Η σταδιακή αυτή επαναπροσέγγιση διαφαινόταν εδώ και καιρό, αλλά τώρα έφτασε και η επίσημη επιβεβαίωση. Η Ιταλία σκοπεύει να επιστρέψει στην παραδοσιακή, απρόσκοπτη συνεργασία της με την Τουρκία, παρά τις όποιες επιμέρους διαφορές. Μιλώντας χθες στη Βουλή και στη Γερουσία της Ρώμης, ο Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε ότι στις αρχές Ιουλίου θα μεταβεί στην Αγκυρα για την πρώτη ιταλοτουρκική σύνοδο.
Οπως πρόσθεσε, θα συζητηθούν θέματα που αφορούν τη συνεργασία των δύο χωρών, αλλά και οι εξελίξεις στον πόλεμο της Ουκρανίας. Παράλληλα, πιθανώς μέχρι το φθινόπωρο, αναμένεται να οργανωθεί τριμερής συνάντηση (Ιταλίας, Γαλλίας και Τουρκίας) με αναφορά σε ευρύτατο φάσμα θεμάτων και –όπως όλα δείχνουν– σε ζητήματα αμυντικής συνεργασίας.
Τον περσινό Απρίλιο, ο Ιταλός τεχνοκράτης πρωθυπουργός είχε χαρακτηρίσει τον Ερντογάν έναν από τους δικτάτορες «με τους οποίους κανείς πρέπει να καθιστά σαφείς τις διαφορές που τον χωρίζουν, αλλά και να είναι έτοιμος να συνεργαστεί υπέρ των συμφερόντων της χώρας του». Μετά από έναν χρόνο, είναι σαφές ότι έχουμε εισέλθει σε εντελώς διαφορετική φάση, στην οποία το ποτήρι μοιάζει ξεκάθαρα μισογεμάτο.
Η Ρώμη, προς το παρόν, έχει σταματήσει να παραπονιέται για την παρουσία ξένων μισθοφόρων στη Λιβύη, ελπίζοντας ότι –παρά τα όποια προβλήματα– θα μπορέσει να συνεχιστεί η διαδικασία σταθεροποίησης της βορειοαφρικανικής αυτής χώρας. Σε ό,τι αφορά, δε, τις προσπάθειες ειρήνευσης στην Ουκρανία, η κυβέρνηση Ντράγκι αναγνωρίζει ανοιχτά τον ρόλο βασικής σημασίας της Τουρκίας με στόχο την επίτευξη, στη φάση αυτή, της κατάπαυσης του πυρός.
Οι τόνοι έχουν πέσει και επιλέγεται η οδός της διαλλακτικότητας. Ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, Λουίτζι Ντι Μάιο, συνεχίζει να δηλώνει βέβαιος ότι η αντίθεση της Αγκυρας στην ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ θα ξεπεραστεί, ενώ ο ίδιος ο Ντράγκι (ο οποίος τάχθηκε υπέρ ενός δυναμικότερου ρόλου της Ε.Ε. στην ουκρανική κρίση) δεν αμφισβητεί, σε καμία περίπτωση, τη χρησιμότητα των τουρκικών προσπαθειών.
Με ένα πρώτο συμπέρασμα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι, ερχόμενη αντιμέτωπη με τον «ρωσικό κίνδυνο» και την αβεβαιότητα των μελλοντικών εξελίξεων, η Ρώμη επέλεξε να «ξεχάσει» τις όποιες διαφορές με την Αγκυρα, θεωρώντας την, τουλάχιστο προσωρινά, το μικρότερο κακό. Μέρος των πολιτικών αναλυτών, βέβαια, επισημαίνει ότι η Ιταλία έχασε μια πολύτιμη ευκαιρία, διότι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, ενώ προτίμησε να δεχτεί παθητικά την υπεροχή της Τουρκίας και να επιβραβεύσει τη διπλωματική της κινητικότητα. Αλλά η άποψη αυτή, τουλάχιστο στη συγκεκριμένη φάση, μοιάζει να μη βρίσκει ευήκοα ώτα στην ιταλική, επτακομματική κυβέρνηση.
Αυτό που μένει να διαπιστωθεί είναι αν, σε κάτι περισσότερο από έναν μήνα, οι ιταλοτουρκικές συνομιλίες θα συμπεριλάβουν στην ατζέντα τους και την αγορά νέων οπλικών συστημάτων. Οπως και το αν θα συζητηθεί ένα άλλο ευαίσθητο θέμα: η στάση της Ρώμης υπέρ της κατάργησης του δικαιώματος αρνησικυρίας, τόσο στην Ατλαντική Συμμαχία όσο και στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται (για εμάς και την Κύπρο) η απώλεια της «ύστατης εγγύησης», που αποτελεί το βέτο.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας