηση αρκετών ωρών, λίγο πριν νυχτώσει. Το ταξίδι θα κρατούσε σχεδόν έντεκα ώρες αντί πέντε με επτά το πολύ που είναι το κανονικό. Ο λόγος ήταν το ότι η μηχανή μας ήταν πολύ αδύνατη για την βαριά λάντσα, μια "λεπτομέρεια" που ο δάσκαλος μας είχε κρύψει. "Έπρεπε να πάρω την δουλειά, δικαιολογήθηκε, η οικογένεια μου έχει απόλυτη ανάγκη αυτά τα χρήματα".
Μετά το μεσημέρι εγκαταλείψαμε το κύριο ρεύμα του ποταμού και μπήκαμε στα κανάλια, συγχρόνως σταμάτησε η βροχή. Ένα ουράνιο τόξο σχηματίστηκε στον ουρανό, η λάντσα προχωρούσε αργά με την μηχανή της να αγκομαχάει ανάμεσα στα πανύψηλα δέντρα, σε μικρή απόσταση από τις όχθες με τις καλαμιές και την πυκνή βλάστηση.
Προσπερνούσαμε πασσαλόπηκτα σπίτια Γουαράο, κάποιοι από αυτούς ψάρευαν πάνω στα κανό τους. Μας χαιρετούσαν και ανταποδίδαμε τον χαιρετισμό. Πουλιά, άγνωστα σε μας, ξεπετάγονταν μέσα από τις φυλλωσιές. Οι μυρωδιές της ζούγκλας μετά την καταιγίδα είναι μαγικές, σαν να έρχονται από ένα άλλο κόσμο. Ξαφνικά πρόβαλε μπροστά μας ένα πολύ μεγάλο κανό με πανί γεμάτο άντρες, γυναίκες με μωρά και παιδιά. Η λάντσα μας μείωσε ταχύτητα και τους πλησίασε. Ήταν το σόι του τιμονιέρη μας, ταξίδευαν για το Μπαράνκας, όπου υπολόγιζαν να φτάσουν σε πέντε περίπου μέρες. Ο τιμονιέρης μας πέρασε στο κανό δυο μεγάλες σακούλες γεμάτες ψωμιά.
Μια ώρα μετά φάνηκε το Σαν Φρανσίσκο ντε Γκουαγιό. Ηταν πιά σχεδόν νύχτα όταν αποβιβαστήκαμε στην προβλήτα της Posada el Chino, μιας πανσιόν ακόμα υπό κατασκευή, η οποία είναι μια από τις ελάχιστες που υπάρχουν σήμερα στο Δέλτα (πριν 15-20 χρόνια υπήρχαν πολύ περισσότερες). Μας περίμενε μια πολύ ευχάριστη έκπληξη: ζεστός καφές και πεντανόστιμο φρεσκότατο ψάρι μαζί με πάμπολλες τοπικές σπεσιαλιτέ και μια μεγάλη ποικιλία φρούτων. Στην υποδοχή ήταν παρών ο Ελ Τσίνο με όλη του την οικογένεια. Είμασταν οι πρώτοι τουρίστες που έφταναν στην πανσιόν και έπρεπε να το γιορτάσουν.
Οι ανέσεις που προσέφερε η πανσιόν ήταν οι στοιχειώδεις, αλλά τα δωμάτια και οι άλλες εγκαταστάσεις ήταν πεντακάθαρες, ενώ η οικογένεια του Ελ Τσίνο σε κέρδιζε από την αρχή με την ανεπιτήδευτη προθυμία της να ανταποκριθεί σε κάθε ανάγκη σου. Αισθανόσουν όχι τουρίστας αλλά σαν ένας πολύ σημαντικός φιλοξενούμενος. Σε μια-δυο ώρες ξεκίνησε μια νέα τροπική καταιγίδα, ακόμη πιο δυνατή, που κράτησε όλη την νύχτα.
Πριν καν ξημερώσει, ξεκινήσαμε τις δραστηριότητες, που είχε προετοιμάσει για μας ο Ελ Τσίνο. Κάναμε βόλτα με μικρά κανό μέσα στο μαγκρόβιο δάσος για να ρίξουμε μια πρώτη ματιά στην χλωρίδα και την πανίδα στην καλύτερη ώρα για να τις επισκεφτεί κανείς, την αυγή πάνω στο ξύπνημα τους.
Λίγο πριν το μεσημέρι, επισκεφτήκαμε τον παρακείμενο συνοικισμό των Γουαράο. Δεξιά και αριστερά ενός μακριού διαδρόμου βρίσκονταν τα janoko, οι χαρακτηριστικές κατοικίες των Γουαράο. Κάθε μια στηριζόταν σε ένα αριθμό πασσάλων (συνήθως 4 με 8), που βυθίζονταν μέσα στο νερό. Στα janoko o κύριος χώρος είναι αυτός στον οποίο οι ένοικοι στήνουν τις αιώρες πάνω στις οποίες ξεκουράζονται ή κοιμούνται.
Κατόπιν μπήκαμε σε ένα καλοσυντηρημένο κέντρο υγείας που θα το ζήλευαν πολλά ελληνικά χωριά. Εκεί υπηρετούσε μια νοσοκόμα. Επιπλέον τα πρωινά, σχεδόν σε καθημερινή βάση, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα δέχονταν ασθενείς. Δίπλα στο νοσοκομείο υπήρχε μια εγκατάσταση καθαρισμού νερού που κατασκευάστηκε με την ευθύνη της Unicef. H κυριότερη ίσως αιτία σοβαρής νόσησης στους Γουαράο έχει να κάνει με την κατανάλωση μολυσμένου νερού από το ποτάμι ή χαλασμένων τροφίμων.
Λίγο αργότερα, μετά από ένα ταξίδι με πιρόγες που κράτησε μιάμιση ώρα, επρόκειτο να συναντήσουμε έναν από τους γνωστότερους σαμάνους της περιοχής επί το έργον. Ο σαμάνος μουρμούριζε κάποιες ψαλμωδίες και χάιδευε την πρησμένη κοιλιά ενός μωρού που το κρατούσε στην αγκαλιά της η μάνα του καθισμένη κατάχαμα. Το μωρό στην αρχή έκλαιγε σπαρακτικά αλλά με τις φροντίδες του σαμάνου πολύ γρήγορα ηρέμισε. Μέσα στο δωμάτιο έκαιγαν βότανα, η μυρωδιά απλωνόταν στον αέρα, ενώ ένας αριθμός από μανάδες με τα παιδιά τους στα χέρια περίμεναν την σειρά τους. Εντωμεταξύ, ήδη από την δεκαετία του 2000, στην Βενεζουέλα είχαν ξεκινήσει πιλοτικά προγράμματα για την ενσωμάτωση της παραδοσιακής ιθαγενούς ιατρικής στο εθνικό σύστημα υγείας.
Τα χωριά που επισκεφτήκαμε ήταν εξοπλισμένα με σχολεία. Το 1992 από τους 222 οικισμούς Γουαράο μόνο οι 24 διέθεταν σχολείο, το 2007 από τους 224 οικισμούς οι 88 είχαν πλέον σχολεία (1). Πρόκειται για ένα από τα επιτεύγματα του τσαβισμού στις καλύτερες του στιγμές. Σήμερα βέβαια, σύμφωνα με τους πληροφορητές μας, αρκετά από αυτά τα σχολεία δεν λειτουργούν πιά. Το σύνταγμα του 1999 όριζε την Βενεζουέλα ως "πολυεθνική και πολυπολιτισμική δημοκρατία", κάτι που είναι κάπως αντιφατικό με την αναγόρευση του Μπολίβαρ ως της κατ' εξοχήν εμβληματικής φιγούρας του καθεστώτος. Οι επαναστάσεις των κρεολών και η συνακόλουθη υιοθέτηση του φιλελεύθερου δικαίου για την ιδιοκτησία οδήγησαν στην αρπαγή της γης των ιθαγενικών κοινοτήτων. Άλλωστε σε αυτές τις νέες δημοκρατίες οι ιθαγενείς δεν ήταν παρά πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Την επομένη, πριν χαράξει, ξεκινήσαμε το ταξίδι της επιστροφής. Στους επιβάτες είχαν προστεθεί η σύζυγος και τα δυο μικρά παιδιά του τιμονιέρη. Πλέον είμαστε δέκα άτομα. Αυτή την φορά θα πηγαίναμε κόντρα στο ρεύμα του ποταμού και κατά συνέπεια θα χρειαζόμασταν ακόμη περισσότερο χρόνο. Το στοίχημα, το οποίο και χάσαμε, ήταν να φτάσουμε στο Μπαράνκας όσο είχε ακόμα φως, να αποφύγουμε το πολύ επικίνδυνο νυχτερινό ταξίδι. Ο ουρανός είχε ελάχιστα σύννεφα κάτι που αποδείχτηκε χειρότερο από την βροχή. Ταξιδεύαμε επί δώδεκα ολόκληρες ώρες, μέχρι το δειλινό, κάτω από ένα καυτό τροπικό ήλιο, από τον οποίο τα καπέλα και τα αντιηλιακά προσέφεραν μόνο υποτυπώδη προστασία.
Όταν νύχτωσε, απείχαμε ακόμα μιάμιση ώρα από το Μπαράνκας. Σηκώθηκε κύμα, η βενζίνη που μας είχε απομείνει ήταν ελάχιστη. Αν τελείωνε και σταματούσε η μηχανή το κύμα μπορούσε να αναποδογυρίσει το πλεούμενο μας που δεν είχε καρίνα ή το ρεύμα του ποταμού να μας παρασύρει στον ωκεανό. Είχαμε μόνο τους ατομικούς φακούς μας, τα τηλέφωνα μας ήταν εκτός δικτύου και τα σωσίβια έφταναν μόνο για τους μισούς. Η απόσταση από τις όχθες ήταν πάνω από χιλιόμετρο.
Ξαφνικά φάνηκαν στο βάθος τα φώτα, επιτέλους φτάναμε. Έπεσε κάπως και ο αέρας. Και τότε σταμάτησε η μηχανή. Τα χρειαστήκαμε. Ο δάσκαλος μαζί με τον τιμονιέρη κατάφεραν στο τέλος να την βάλουν μπροστά. Οι προσπάθειες τους δεν κράτησαν πάρα πολύ, αλλά εμάς αυτές οι στιγμές μας φάνηκαν αιώνες. Λίγο πριν τις οκτώ φτάσαμε επιτέλους στο Μπαράνκας. Ο δάσκαλος τα άκουσε άσχημα. Τις επόμενες μέρες σκεφτόμουν την άλλη πλευρά: σε τι απόγνωση βρέθηκε αυτός ο άνθρωπος για να θέσει σε κίνδυνο όχι εμάς αλλά τον ίδιο του τον εαυτό. Τι θα γινόταν η οικογένεια του αν του συνέβαινε το οτιδήποτε;
Οι διαμαρτυρίες μας, φυσικά, ήταν πολύ πιο έντονες προς την πλευρά του ξενοδόχου μας, ο οποίος, όπως είπαμε, είχε αναλάβει να μας βρει βάρκα. Μας περίμενε στην ακτή για να μας μεταφέρει στο Πουέρτο Ορντάς από όπου θα παίρναμε το αεροπλάνο για το Καράκας. Είχαμε συμφωνήσει μαζί του νοικιάσουμε βάρκα στην Τουκουπίτα. Έτσι τουλάχιστον θα ταξιδεύαμε μέσα από τα κανάλια, διαδρομή πολύ πιο ασφαλής από το να βγούμε στο μεγάλο ποτάμι. Γιατί πήρε την πρωτοβουλία να αλλάξει το σημείο αναχώρησης χωρίς να μας ρωτήσει; Ο Ελ Τσίνο (+58 416-4861867, που είναι πλέον πιθανόν στο εγγύς μέλλον να αναλάβει ο ίδιος την μεταφορά με λάντσα ταξιδιωτών που επιθυμούν να μείνουν στην πανσιόν του), ισχυρίστηκε πως οι λάντσες από την Τουκουπίτα είναι απασχολημένες με την μεταφορά παράνομων μεταναστών προς 500- 1000 δολ. το κεφάλι. Ένας βαρκάρης μπορεί να ακυρώσει ανά πάσα στιγμή την οποιαδήποτε συμφωνία αν του τύχει ένα τόσο προσοδοφόρο αγώγι.
Αργότερα μάθαμε πως οι δικαιολογίες του δεν ήταν τελείως αβάσιμες. Επίσης, πληροφορηθήκαμε πως λάντσες με άντρες οπλισμένους με πολυβόλα μεταφέρουν ναρκωτικά διαμέσου του Ορινόκου, από την Κολομβία μέχρι τον Ατλαντικό. Στο Δέλτα, εμείς τουλάχιστον, δεν συναντήσαμε την οποιαδήποτε στρατιωτική ή αστυνομική παρουσία, κάτι παράξενο για μια χώρα στους δρόμους της οποίας κάθε λίγα χιλιόμετρα υπάρχουν μπλόκα των δυνάμεων ασφαλείας.
Σε κάθε περίπτωση όμως, πρέπει να σημειωθεί πως οι άνθρωποι του λιμανιού του Μπαράνκας, από τους Γουαράο μέχρι τον δάσκαλο, αντί να βγάλουν ο ένας τα μάτια του άλλου προσπαθώντας να αρπάξουν τον πελάτη, συνεργάστηκαν, όπως μπορέσαμε να καταλάβουμε εκ των υστέρων, και κατάφεραν τα χρήματα που ξοδέψαμε να μείνουν σε αυτούς, αντί να πάνε κάπου αλλού. Το έτος 27 του "σοσιαλισμού του 21ου αιώνα", στο Δέλτα, γνωρίσαμε το πραγματικό πρόσωπο της σημερινής Βενεζουέλας, άγριο και συγχρόνως όμορφο.
(1) https://cissocial.org.ve/formas-de-productividad-waraos/
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας