Σε ολομέτωπο αγώνα κατά της Ακροδεξιάς μετατρέπει τις βουλευτικές εκλογές της 23ης Ιουλίου ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ. Μετά την επικράτηση της Δεξιάς στις αυτοδιοικητικές εκλογές της 28ης Μαΐου και την αιφνιδιαστική απόφαση την αμέσως επόμενη μέρα για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, ο Σάντσεθ θέλει να κινητοποιήσει τους προοδευτικούς ψηφοφόρους που απείχαν από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση με την ελπίδα να καλύψει τη σχετικά μικρή δημοσκοπική διαφορά που χωρίζει τους Σοσιαλιστές από το δεξιό Λαϊκό Κόμμα (ΡΡ).
Με το ίδιο σκεπτικό και κάτω από την ίδια πίεση, η Αριστερά της Αριστεράς του έχει αφήσει στην άκρη τις προ ημερών έριδες κι έχει φορτσάρει τις μηχανές προκειμένου να κατεβάσει στις εκλογές ένα ενωτικό ψηφοδέλτιο υπό τη σκέπη του Sumar (ενώνω, προσθέτω), του πολιτικού κινήματος που ίδρυσε η εκ του Podemos υπουργός Εργασίας και δεύτερη αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιολάντα Ντίαθ.
«Στις 23 Ιουλίου θα αποφασίσουμε ποια Ισπανία θέλουμε. Αν θα προχωρήσουμε μπροστά ή αν θα γυρίσουμε πίσω», είπε ο Ισπανός πρωθυπουργός απευθυνόμενος στις ομάδες των Σοσιαλιστών στη Βουλή και στη Γερουσία, κηρύσσοντας επίσημα την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας. Εξισώνοντας το ΡΡ με το Vox, αναφερόμενος σε αυτά ως «Δεξιά των άκρων» και «Ακρα Δεξιά», προειδοποίησε ότι «η Ισπανία δεν είναι άτρωτη απέναντι στο παγκόσμιο κύμα αντίδρασης», θέλοντας να διεθνοποιήσει το διακύβευμα των εθνικών εκλογών. «Οι επόμενες εκλογές», συνέχισε, «θα διευκρινίσουν το συντομότερο δυνατό αν οι Ισπανοί θέλουν μια κυβέρνηση που να βρίσκεται στο πλευρό του Τζο Μπάιντεν ή του Ντόναλντ Τραμπ, στο πλευρό του Λούλα Ντα Σίλβα ή του Ζαΐρ Μπολσονάρο (...), αν θέλουν κοινωνική δικαιοσύνη ή θεωρούν πως η κοινωνική δικαιοσύνη είναι φθόνος», αναφερόμενος σε πρόσφατη δήλωση της (ακρο)δεξιάς περιφερειάρχη της Μαδρίτης, Ισαμπέλ Ντίαθ Αγιούσο, η οποία επανεκλέχθηκε αυτοδύναμη. Προετοίμασε επίσης τους δικούς του για μια πολύ άγρια καμπάνια εκ μέρους της Δεξιάς με βρόμικα χτυπήματα και πολλά fake news, ξεπατικωμένη από το εγχειρίδιο των «Αμερικανών φίλων τους».
Αν ο Σάντσεθ κατεβαίνει με ένα ξεκάθαρο μήνυμα στις εκλογές, δεν συμβαίνει το ίδιο και με το ΡΡ, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με την ακραιφνή Ακροδεξιά. Παρότι είναι δεδομένο ότι το ΡΡ, αν έρθει πρώτο, δεν θα μπορέσει να κυβερνήσει χωρίς τη στήριξη του Vox, ο αρχηγός του, Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχόο, φαίνεται πως θέλει να πετύχει τον στόχο του χωρίς όμως να λερώσει τα χέρια του. Χθες ζήτησε από το Vox να προσφέρει «δωρεάν» την ψήφο του προκειμένου να μπορέσει να διοικήσει το ΡΡ στις πέντε αυτόνομες περιφέρειες όπου κέρδισε και να δεσμευτεί ότι δεν θα ζητήσει θέσεις στις τοπικές κυβερνήσεις. «Αν θέλουν να νικήσουν τον σαντσισμό, μπορούν να μας διευκολύνουν», σχολίασε. Μια θέση που φαίνεται πως συναντά ευήκοα ώτα στο Vox, το οποίο δηλώνει πως «η χείρα βοηθείας είναι μονίμως απλωμένη προς το ΡΡ», αφήνοντας παράλληλα να εννοηθεί ότι οι προγραμματικές συμφωνίες είναι πιο σημαντικές από τις «καρέκλες».
Μένει να δούμε προς τα πού θα πάνε οι ελάχιστες πλέον ψήφοι του Ciudadanos (Πολίτες). Τέλος εποχής σήμανε για το κεντροδεξιό κόμμα που γεννήθηκε την περασμένη δεκαετία ως η συντηρητική απάντηση στις αλλαγές που επέφεραν η οικονομική κρίση και το τέλος του δικομματισμού, απορροφώντας πολλούς δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της Δεξιάς και του Κέντρου. Με μια πορεία που θυμίζει έντονα το Ποτάμι στην Ελλάδα, μεγαλύτερης ωστόσο διάρκειας, μετά τον αφανισμό του από τον εκλογικό χάρτη στις αυτοδιοικητικές της περασμένης Κυριακής, το Ciudadanos αποφάσισε να μην κατέλθει στις βουλευτικές εκλογές της 23ης Ιουλίου και η Ινές Αριμάδας, αρχηγός του τα τελευταία τρία χρόνια, ανακοίνωσε ότι αποσύρεται από την πολιτική.