Αθήνα, 18°C
Αθήνα
Ελαφρές νεφώσεις
18°C
19.2° 16.7°
3 BF
68%
Θεσσαλονίκη
Ελαφρές νεφώσεις
14°C
16.1° 12.5°
1 BF
68%
Πάτρα
Σποραδικές νεφώσεις
18°C
18.2° 16.6°
5 BF
63%
Ιωάννινα
Βροχοπτώσεις μέτριας έντασης
9°C
8.9° 8.9°
3 BF
87%
Αλεξανδρούπολη
Αραιές νεφώσεις
16°C
15.9° 13.5°
2 BF
94%
Βέροια
Αίθριος καιρός
12°C
13.8° 11.5°
1 BF
84%
Κοζάνη
Σποραδικές νεφώσεις
8°C
8.4° 5.9°
0 BF
76%
Αγρίνιο
Αυξημένες νεφώσεις
12°C
12.4° 12.4°
3 BF
79%
Ηράκλειο
Σποραδικές νεφώσεις
20°C
20.8° 19.8°
5 BF
64%
Μυτιλήνη
Αραιές νεφώσεις
19°C
19.4° 17.3°
4 BF
67%
Ερμούπολη
Σποραδικές νεφώσεις
18°C
18.4° 17.2°
5 BF
75%
Σκόπελος
Σποραδικές νεφώσεις
17°C
16.7° 16.2°
1 BF
72%
Κεφαλονιά
Σποραδικές νεφώσεις
17°C
16.9° 16.9°
4 BF
63%
Λάρισα
Σποραδικές νεφώσεις
13°C
14.0° 12.9°
1 BF
82%
Λαμία
Σποραδικές νεφώσεις
15°C
15.6° 14.9°
2 BF
67%
Ρόδος
Σποραδικές νεφώσεις
19°C
19.3° 18.8°
3 BF
88%
Χαλκίδα
Ελαφρές νεφώσεις
17°C
18.8° 16.8°
3 BF
54%
Καβάλα
Αραιές νεφώσεις
14°C
14.4° 13.3°
2 BF
77%
Κατερίνη
Αίθριος καιρός
12°C
14.7° 12.2°
2 BF
72%
Καστοριά
Ελαφρές νεφώσεις
6°C
6.3° 6.3°
1 BF
95%
ΜΕΝΟΥ
Δευτέρα, 09 Δεκεμβρίου, 2024
Páramo
Páramo στο Εθνικό Πάρκο Los Nevados | φωτ. Γ. Κακολύρης

Πεζοπορώντας στην Κολομβία 

Η Κολομβία βρίσκεται στη βορειοδυτική άκρη της Νότιας Αμερικής έχοντας έκταση 1.141.748τ.χλμ. (περίπου 8,5 φορές σαν την Ελλάδα) και πληθυσμό περίπου 52 εκατομμύρια (4η στη Ν. Αμερική). Βρέχεται από την Καραϊβική Θάλασσα στα βόρεια και τον Ειρηνικό Ωκεανό στα δυτικά, συνορεύει με τη Βενεζουέλα στα ανατολικά και βορειοανατολικά, τη Βραζιλία στα νοτιοανατολικά, τον Ισημερινό και το Περού στα νότια και νοτιοδυτικά, και τον Παναμά στα βορειοδυτικά. Η Κολομβία είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής που βρέχεται τόσο από τον Ατλαντικό όσο και τον Ειρηνικό Ωκεανό.

Πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Κολομβίας είναι η Μπογκοτά με περίπου 8 εκατομμύρια πληθυσμό. Βρίσκεται στο κέντρο της χώρας και είναι χτισμένη σε οροπέδιο, σε υψόμετρο 2.640μ., με αποτέλεσμα να είναι η τρίτη πιο ορεινή μεγάλη πόλη στον κόσμο, μετά τη Λα Πας της Βολιβίας και το Κίτο του Ισημερινού. Πολλά από τα κτήρια της πόλης είναι χτισμένα με κόκκινο τούβλο, ενώ η μυρωδιά από το καυσαέριο είναι διάχυτη σε όλη την πόλη. Από πάνω της δεσπόζει ο λόφος Μονσερράτε (Cerro Monserrate 3.152μ.), μ’ έναν ναό του 17ου αιώνα στην κορυφή του αφιερωμένο στον Πεπτωκότα Κύριο (El Señor Caído), που προσελκύει πλήθη πιστών και όπου φτάνει κανείς με τελεφερίκ ή από μονοπάτι (1,5χλμ). 

Η παλιά πόλη (Καντελάρια) της Μπογκοτά. | (φωτ. Γ. Κακολύρης)

Η Μπογκοτά θεωρείται σήμερα πολύ πιο ασφαλής, σε σχέση με τις δεκαετίες του 1980 και 1990 όταν οι δολοφονίες, απαγωγές και εκρήξεις σε κεντρικά σημεία της ήταν καθημερινή υπόθεση, με τα καρτέλ κοκαΐνης να βρίσκονται πίσω από αρκετές. Τον τρόπο με τον οποίο μια ολόκληρη γενιά έζησε αυτόν τον κύκλο βίας και φόβου περιγράφει πολύ ωραία ο Κολομβιανός λογοτέχνης Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες στο βιβλίο του Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, Ίκαρος 2014). Αντίστοιχα, στο βιβλίο Η είδηση μιας απαγωγής (μτφρ. Κλαίτη Σωτηριάδου, Α.Α. Λιβάνη, 1996), ο επίσης Κολομβιανός, τιμημένος με Νόμπελ λογοτεχνίας, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, εξιστορεί τις απαγωγές μιας σειράς επιφανών πολιτών της Κολομβίας από τους λεγόμενους «Εκδόσιμους» (Los Extraditables) που ανήκαν κυρίως στο καρτέλ Μεδεγίν του Πάμπλο Εσκομπάρ. Αυτές οι απαγωγές έλαβαν χώρα τον χειμώνα του 1990 με σκοπό να εκβιάσουν την κυβέρνηση και να πετύχουν την επίσημη δέσμευσή της στη μη έκδοσή τους στις ΗΠΑ.

Στην Μπογκοτά μείναμε μόνο δύο μέρες για να συνέλθουμε από το πολύωρο αεροπορικό ταξίδι, πριν πάρουμε τον δρόμο για τη μικρή πόλη Salento (Σαλέντο) και το Εθνικό Φυσικό Πάρκο Los Nevados (= Οι χιονισμένες, χιονοσκεπείς, ενν. κορυφές). Ο ουρανός της πόλης ήταν γκρίζος, παρόλο που ο Δεκέμβρης είναι ο μήνας με τη μεγαλύτερη ηλιοφάνεια. Ήλιο δεν είδαμε καθόλου, παρά μόνο τις τελευταίες μέρες του ταξιδιού μας, στα βορειανατολικά της χώρας, στο Ελ Κοκούι (El Cocuy). Όπως ήταν αναμενόμενο, επισκεφθήκαμε κι εμείς την «παλιά πόλη» της Μπογκοτά, τη συνοικία Καντελάρια (La Candelaria). Αφετηρία της περιήγησής μας ήταν η μνημειώδης Plaza de Bolívar. Λίγα τετράγωνα μακριά από την πλατεία, βρίσκεται το σύμπλεγμα μουσείων που διαχειρίζεται η Banco de la República και περιλαμβάνει το περίφημο Μουσείο Μποτέρο (Museo Botero). Το μουσείο ιδρύθηκε το 2000, όταν ο Φερνάντο Μποτέρο, ο διάσημος αυτός ζωγράφος και γλύπτης της Κολομβίας που απεβίωσε πρόσφατα (15 Σεπτεμβρίου 2023), γνωστός για τις  υπερμεγέθεις φιγούρες, δώρισε περισσότερα από 100 δικά του έργα, μαζί με 85 άλλων καλλιτεχνών, όπως των Πικάσο, Μονέ, Ματίς και Κλιμτ. Στο ίδιο σύμπλεγμα στεγάζεται το σημαντικό Museo de Arte Miguel Urrutia (MAMU), με έργα κυρίως Κολομβιανών καλλιτεχνών, και το Museo Casa de Moneda. Η είσοδος και στα τρία μουσεία είναι δωρεάν. Στην Μπογκοτά μείναμε στο αξιοπρεπές μικρό ξενοδοχείο Las Terrazas, δημιούργημα του αρχιτέκτονα Jorge Piñol από το 1970, στην ήσυχη οικιστική περιοχή Chapinero, όχι ιδιαίτερα κοντά στο κέντρο (31€ το δίκλινο). 

Κορυφές της Κολομβίας

Η Κολομβία διαθέτει εντυπωσιακό αριθμό από βουνοκορφές άνω των 5.000μ. Η ψηλότερη είναι η Pico Cristóbal Colón (5.776μ.), περίπου 42χλμ. από την ακτή της Καραϊβικής στη βόρεια Κολομβία, και είναι μέρος της οροσειράς Sierra Nevada de Santa Marta. Είναι μόλις ένα μέτρο ψηλότερη από την  όμορη Pico Simón Bolívar που βρίσκεται στην ίδια οροσειρά. Ο πληθυσμός της περιοχής περιλαμβάνει ινδιάνους Αραουάκοι. Η Santa Marta, στα βορειοδυτικά, και η Valledupar, στα νοτιοανατολικά, είναι οι πλησιέστερες πόλεις. Στο ίδιο πάρκο συναντάμε την τρίτη, τέταρτη και όγδοη ψηλότερη κορυφή της Κολομβίας, τη La Reina (5.536μ.), την Pico Ojeda (5.490μ.) και την Pico Guardián (5.285μ.) αντίστοιχα. Η Ritacuba Blanco (Ritak’Uwa) (5.410μ.) είναι η πέμπτη ψηλότερη κορυφή και βρίσκεται στο Εθνικό Πάρκο Sierra Nevada del Cocuy y Güicán στη βορειοανατολική Κολομβία, όπου βρίσκεται και η δέκατη ψηλότερη κορυφή, η Concavo (5.180μ.). Η έκτη ψηλότερη κορυφή είναι το ψηλότερο ηφαίστειο της Κολομβίας, το Nevado del Huila (5.364μ.). Περιβάλλεται από το Parque Nacional Natural Nevado del Huila και βρίσκεται στην κεντρική οροσειρά των Άνδεων, όπου ενώνονται τα τρία διοικητικά διαμερίσματα Huila, Tolima και Cauca. Είναι ορατό από την πόλη Κάλι. Τα ηφαίστεια Nevado del Ruiz (5.311μ.) και Nevado del Tolima (5.225) αποτελούν την έβδομη και ένατη ψηλότερη βουνοκορφή αντίστοιχα και βρίσκονται στο  Εθνικό Φυσικό Πάρκο Los Nevados, περίπου 130χλμ. δυτικά της Μπογκοτά. Όλες οι παραπάνω κορυφές καλύπτονται από παγετώνα. 

Το Σαλέντο | (φωτ. Γ. Κακολύρης)

Στην Κολομβία υπάρχουν 59 εθνικές προστατευόμενες περιοχές που καλύπτουν περίπου 169.545τ.χλμ. και αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 14% της έκτασης της χώρας. Από αυτές τις προστατευόμενες περιοχές, 43 έχουν κηρυχθεί Εθνικά Φυσικά Πάρκα (Parque Natural Nacional - PNN). Εμείς αποφασίσαμε να περπατήσουμε δύο από τα σημαντικότερα, το Los Nevados και το El Cocuy. Στα αρχικά μας πλάνα ήταν και το μονοπάτι της Χαμένης Πόλης (Ciudad Perdida), μια πεζοπορική διαδρομή 4 ημερών και 47χλμ. μέσα από τις παράκτιες ζούγκλες της οροσειράς Sierra Nevada de Santa Marta στη βόρεια Κολομβία που καταλήγει σε αρχαιολογικό χώρο, περιοχή όπου κάποτε ζούσε η προκολομβιανή φυλή των Tairona.  Η πόλη αυτή πιστεύεται ότι ιδρύθηκε περί το 800 μ.Χ. Η Ciudad Perdida αποτελείται από μια σειρά 169 αναβαθμίδων που είναι σκαλισμένες στη βουνοπλαγιά, ένα δίκτυο από πλακόστρωτους δρόμους και αρκετές μικρές κυκλικές πλατείες. Είναι προσβάσιμη μόνο μέσω της ανάβασης 1.200 πέτρινων σκαλοπατιών μέσα από πυκνή ζούγκλα. Δυστυχώς, ο χρόνος δεν μας επέτρεψε να πραγματοποιήσουμε τη συγκεκριμένη διαδρομή. 

Το Εθνικό Φυσικό Πάρκο Los Nevados 

Έδρα μας για τις πεζοπορικές εξορμήσεις στο Εθνικό Φυσικό Πάρκο Los Nevados (Parque Nacional Natural Los Nevados) ήταν η ιδιαίτερα γραφική μικρή πόλη του Σαλέντο (Salento), η οποία αριθμεί περί τους 10.000 κατοίκους. Η παραδοσιακή αποικιακή αρχιτεκτονική της έχει καταστήσει την πόλη, μαζί με την κοντινή κοιλάδα Κοκόρα (Cocora), έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς στην Κολομβία. Το ιστορικό της κέντρο εγγράφηκε το 2011 στον κατάλογο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO ως μέρος του «Πολιτιστικού Τοπίου του Καφέ». Δύο ήταν οι επιλογές για να φτάσουμε στο Σαλέντο:  είτε με λεωφορείο (10 ώρες από την Μπογκοτά) είτε αεροπορικώς με άφιξη στην Αρμένια (Armenia) και στη συνέχεια με βανάκι για άλλα 35΄ στο Σαλέντο (24χλμ.). Προτιμήσαμε την πρώτη εκδοχή για να απολαύσουμε τη διαδρομή των 300χλμ. που διέρχεται μέσα από πυκνά δάση απαράμιλλης ομορφιάς, και αφήσαμε το αεροπλάνο για την επιστροφή. Στο Σαλέντο, καταλύσαμε στον ήσυχο ξενώνα Los Girasoles, με την αυλή του να έχει πανοραμική θέα προς τη γύρω δασική περιοχή και τις φυτείες καφέ, ωστόσο δεινοπαθήσαμε με το καυτό νερό του ντους που ήταν αδύνατο να κρυώσει. Καλό φαγητό σε μεγάλες μερίδες φάγαμε στο El Patio de mi Casa, ενώ ωραίο καφέ ήπιαμε στο Café Jesús Martín. Μπορεί η Κολομβία να φημίζεται για τον καφέ της, και ιδιαίτερα το Σαλέντο, ωστόσο αυτός που σερβίρεται συνήθως είναι νερόπλυμα. Ο λόγος είναι ότι ο καλός καφές, που είναι ακριβός, είναι μόνο για εξαγωγή, ενώ στην ίδια την Κολομβία συνήθως καταναλώνεται καφές εισαγωγής που είναι φτηνότερος. Η υγρασία τις μέρες που μείναμε στο Σαλέντο έφτανε το 90%, ενώ δεν έλειψαν και κάποιες σύντομες μπόρες. Είκοσι χιλιόμετρα από το Σαλέντο βρίσκεται η εξίσου γραφική Φινλάντια (Finlandia). Η μεταξύ τους σύνδεση γίνεται με τα τζιπ «Willys» (1,5€ το άτομο). Όπως στο Σαλέντο, έτσι κι εδώ είναι χαρακτηριστική η αρχιτεκτονική της περιοχής με τα παραδοσιακά διώροφα σπίτια με τα χειροποίητα ξύλινα κάγκελα στα παράθυρα και τα μπαλκόνια. 

Το Εθνικό Φυσικό Πάρκο Los Nevados βρίσκεται στην Κεντρική Οροσειρά (Cordillera Central) των κολομβιανών Άνδεων. Το πάρκο περιβάλλει το βόρειο ηφαιστειακό σύμπλεγμα που σχηματίζεται από τα ηφαίστεια Nevado del Ruiz, Nevado del Tolima, Nevado de Santa Isabel, τα paramillos Cisne, Santa Rosa και Quindío και τα Cerro Bravo και Cerro Machín. Στα τέλη του 19ου αιώνα, υπήρχαν έξι παγετώνες στις κορυφές El Ruiz, Santa Isabel, Tolima, El Cisne, Quindío και στο σημερινό Paramillo de Santa Rosa και ξεκινούσαν από τα 4.500μ. υψόμετρο. Από τους πρώην έξι παγετώνες, σήμερα υπάρχουν μόνο οι τρείς πρώτοι. Οι υπόλοιποι τρεις είχαν λιώσει εντελώς μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970. Το φαινόμενο της υποχώρησης των παγετώνων επιδεινώθηκε κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Οι εναπομείναντες παγετώνες αντιμετωπίζουν συνεχή διαδικασία τήξης, με την κατάσταση να είναι κρίσιμη για τους Tolima και Santa Isabel, η έκταση των οποίων δεν υπερβαίνει τα δύο τετραγωνικά χιλιόμετρα και που αναμένεται να εξαφανιστούν εντελώς μέχρι το 2040.

Το Nevado del Ruiz είναι ένα από τα πιο ενεργά ηφαίστεια της χώρας. Στις 13 Νοεμβρίου 1985, μια έκρηξη προκάλεσε τεράστια ροή λάσπης από πυροκλαστικά υλικά και θραύσματα βράχων που έθαψε και κατέστρεψε την πόλη Armero στην Τολίμα, προκαλώντας περίπου 25.000 θανάτους. Σήμερα το ηφαίστειο συνεχίζει να βρυχάται και να εκλύει πυκνό λευκό καπνό, και η πρόσβαση στην κορυφή του απαγορεύεται. Η προσέγγιση του ηφαιστείου Santa Isabel γίνεται μέσω του χωριού Ποτόσι (Potosí) κοντά στη Σάντα Ρόσα ντε Καμπάλ. Υπάρχουν ημερήσιες εκδρομές από την Περέιρα (Pereira) ή τη Μανισάλες (Manizales) που φτάνουν μέχρι  την άκρη του παγετώνα, ενώ η ανάβαση στην κορυφή απαιτεί ενδιάμεση διανυκτέρευση και εξοπλισμό για παγωμένο τερέν. Σχετικά κοντά στο ηφαίστειο Santa Isabel βρίσκεται η εντυπωσιακή λίμνη Laguna de Otún (3.950μ.). Η ανάβαση στο Nevado del Tolima, το νοτιότερο και δεύτερο ψηλότερο ηφαίστειο του πάρκου, το οποίο θεωρείται από πολλούς το ωραιότερο, απαιτεί ένα τετραήμερο.

Η κοιλάδα Κοκόρα. | (φωτ. Γ. Κακολύρης)

Πεζοπορώντας μέχρι το διάσελο «Piedras Gordas» (4.200μ.)

Το πρακτορείο οδηγών βουνού που βρήκαμε για να ανεβούμε στην κορυφή Νεβάδο ντελ Τολίμα ήταν οι Montanas Colombianas και είχαν διαθεσιμότητα μόνο για το τετραήμερο 26-29/12. Μέχρι τότε είχαμε στη διάθεσή μας ένα διήμερο για να κάνουμε κάποια άλλη πεζοπορία στο Πάρκο Los Nevados, κυρίως για να εγκλιματιστούμε. Έτσι, κλείσαμε ένα διήμερο με τους Paramo Trek, τη διαδρομή που αυτοί αποκαλούν «Lookout Nature». Νωρίς το πρωί, αφού φάγαμε πρωινό στα γραφεία του πρακτορείου και συναντήσαμε το ζευγάρι Ολλανδών που θα περπατούσαμε μαζί, καθώς και τον εξαιρετικό οδηγό μας Χουλιάν, ένα βανάκι μάς μετέφερε στην είσοδο της κοιλάδας Κοκόρα, ένα εικοσάλεπτο από το Σαλέντο. Ξεκινήσαμε την πεζοπορία μας από τα 2.390μ., όπου μπορούσαμε να δούμε δεξιά και αριστερά μας τη μοναδική κοιλάδα με τους πανύψηλους κυρόξυλους φοίνικες που φτάνουν ακόμη και τα 60μ. Πάντως ο πιο γραφικός περίπατος στην περιοχή είναι ο κύκλος των 12χλμ., διάρκειας τεσσάρων ωρών, από το χωριουδάκι Κοκόρα κατά μήκος του ποταμού και επιστροφή από ένα μονοπάτι ψηλά πάνω από την κοιλάδα, με εκπληκτική θέα προς τις εκτάσεις με τους φοίνικες. Στη συνέχεια οι φοίνικες έδωσαν τη θέση τους στα «δάση των νεφών», όπως αποκαλούνται, που γίνονταν όλο και πυκνότερα καθώς ανεβαίναμε, με το μονοπάτι να διασχίζει σε αρκετά σημεία τον ποταμό Σαν Χοσέ με ξύλινες γέφυρες.

Πεζοπορώντας στα πάραμο του Εθνικού Πάρκου Los Nevados | (φωτ. Βασίλης Θ.)

Η διαδρομή ήταν λασπώδης, κυρίως λόγω των μουλαριών που μετέφεραν τον εξοπλισμό των πεζοπόρων και τρόφιμα στα αγροκτήματα διαμονής, και όσο ανεβαίναμε γινόταν όλο και περισσότερο επικλινής. Οι γαλότσες που είχα νοικιάσει από το πρακτορείο για 3,5€ στάθηκαν σωτήριες, κάτι που το γνώριζα άλλωστε από παρόμοιο πεδίο στα όρη Ρουανζόρι στην Ουγκάντα. Τις πεζοπορικές μου μπότες ούτε καν τις χρησιμοποίησα. Με ανοίκεια τιτιβίσματα εξωτικών πουλιών να μας συνοδεύουν, φτάσαμε ύστερα από έξι ώρες στον τελικό προορισμό της πρώτης ημέρας που ήταν το αγρόκτημα «La Argentina», στα 3.400μ, αφού είχαμε καλύψει προηγουμένως 12χλμ. απόσταση. Μόλις τακτοποιηθήκαμε στον ξενώνα, φάγαμε υπέροχη πατατόσουπα, λαχανικά, που ήταν δικής τους παραγωγής, και ρύζι. Όλα σχεδόν τα γεύματα συνοδεύονται από αγουαπανέλα (aguapanela), είδος μελάσας που προέρχεται από τη βράση σε υψηλή θερμοκρασία του χυμού του ζαχαροκάλαμου. Εκτίμησα ιδιαίτερα το γεγονός ότι επειδή ο Ολλανδός συνοδοιπόρος είχε σοβαρά προβλήματα με το υψόμετρο, νωρίς την επομένη ήρθε άλλος οδηγός από το Σαλέντο, καλύπτοντας τα 12χλμ. σε τρεις ώρες, και τον κατέβασε μαζί με τη σύντροφό του στο χωριό. Οι εναπομείναντες, ο Βασίλης, εγώ και ο οδηγός μας, ο Χουλιάν, μετά από ένα τυπικό αγροτικό κολομβιανό πρωινό, αρχίσαμε την ανάβασή μας, περνώντας από το αγρόκτημα «Buenos Aires» στα 3.700μ. πριν φτάσουμε στον στόχο μας, το διάσελο «Piedras Gordas» (Χοντρές Πέτρες) στα 4.200μ., απ’ όπου μπορούσαμε, πέρα από τη γύρω περιοχή, να δούμε από μακριά το ηφαίστειο Quindio  (4.750μ.) και την παγετώδη κορυφή Νεβάδο ντελ Τολίμα. Το κυριότερο όμως ήταν ότι αυτή η πεζοπορική διαδρομή μάς έδωσε την ευκαιρία να έρθουμε για πρώτη φορά σε επαφή με το μαγευτικό οικοσύστημα πάραμο (páramo), για το οποίο θα πούμε περισσότερα στη συνέχεια. Την απόσταση των 4,1χλμ. μέχρι το διάσελο και την υψομετρική διαφορά των 816μ. την καλύψαμε σε 2 ώρες. Επιστρέψαμε από τα ίδια στην κοιλάδα Κοκόρα, αφού απολαύσαμε πρώτα μια ζεστή σούπα στο αγρόκτημα «La Argentina». Η εξόρμηση ολοκληρώθηκε με τον γνωστό και στα καθ’ ημάς τρόπο, δηλαδή δείπνο σε εστιατόριο του Σαλέντο (περιλαμβανόταν στην τιμή του πακέτου, το οποίο ανερχόταν στα 168€ το άτομο για το διήμερο και περιείχε μεταφορά, διαμονή, όλα τα γεύματα και οδηγό βουνού). 

Τα Πάραμο

Αυτό που δεν είχαμε ξαναδεί και μας προκάλεσε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον ήταν τα πάραμο (páramo). Τα πάραμο αποτελούν ποικιλία οικοσυστημάτων αλπικής τούνδρας που βρίσκονται αποκλειστικά στην οροσειρά των Άνδεων. Συναντώνται σε χώρες όπως η Κολομβία, η Βενεζουέλα, το Εκουαδόρ και το Περού και  καταλαμβάνουν μια ζώνη μεταξύ της δασικής γραμμής και της μόνιμης γραμμής του χιονιού, δηλαδή εκτείνονται σε υψόμετρο μεταξύ 3.500 και 4.500μ. Η βλάστησή τους αποτελείται κυρίως από τις εντυπωσιακές, γιγαντιαίες Espeletia pycnophylla, κοινώς γνωστές ως «frailejones» (φράιλεχόνες), θάμνους, γρασίδι και βάλτους. Τα φύλλα των frailejones θυμίζουν αυτιά κουνελιού, ενώ τα ξεραμένα φύλλα του κορμού τους δίνουν στο φυτό μια φοινικόμορφη εμφάνιση. Οι frailejones είναι γνωστές για τη συμβολή τους στη βιωσιμότητα του νερού, καθώς συλλαμβάνουν τους υδρατμούς από τα διερχόμενα σύννεφα στον σπογγώδη κορμό τους και τους απελευθερώνουν μέσω των ριζών τους στο έδαφος, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία τεράστιων υπόγειων αποθεμάτων νερού σε μεγάλο υψόμετρο, αλλά και λιμνών που στη συνέχεια σχηματίζουν ποτάμια. Τα συγκεκριμένα φυτά απειλούνται με εξαφάνιση λόγω της παράνομης καταστροφής των πάραμο για γεωργικούς σκοπούς, ιδίως για την καλλιέργεια πατάτας. Από το 2010 περίπου τα φυτά έχουν επίσης δεχθεί επιθέσεις από προνύμφες σκαθαριών, καθώς κι από έναν σκώρο και έναν μύκητα, κάτι που πιθανολογείται ότι σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή η οποία επιτρέπει την ύπαρξη οργανισμών που συνήθως ζουν σε χαμηλότερα υψόμετρα.

Ανάβαση στην κορυφή του ηφαιστείου Νεβάδο ντελ Τολίμα (5.225μ.)

Η παγετώδης κορυφή του ηφαιστείου Νεβάδο ντελ Τολίμα ήταν αναμφίβολα ο μεγάλος στόχος του ταξιδιού μας στην Κολομβία. Η πιο πρόσφατη δραστηριότητα του ηφαιστείου χρονολογείται από το 1943 και η τελευταία μεγάλη έκρηξη πριν από περίπου 3.600 χρόνια. Ο υπολειπόμενος παγετώνας στην κορυφή του βουνού τροφοδοτεί τους μικρούς ποταμούς Totare, San Romualdo, Toche και Combeima. Όλοι αυτοί εκβάλλουν στην ανατολική πλαγιά της Cordillera Central, στον ποταμό Magdalena, τον μεγαλύτερο της Κολομβίας, ο οποίος ρέει για περίπου 1.500χλμ.

Αυτή τη φορά ανέλαβαν –όχι οικειοθελώς!– τα μουλάρια τη μεταφορά του εξοπλισμού μας στο αγρόκτημα «La Playa de Aquilino» (3.700μ.) στο οποίο καταλύσαμε. Την ομάδα αποτελούσαν επτά άτομα και οι τρεις οδηγοί μας, ο Luis από τη Βενεζουέλα, ο οποίος μιλούσε πολύ καλά αγγλικά, αλλά πήγαινε αρκετά γρήγορα, ο Camilo και ο Lalo. Σημείο αφετηρίας ήταν και πάλι  η κοιλάδα Κοκόρα, με κατεύθυνση αυτή τη φορά δυτικά, κατά μήκος του ποταμού Κουιντίο (Quindío), τον οποίο το μονοπάτι διασχίζει αρκετές φορές με σταθερές ξύλινες και αιωρούμενες γέφυρες. Το συγκεκριμένο μονοπάτι είχε λιγότερη λάσπη από το προηγούμενο καθότι δεν διέρχονται από αυτό άλογα και μουλάρια. Σύντομα μπήκαμε σε πυκνό τροπικό δάσος, το οποίο, μετά τα 3.300μ.,  έδωσε τη θέση του στο οικοσύστημα πάραμο. Στη διαδρομή συναντήσαμε αρκετές άλλες ομάδες πεζοπόρων, που είτε ακολουθούσαν κάποιον οδηγό ή ακόμη πορεύονταν μόνες τους. Η κορυφή του ηφαιστείου Νεβάδο ντελ Τολίμα αποτελεί θέλγητρο για μεγάλο αριθμό ορειβατών. Το μονοπάτι είναι ευκρινές και η διαδρομή είναι αναρτημένη τόσο στο Wikiloc όσο και στο Maps.Me. Αφού περάσαμε το αγρόκτημα «Primavera» (3.800μ.) και κατηφορίσαμε για άλλα είκοσι λεπτά, φτάσαμε στο αγρόκτημα «La Playa», όπου και καταλύσαμε σ’ ένα από τα ξύλινα δωμάτιά του. Στα εθνικά πάρκα της Κολομβίας, τα αγροκτήματα υποκαθιστούν την έλλειψη καταφυγίων. Δεν προσφέρουν μόνο στέγαση, αλλά και διατροφή, που συνήθως αποτελείται από προϊόντα που καλλιεργούν οι ιδιοκτήτες τους. Η απόσταση που καλύψαμε την πρώτη μέρα ήταν 17,5χλμ., με μια υψομετρική διαφορά 1.715μ. σε άνοδο και 400μ. σε κάθοδο, ενώ το ψηλότερο σημείο που φτάσαμε ήταν τα 3.900μ.

Στην κορυφή του ηφαιστείου Νεβάδος ντελ Τολίμα | (φωτ. Γ. Κακολύρης)

Η δεύτερη μέρα ήταν μέρα εγκλιματισμού, με μια πεζοπορία στο Paramo de Romerales που μας έφερε σε μία από τις χαμηλότερες κορυφές του ηφαιστείου Quindio, στα 4.400μ. Πιστός σύντροφος στη διαδρομή ήταν ένα από τα σκυλιά του αγροκτήματος. Η εντυπωσιακότερη στιγμή της ημέρας ήταν το μεγαλειώδες πέταγμα ενός κόνδορα των Άνδεων αρκετά κοντά μας. Σύμφωνα με το αρχικό πρόγραμμα, τη δεύτερη μέρα θα πεζοπορούσαμε προς την κατασκήνωση βάσης (base camp) στα 4.400μ., όπου και θα διανυκτερεύαμε σε σκηνές. Ωστόσο, το πρόγραμμα άλλαξε, οπότε η προσέγγιση της κορυφής θα γινόταν απευθείας από το αγρόκτημα «La Playa». Η αιτιολογία που δόθηκε από τον οδηγό είναι ότι δεν επιτρέπεται πλέον στα μουλάρια να φτάσουν στην κατασκήνωση βάσης. Βέβαια, κάτι τέτοιο φαίνεται να συμφέρει τα πρακτορεία, που σ’ αυτή την περίπτωση δεν χρειάζεται να επιβαρυνθούν με την επιπλέον μεταφορά των πραγμάτων στην κατασκήνωση, το μαγείρεμα, αλλά και το στήσιμο των σκηνών. Νωρίς το απόγευμα, μας δόθηκαν κραμπόν, πιολέ και κράνος, και μας έγινε μια σύντομη ενημέρωση για τη χρήση τους.

Στην αρχή του παγετώνα του ηφαιστείου Τολίμα (5.020μ.) | (φωτ. Βασίλης Θ.)

Στις έντεκα το βράδυ, αφού ήπιαμε καφέ και φάγαμε κάτι, και μας δόθηκαν και μερικά καλούδια να έχουμε μαζί μας, αρχίσαμε την πεζοπορία μας προς την κορυφή. Για την πρώτη 1,30 ώρα, η διαδρομή κινούνταν ομαλά στο ίδιο περίπου υψόμετρο. Στη συνέχεια άρχισε ν’ ανηφορίζει με ήπιο τρόπο. Κάποια στιγμή κλείσαμε τους φακούς, μιας και το φεγγάρι έλουζε με το φως του τη γύρω περιοχή. Στις δύο το βράδυ είχαμε φτάσει στην κατασκήνωση βάσης, όπου βρίσκονταν 7-8 σκηνές, με λίγες ακόμα να έχουν στηθεί σ’ ένα πλάτωμα στην τοποθεσία Arenales στα 4.700μ. Την περιοχή πάραμο διαδέχθηκε μια απότομη, αμμώδης πλαγιά που μας οδήγησε σε μια μεγάλη επίπεδη ζώνη, ενώ στη συνέχεια το μονοπάτι διερχόταν μέσα από μια περιοχή με μεγάλους βράχους που πριν από μερικά χρόνια καλύπτονταν από τον παγετώνα. Σε αρκετά σημεία, η ανάβαση προϋπέθετε ένα στοιχειώδες σκαρφάλωμα με τη χρήση χεριών (σκράμπλινγκ), όχι όμως κάτι ιδιαίτερα δύσκολο. Παρ’ όλα αυτά, εγώ κουράστηκα ιδιαίτερα στο σκαρφάλωμα. Κάποια στιγμή φτάσαμε στην αρχή του παγετώνα στα 5.000μ., όπου σταματήσαμε για να φορέσουμε τον εξοπλισμό μας και να δεθούμε σε σχοινοσυντροφιές. Η ανάβαση διήρκησε περίπου δύο ώρες. Συχνά, έπρεπε να σταματώ τη σχοινοσυντροφιά μου για να πάρω ανάσα. Αρχικά το απέδωσα στο υψόμετρο, όμως τις επόμενες μέρες κατάλαβα ότι είχα ανεβεί με τα πρώτα συμπτώματα κορωνοϊού να κάνουν έκδηλα την εμφάνισή τους. Στις έξι το πρωί, μετά από επτά ώρες πεζοπορίας και αφού είχαμε διανύσει 10χλμ. και μια υψομετρική διαφορά 1.600μ., φτάσαμε στην κορυφή. Ήταν η πρώτη φορά που έφτανα σε τόσο μεγάλο υψόμετρο. Η προηγούμενη ήταν στο οροπέδιο των Παμίρ του Τατζικιστάν στα 5.100μ., πάλι μαζί με τον Βασίλη. Δυστυχώς, η κορυφή του ηφαιστείου ήταν καλυμμένη από πυκνή ομίχλη, κι έτσι δεν μπορέσαμε να δούμε τον κρατήρα. Για καλή μας τύχη δεν φυσούσε, ενώ χιόνιζε ελαφρώς, χωρίς όμως να κάνει πολύ κρύο. Η θερμοκρασία δεν πρέπει να ήταν κάτω από το μηδέν. Η κατάβαση του παγετώνα ήταν λίγο δυσκολότερη, διότι κάποια στιγμή η κλίση της παγωμένης πλαγιάς ήταν περίπου 40%. Στη μία το μεσημέρι ήμασταν πίσω στο αγρόκτημα, ενώ ο βήχας μου είχε αρχίσει να επιδεινώνεται. Το άλλο πρωί, μετά το πρωινό, πακετάραμε τα πράγματά μας και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής, στη διάρκεια του οποίου συναντήσαμε τρεις Ελληνίδες που, περιδιαβαίνοντας την κοιλάδα της Κοκόρα, είχαν χάσει τον δρόμο τους και είχαν ανέβει στα 3200μ. Για κάποιον/-α που δεν θέλει να επιστρέψει από τα ίδια, στο ύψος του αγροκτήματος «Primavera» το μονοπάτι διακλαδίζεται και η επιστροφή μπορεί να γίνει από το αγρόκτημα «Argentina».

Το ηφαίστειο El Ruiz (5.311μ.) | (φωτ. Γ. Κακολύρης)

Εθνικό Φυσικό Πάρκο Ελ Κοκούι

Μεσημέρι της επομένης πήραμε το βανάκι για την Αρμένια (1,5€), απ’ όπου θα πετάγαμε αεροπορικώς με τη Latam (62,5€) για την Μπογκοτά, για να πάρουμε στη συνέχεια το λεωφορείο για τη γραφική κωμόπολη των 2.000 κατοίκων Ελ Κοκούι, έδρα των επόμενων πεζοπορικών μας διαδρομών. Από φαρμακείο του αεροδρομίου της Μπογκοτά προμηθεύτηκα ένα τεστ κορωνοϊού για να επιβεβαιώσω αυτό που υποψιαζόμουν, ότι ήμουν θετικός. Ήδη φορούσα μάσκα, όχι για να προστατεύσω πλέον εμένα, αλλά τους άλλους. Η νυχτερινή διαδρομή του άνετου αλλά κρύου λεωφορείου της εταιρείας Libertadores κράτησε 10 ώρες, σε αντίθεση με την επιστροφή που έφτασε τις 11,30. Οι ντόπιοι που γνώριζαν πολύ καλά τι σημαίνει να ταξιδεύεις νύχτα στα 3.000μ., είχαν προνοήσει να ντυθούν καλά και να καλύψουν τα πόδια τους με μια πολύχρωμη κουβέρτα, ενώ εγώ, λιγότερο προνοητικός, αναγκάστηκα να τα σκεπάσω με το κάλυμμα του πεζοπορικού μου σακιδίου. Στα διαστήματα που δεν κοιμόμουν, έβλεπα το λεωφορείο να διασχίζει περιστασιακά νεροφαγωμένους χωματόδρομους στους οποίους μετά βίας χωρούσε, ενώ επιβάτες επιβιβάζονταν και αποβιβάζονταν στη μέση του πουθενά. 

Στο γραφικό Ελ Κοκούι καταλύσαμε στο πολύ όμορφο Hotel Museo la Posada del Molino (24€ το δίκλινο), με τους βαμμένους λευκούς τοίχους και τα λαδί ξύλινα πορτοπαράθυρα, όπως συνέβαινε ανεξαιρέτως και με τα υπόλοιπα δίπατα κεραμόσπιτα του χωριού. Το ξενοδοχείο σέρβιρε καλό και φθηνό φαγητό, όπως και το Casa Muñoz στην κεντρική πλατεία. Για καφέ και γλυκά μάς συνέστησαν το Altura. Την τελευταία μέρα, λόγω έλλειψης δωματίων, μεταφέρθηκα στο συμπαθητικό Hostal la Casa del Músico (12€ το μονόκλινο, με εξωτερικό μπάνιο). Η παρουσία ιθαγενών στο Ελ Κοκούι ήταν σίγουρα μεγαλύτερη από το Σαλέντο. Πολλοί από τους κατοίκους του φορούσαν το παραδοσιακό καπέλο και poncho (πανωφόρι από χοντρό μάλλινο ύφασμα) με μια πλεκτή στρογγυλή τσάντα να κρέμεται χιαστί στο στήθος, κυρίως στις γυναίκες. Ο χαιρετισμός «Buenos dias» (καλημέρα!) ήταν διαρκώς στα χείλη τους.

Το Ελ Κοκούι | (φωτ. Γ. Κακολύρης)

Το Εθνικό Φυσικό Πάρκο El Cocuy (Parque Natural Sierra Nevada del Cocuy Chita o Guican) βρίσκεται βορειοανατολικά, κοντά στα σύνορα με τη Βενεζουέλα, στην Ανατολική Κορδιλιέρα (Cordillera Oriental) των κολομβιανών Άνδεων, διαθέτοντας τη μεγαλύτερη παγετώδη μάζα στη Νότια Αμερική, βόρεια του Ισημερινού. Τα λιωμένα νερά από αυτό το σύστημα παγετώνων τροφοδοτούν τους ποταμούς Arauca, Casanare και Chicamocha, οι οποίοι με τη σειρά τους εκβάλλουν στις λεκάνες Magdalena και Orinoco. Σημαντικά τμήματα του πληθυσμού της Κολομβίας και της Βενεζουέλας χρησιμοποιούν τους υδατικούς πόρους από αυτές τις λεκάνες για τη γεωργία και την υδροδότησή τους. Το πάρκο έχει έκταση 3.000τ.χμ, εκ των οποίων το 47% καλύπτεται από οικοσυστήματα πάραμο. Ανάμεσα στα φυσικά αξιοθέατα της Σιέρα είναι οι 18 παγωμένες κορυφές που έχουν απομείνει προς το παρόν (στο πρόσφατο παρελθόν υπήρχαν έως και 25), οι παγετώδεις λίμνες και οι καταρράκτες. Με την έναρξη της επιταχυνόμενης αύξησης της θερμοκρασίας λόγω της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, οι τροπικοί παγετώνες, όπως της Sierra Nevada del Cocuy, είναι βέβαιο ότι θα εξαφανιστούν μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Οι ψηλότερες κορυφές του πάρκου είναι οι Ritacuba (ItaU’wa) Blanco (5.330μ.),  Negro (5.300μ.) και Norte (5.200μ.), El Cóncavo (5.200μ.), San Pablin Norte (5.200μ.) και Sur (5.180μ.), El Pan de Azúcar (5.100μ.), el Púlpito del Diablo (5.100μ.), El Picacho (5.030μ.), Puntiagudo (5.000μ.), Picos sin nombre (Κορυφή χωρίς όνομα, 5.000μ.), El Toti (4.900μ.), και El Portales (4.900μ.). Βέβαια, διαφορετικές πηγές δίνουν διαφορετικά υψόμετρα για κάποιες από αυτές τις κορυφές.

Στο Εθνικό Πάρκο El Cocuy | (φωτ. Βασίλης Θ.)

Οι αυτόχθονες ιθαγενείς της περιοχής είναι οι U’wa που σήμερα αριθμούν περίπου 7-8.000. Οι U’wa είναι γνωστοί στους γειτονικούς ιθαγενείς ως «ο σκεπτόμενος λαός» ή «ο λαός που μιλάει με σύνεση». Παλαιότερα ονομάζονταν Tunebo, αλλά σήμερα προτιμούν να είναι γνωστοί ως U’wa που σημαίνει «λαός». Μέρος του καταυλισμού τους βρίσκεται εντός της περιοχής του πάρκου και ως εκ τούτου κάποιες εκτάσεις του είναι αφιερωμένες στις γεωργικές, κτηνοτροφικές και κυνηγετικές τους δραστηριότητές. Από το 1969 έως το 1977, στο πάρκο και στη γύρω περιοχή η κολομβιανή κυβέρνηση προώθησε τον εποικισμό από άλλα μέρη της Κολομβίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια εδαφών των U’wa. Οι U’wa έγιναν διεθνώς γνωστοί λόγω του δεκατετραετούς αγώνα τους στα τέλη του περασμένου αιώνα για την αποτροπή γεωτρήσεων πετρελαίου στη γη τους από τις Royal Dutch Shell και Occidental Petroleum (Oxy), και στη συνέχεια από την Ecopetrol.

Πεζοπορώντας στο πάρκο

Η προσβασιμότητα στο πάρκο El Cocuy έχει υποστεί πολλές αλλαγές τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω περιβαλλοντικών ανησυχιών και έντονων πολιτικών αντιπαραθέσεων. Το 2014 σταμάτησε η παγκοσμίου φήμης πενθήμερη πεζοπορία στο πάρκο, τον Φεβρουάριο του 2016 ολόκληρο το πάρκο έκλεισε, ενώ από τον Απρίλιο του 2017 το πάρκο έχει ανοίξει ξανά με περιορισμένη πρόσβαση. Άδειες εισόδου εξασφαλίζει κανείς στα γραφεία του στο Ελ Κοκούι και στο Γκουικάν (Güicán) ή μέσω κάποιου γραφείου οδηγών, αν πεζοπορήσει μαζί τους. Σήμερα, μόνο τρεις πεζοπορικές διαδρομές λειτουργούν εντός του πάρκου, χωρίς να επιτρέπεται η πεζοπορία στους παγετώνες. Και οι τρεις διαδρομές καταλήγουν στα όρια των παγετώνων. Είναι οι εξής: 1) Οκτάωρη Διαδρομή Ritacuba ή «La Ruta Norte». Το μονοπάτι ξεκινά από το βορειότερο τμήμα του πάρκου, μετά το χωριό Güicán, έχει μήκος 13,8χλμ. (μετ’ επιστροφής) και φθάνει μέχρι την άκρη του παγετώνα Ritacuba ή ItaU’wa Negro, σε υψόμετρο 4.600μ. 2) Διαδρομή Laguna Grande de la Sierra ή «La Ruta Central». Το μονοπάτι ξεκινά από το αγρόκτημα «Esperanza» (3.600μ.), διέρχεται μέσα από την [κοιλάδα] Valle de Los Frailejones,  διασχίζει το ποτάμι Rio Cóncavo και στη συνέχεια ανεβαίνει προς μια όμορφη ορεινή λίμνη στο κέντρο του πάρκου, τη Laguna Grande de la Sierra (4.400μ.), καταλήγοντας, σε περίπτωση που θέλει να συνεχίσει κανείς, στις αρχές του παγετώνα της κορυφής El Cóncavo. To μήκος της διαδρομής, που θεωρείται ίσως η ομορφότερη του πάρκου, αλλά και η δυσκολότερη, είναι 21,2χλμ. (μετ’ επιστροφής) συνολικής διάρκειας 10-12 ωρών ή 8 ωρών μέχρι τη λίμνη. 3) Διαδρομή El Pulpito ή «La Ruta Sur». Πρόκειται για τη νοτιότερη διαδρομή στην περιοχή Valle de Lagunillas, που οδηγεί στη La Pintada και το el Pulpito del Diablo, ένα γιγάντιο βράχο στις παρυφές του παγετώνα της κορυφής El Pan de Azúcar. Η διαδρομή έχει μήκος 7,8 χιλιόμετρα (15,6χλμ. μετ’ επιστροφής) και θεωρείται μέτριας δυσκολίας.

Ενώ εγώ ανάρρωνα στο ξενοδοχείο, ο Βασίλης πραγματοποίησε, μαζί με τον πολύ καλό οδηγό Julio (What’s Up: +57 310 5581405), τις δύο τελευταίες διαδρομές, τις οποίες βρήκε, όπως μου είπε, εξαιρετικές, ίσως τις ωραιότερες που έκανε στην Κολομβία. Για την πρώτη δεν υπήρχαν θέσεις στο πάρκο, έτσι ώστε για την τρίτη μέρα που είχαμε επιπλέον διαθέσιμη, είχαμε προγραμματίσει να περπατήσουμε σε ένα μονοπάτι που μας πρότεινε ο Χούλιο εκτός πάρκου. Αυτή τη φορά, αποφάσισα να ακολουθήσω κι εγώ, αφού άλλωστε αισθανόμουν καλύτερα. Δεν μπορούσα να αποδεχθώ την ιδέα ότι θα έφευγα από το Ελ Κοκούι χωρίς να έχω δει τουλάχιστον τις παγετώδεις κορυφές του πάρκου, έστω κι από μακριά.

Στο el Pulpito del Diablo | (φωτ. Βασίλης Θ.)

Η κυκλική διαδρομή των 12χλμ. που κάναμε ξεκινά από το χωριό Güicán (2.900μ.) και φτάνει στο ψηλότερο σημείο της στο Mirador de la Sierra (3.600μ.), με πανοραμική θέα προς τις παγετώδεις κορυφές του πάρκου και εστιατόριο. Τo μονοπάτι διέρχεται πάνω από το φαράγγι του ποταμού Rio Cóncavo, προσφέροντας εντυπωσιακή θέα προς την κάθετη πλαγιά ύψους 400μ. του βουνού Peñon del Gloria ή Peñon de la Muerte. Το συγκεκριμένο βουνό θεωρείται ιερό για τους σημερινούς ιθαγενείς της περιοχής, εφόσον η παράδοση θέλει τα μέλη της φυλής Laches που κατοικούσε εκεί κατά την περίοδο της κατάκτησης της Νότιας Αμερικής από τους Ισπανούς να πηδούν από την κορυφή του στο κενό για να μην πέσουν στα χέρια τους. Κατά τη διάρκεια της πεζοπορίας, ο Χούλιο δεν έπαψε στιγμή να μιλά για την ανάγκη να σταματήσουμε να είμαστε άπληστοι και να καταστρέφουμε την «Pachamama», τη μητέρα-φύση. Η Pachamama ήταν θεότητα που λατρευόταν από τους ιθαγενείς λαούς των Άνδεων, σχετιζόταν με τη γονιμότητα, επέβλεπε τη φύτευση και τη συγκομιδή, ενώ είχε τη δική της δημιουργική δύναμη για τη διατήρηση της ζωής στη γη. Για τον Χούλιο, σε αντίθεση με τον χριστιανισμό που ζητά την υπακοή μας, η Pachamama δεν αποζητά παρά μόνο τον σεβασμό μας. 

Η Laguna Grande de la Sierra (4.400μ.) | (φωτό: Βασίλης Θ.)

Όπως έγραψα και στην αρχή, η Κολομβία είναι μια μεγάλη σε έκταση χώρα, έτσι που ένα ταξίδι μόλις δύο εβδομάδων να είναι πολύς λίγος χρόνος για να τη γνωρίσει κανείς έστω στοιχειωδώς. Εμείς αποφύγαμε τις πόλεις, όπως τις Μεδεγίν (Medellin), Καρταχένα (Cartagena), Μπαρανκίγια (Baranquilla) ή Βίγια ντε Λέιβα (Villa de Leyva) που θεωρούνται ενδιαφέρουσες, προτιμώντας να έρθουμε σε επαφή με τη φύση της, κάτι για το οποίο δεν μετανιώσαμε σε καμία περίπτωση. Άλλωστε στο μεγαλύτερο μέρος της η Κολομβία είναι ορεινή και σκεπάζεται από πυκνά δάση και πάραμο, διαθέτει κορυφές που καλύπτονται από παγετώνες, φαράγγια, ακόμη και πολύχρωμα (!) ποτάμια, αλλά και ζούγκλες, ενώ οι άνθρωποι, τουλάχιστον αυτοί που συναντήσαμε στα χωριά που επισκεφθήκαμε, χαρακτηρίζονται από πραγματική ευγένεια. 
Το ταξίδι το πραγματοποίησα μαζί με τον μόνιμο συνταξιδιώτη και φίλο Βασίλη Θ., στο διάστημα των φετινών Χριστουγέννων, εποχή που ενδείκνυται για πεζοπορίες στην Κολομβία, εφόσον ο Δεκέμβρης και ο Γενάρης είναι οι μήνες με τη λιγότερη βροχή. Αν κάποιος, όπως εγώ, δεν γνωρίζει καθόλου ισπανικά, σίγουρα θα δυσκολευτεί στην επικοινωνία του με τους γηγενείς, που σπάνια μιλούν αγγλικά και πάντως όχι στα χωριά. Το κόστος ζωής στην Κολομβία είναι πολύ μικρότερο απ’ ό,τι στην Ελλάδα έτσι που ένα πλήρες γεύμα να στοιχίζει 3-7€. Το ταξίδι μάς κόστισε συνολικά περίπου 2.500€ το άτομο, εκ των οποίων τα 1.200€ ήταν τα αεροπορικά εισιτήρια (Turkish Airways). Ευχαριστώ τον Βασίλη για την όλη προετοιμασία του ταξιδιού, αλλά κυρίως επειδή, ως δεινός ισπανόφωνος, με γλίτωσε από τον εφιάλτη της γλωσσικής επικοινωνίας.

*Ο Γεράσιμος Κακολύρης διδάσκει σύγχρονη ευρωπαϊκή φιλοσοφία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών ([email protected])

Google News ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS
Πεζοπορώντας στην Κολομβία 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας