Λίγες μέρες πριν από τη 10η Δεκεμβρίου, όταν θα αναλάβει την προεδρία της Αργεντινής, ο Χαβιέρ Μιλέι στρογγυλεύει κάποιες από τις πιο ανέφικτες θέσεις του. Αλλά αυτή η επίδειξη μιας μικρής «realpolitik» δεν αλλάζει ουσιαστικά το βαθιά αντιδραστικό στίγμα του.
Είναι ενδεικτικά κάποια από τα πρόσωπα που επέλεξε για να αναλάβουν τα οκτώ υπουργεία και τις γραμματείες της κυβέρνησής του, που εκφράζουν την επιρροή σε αυτήν χουντικών αλλά και του συντηρητικού πολυεκατομμυριούχου πρώην προέδρου Μαουρίσιο Μάκρι, ο οποίος επέβαλε δύο πρώην υπουργούς του στη νέα κυβέρνηση.
Για τη θέση του υπουργού Οικονομικών επέλεξε τον Λουίς Καπούτο, πρώην στέλεχος της JP Morgan και της Deutsche Bank, πρώην υπουργό Οικονομικών του Μάκρι που συμφώνησε στην πληρωμή υπερχρεών στα επενδυτικά ταμεία-γεράκια και από τους «εχθρούς της κάστας» που τη λοιδορούσε ο Μιλέι, κατηγορώντας τον (τότε) ότι «αφάνισε» τα αποθέματα σε δολάρια. Τώρα, για τον εκλεγμένο πρόεδρο, ο Καπούτο είναι «ο καλύτερος ειδήμονας στα χρηματοπιστωτικά».
Ενας ειδήμονας που έβαλε ταφόπλακα στο σχέδιο του Μιλέι για άμεση δολαροποίηση της οικονομίας, τονίζοντας πως «αυτά δεν γίνονται από τη μία μέρα στην άλλη». Ούτε από τη μία μέρα στην άλλη λύνεται το πρόβλημα του πληθωρισμού που καλπάζει με 140%, όπως αναγνώρισε ο ίδιος ο Μιλέι. Λέγοντας (ως είθισται) πως παραλαμβάνει καμένη γη, ανέθεσε στον Καπούτο αυτό που θεωρεί ως μόνη λύση: μια οδυνηρή δημοσιονομική προσαρμογή που θα καταπολεμήσει το έλλειμμα παύοντας την έκδοση χρήματος και ιδιωτικοποιώντας όλες τις δημόσιες επιχειρήσεις, περιορίζοντας δραστικά τις δαπάνες, περικόβοντας τις κρατικές επιδοτήσεις σε μεταφορές, αέριο, νερό, ηλεκτρισμό, μεταρρυθμίζοντας τις δημόσιες παροχές σε υγεία και παιδεία. Ο Μιλέι μιλά για δύο, τουλάχιστον, χρόνια στασιμοπληθωρισμού, που θα έχει σοβαρά αρνητικό αντίκτυπο στις τσέπες των πολιτών. Με τον τρόμο να είναι το βαρόμετρο των προθέσεων του κόσμου απέναντι στα μέτρα ακραίας λιτότητας, η απόφαση του Μιλέι να απαντήσει με σκληρή πυγμή ενσαρκώνεται στην επιλογή της Πατρίσια Μπούλριτς για το υπουργείο Ασφαλείας, θέση που κατείχε και επί Μάκρι. «Η Αργεντινή χρειάζεται τάξη. Οποιος παρανομεί θα την πληρώνει», ήταν η πρώτη της δήλωση μετά την υπουργοποίησή της συνοδευόμενη από μια απειλητική γροθιά. Η γυναίκα την οποία λίγους μήνες πριν ο Μιλέι κατηγορούσε για «τρομοκράτισσα που έβαζε βόμβες σε παιδικούς σταθμούς» έγινε τώρα η «εγγυήτρια της τάξης και του νόμου» με προτεραιότητά της την εμπλοκή των ενόπλων δυνάμεων στην αστυνόμευση και την καταστολή.
Η πολιτική της στην πραγματικότητα, εξηγούν αναλυτές, είναι η επιστροφή του αποκαλούμενου «δόγματος Τσοκομπάρ», που πρότεινε η ίδια το 2018 και δίνει τη δυνατότητα στις δυνάμεις ασφαλείας να πυροβολούν (ακόμη και πισώπλατα) μπροστά σε οποιαδήποτε απειλή ή παρανομία ή υποψία παρανομίας. Ξέρει καλά τη δουλειά της. Σύμφωνα με την Correpi (Συντονιστικό κατά της αστυνομικής και θεσμικής καταστολής), «η προεδρία Μάκρι με υπουργό Ασφαλείας την Μπούλριτς αποδύθηκε στη μεγαλύτερη καταστολή που γνώρισε η χώρα από το 1983: επί αυτής σημειώθηκε το 26% του συνόλου των θανάτων από τη μεταπολίτευση και έπειτα λόγω της τακτικής της «εύκολης σκανδάλης». Η Correpi έχει καταγράψει 1.833 δολοφονίες στις 1.435 ημέρες της κυβέρνησης Μάκρι (2015-2019).
Και για να θωρακίσει το κράτος απέναντι στις πολλές προσφυγές που αναμένεται να γίνουν για τον αντίκτυπο των οικονομικών και κατασταλικών πολιτικών του, ανέθεσε τη θέση νομικού συμβούλου και συντονιστή των νομικών του κράτους στον 75χρονο ναζιστή Ροδόλφο Μπάρα. Πρόκειται για υπουργό Δικαιοσύνης του Κάρλος Μένεμ, εγκέφαλο του νόμου-φίμωτρο που στόχευε στη φίμωση κάθε επικριτικής φωνής για την τότε κυβέρνηση και τον άνθρωπο που χαρακτηρίστηκε «ασπίδα» του Μένεμ για να προχωρήσει απρόσκοπτα από νομικής πλευράς στην ιδιωτικοποίηση περισσότερων από 60 δημόσιων επιχειρήσεων. Το 1996 αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν αποκαλύφθηκε ότι μετείχε στη ναζιστική οργάνωση Tacuara και είχε μάλιστα επιτεθεί κατά συναγωγής.
Στη δε Γραμματεία Παιδείας –μία από τις πολλές του υπερυπουργείου Ανθρώπινου Κεφαλαίου– θα είναι η Μαρία Ελεωνόρα Ουρουτία, σύζυγος του Ερνάν Μπούτσι, του Χιλιανού ακροδεξιού οικονομολόγου και υπουργού Οικονομικών του Πινοτσέτ που θεωρείται ο αρχιτέκτονας των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που εισήγαγε η δικτατορία. Η Ουρουτία είναι νοσταλγός της δικτατορίας για την οποία πρόσφατα δήλωσε πως ήταν μια «ειρηνική στρατιωτική εξέγερση που έχαιρε της αμέριστης στήριξης όλων των πολιτικών κομμάτων, προσωπικοτήτων και σφαιρών της κοινωνίας ανεξαρτήτως ιδεολογίας». Θέσεις πανομοιότυπες με εκείνες της αντιπροέδρου Βικτόρια Βιγιαρουέλ, που επικρίνει δριμύτατα τις δίκες κατά βασανιστών και γενοκτόνων στρατιωτικών και δηλώνει ανοιχτά πως πρέπει να κλείσει αυτό το κεφάλαιο και να ανοίξει εκείνο της «τιμωρίας των τρομοκρατών αριστεριστών».
Οι μόνιμες αλλαγές θέσεων του Μιλέι –με επιτομή τον εναγκαλισμό με την «κάστα των παλιών κακών διεφθαρμένων πολιτικών» που τόσο κατάγγελλε– κάνουν αδύνατη την πρόβλεψη για το τι ακριβώς θα εφαρμόσει, πόσο μάλλον όταν ακόμη και με όλες τις έδρες της παραδοσιακής Δεξιάς δεν έχει την απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Μετά το ταξίδι του –το πρώτο που συμβολικά επέλεξε να κάνει ως εκλεγμένος πρόεδρος– στις ΗΠΑ στα τέλη Νοεμβρίου το μόνο βέβαιο είναι πως επέλεξε στρατόπεδο. Αν και είναι πολύ παράδοξο που στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου γίνεται αναφορά στις «κοινές προτεραιότητες ανάμεσα στην Αργεντινή και τις ΗΠΑ σε θέματα όπως οι επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα». Ποια «σύμπνοια» μπορεί να υπάρχει με έναν πρόεδρο που αρνείται την κλιματική αλλαγή και αντιτίθεται στις πολιτικές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και απόδοσης δικαιοσύνης για τους 30.000 αγνοούμενους της δικτατορίας, αριθμό που επίσης αμφισβητεί ως «αστικό μύθο των αριστερών»;
Ο Μιλέι, πριν καν αναλάβει, αναγκάζεται να προσαρμόσει τις πιο ριζοσπαστικές ιδέες του σύμφωνα με τις νομικές και πολιτικές πραγματικότητες που έχει μπροστά του, αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της ακροδεξιάς ατζέντας του, έλεγε στο France Presse ο πολιτικός αναλυτής Σέρχιο Μορέσι. «Δεν είμαστε μάρτυρες μιας στροφής, αλλά μάλλον της χάραξης ενός δρόμου πιο μακριού για να φτάσει στους ίδιους στόχους. Κατά βάση γιατί δεν έχει την πολιτική ικανότητα να κάνει κάτι άλλο».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας