Με απειλές απάντησε ο Βρετανός πρωθυπουργός στην ανταρσία των δημάρχων του βρετανικού Βορρά, όταν οι δεύτεροι αμφισβήτησαν ανοιχτά το ξαφνικό λοκντάουν στις περιοχές του Λάνκασαϊρ, του Λίβερπουλ και του Μέρσισαϊντ, οι οποίες εν μια νυκτί βρέθηκαν να πρέπει να κλείσουν τα πάντα και μάλιστα αυτή τη φορά χωρίς την οικονομική βοήθεια που η κυβέρνηση παρείχε κατά το πρώτο κύμα πανδημίας την περασμένη άνοιξη. Και αυτό είναι απλώς το τελευταίο επεισόδιο σε μια δύσκολη σχέση.
Ο Μπόρις Τζόνσον είχε με το μέρος του τις δημοσκοπήσεις όταν ξεκίνησε η θητεία του πέρσι τον Δεκέμβριο. Χωρίς όμως να έχει κλείσει χρόνος από τις περσινές εκλογές, οι αποφάσεις του σε μια σειρά από θέματα τον έχουν φέρει σε ρήξη με μέλη της κυβέρνησής του, με στελέχη του κόμματος αλλά και με μερίδα της παραδοσιακής εκλογικής βάσης του, η οποία αυτή τη στιγμή πλήττεται πολλαπλώς και με δριμύ τρόπο, ειδικά στα βόρεια της χώρας.
Η ένταση όμως, που είναι διάχυτη στο βρετανικό Κοινοβούλιο τις τελευταίες εβδομάδες, δεν αφορά τόσο την πολιτική αντιπαράθεση των δύο μεγάλων κομμάτων, όσο τις τριβές στο εσωτερικό τους. Παράλληλα με τις εντάσεις που δημιουργούν οι αποφάσεις του πρωθυπουργού στο κόμμα του, φαίνεται πως και ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης τα έχει βρει σκούρα.
Η αλήθεια είναι πως η γενική στρατηγική του Κιρ Στάρμερ μέσα και έξω από το κόμμα διακατέχεται από μια έντονη αναθεωρητική διάθεση ως προς την περίοδο Κόρμπιν, ίσως με πιο αδέξιο και επιθετικό τρόπο από όσο ανέμεναν και οι πιο αισιόδοξοι. Ο «κεντρώος» ηγέτης των Εργατικών έχει δεχτεί κριτικές από στελέχη και βουλευτές της αριστερής σοσιαλιστικής τάσης του κόμματος ότι δεν τηρεί την υπόσχεση που είχε δώσει, ότι δηλαδή το Εργατικό Κόμμα θα διατηρήσει τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα της κοινωνικής απεύθυνσης και δεν θα επιχειρήσει να κάνει στροφή στη μετριοπάθεια.
Πηγές μέσα από το κόμμα των Εργατικών κάνουν λόγο για σαφές μήνυμα του Κιρ Στάρμερ να μην αντιπαρατεθεί με την κυβέρνηση σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας, γεγονός που, όπως είναι αναμενόμενο, δίνει χώρο για εσωκομματική αντιπολίτευση στους σοσιαλιστές της κοινοβουλευτικής ομάδας.
Η εν λόγω αψιμαχία ήρθε σε συνέχεια της πρόσφατης ανταρσίας 15 Εργατικών βουλευτών αυτή τη φορά, με την υποστήριξη τριών μελών της σκιώδους κυβέρνησης, οι οποίοι για άλλη μία φορά ψήφισαν εναντίον της υπόδειξης της ηγεσίας σε νομοσχέδιο το οποίο έδινε τη δυνατότητα στον βρετανικό στρατό που επιχειρεί σε μέτωπα του εξωτερικού να εξαιρείται από τυχόν διώξεις που προκύπτουν από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Και πάλι η νέα ηγεσία του κόμματος είχε δώσει σαφείς οδηγίες, όχι για καταψήφιση της εν λόγω ρύθμισης, αλλά για αποχή.
Το μπαράζ αμφισβήτησης κορυφώθηκε με την κατάσταση να οδηγείται στα άκρα κατά την ψήφιση νομοσχεδίου που έδινε τη δυνατότητα σε μυστικούς αστυνομικούς και πράκτορες ασφαλείας να «λειτουργούν εκτός νόμου» και να εξαιρούνται από ποινικά αδικήματα, εφόσον υπηρετούν «το εθνικό συμφέρον». Η παράδοση παραβίασης στοιχειωδών δικαιωμάτων και οι παρακολουθήσεις εργαζομένων, συνδικαλιστών και ακτιβιστών από μυστικούς αστυνομικούς είναι αρκετά μακρά στη Μεγάλη Βρετανία.
Για αυτό τον λόγο τα μεγάλα συνδικάτα από κοινού με οργανώσεις, όπως η Διεθνείς Αμνηστία, κάλεσαν τους βουλευτές να καταψηφίσουν το εν λόγω νομοσχέδιο. Αποτέλεσμα, 35 Εργατικοί βουλευτές της σοσιαλιστικής τάσης ψήφισαν κατά, κόντρα στην επίσημη ένδειξη για αποχή, ενώ 7 μέλη του σκιώδους υπουργικού συμβουλίου των Εργατικών παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας προς τον Κιρ Στάρμερ.
Επιπλέον το 1,5 εκατομμυρίου μελών συνδικάτο Unite, το οποίο είναι προσκείμενο στο κόμμα και το οποίου η δράση πλήττεται σφόδρα από το εν λόγω νομοσχέδιο, αποφάσισε να μειώσει σημαντικά την ετήσια οικονομική συνδρομή του προς τους Εργατικούς, στέλνοντας μήνυμα έντονης ενόχλησης για τη στάση αποχής κατά την ψηφοφορία.
Η τριπλή αυτή κίνηση σηματοδοτεί δύο βασικές αλλαγές στρατηγικής. Αρχικά επιτρέπει στη σοσιαλιστική τάση του κόμματος να ανασυγκροτηθεί μετά την ήττα του Κόρμπιν στις τελευταίες εκλογές. Σε δεύτερο επίπεδο, δε, εκπέμπει το σήμα πως η περίοδος χάριτος για τον νέο κεντρώο πρόεδρο του κόμματος έχει λήξει και μάλιστα όχι με θετικό πρόσημο. Η σοσιαλιστική τάση μπορεί να είναι μειοψηφία στην κοινοβουλευτική ομάδα (λόγω του προεκλογικού συστήματος επιλογής υποψηφίων που επικρατεί), όμως γνωρίζουν ότι η απήχησή τους στη βάση είναι αρκετά πιο δυνατή. Η σύγκρουση θα έχει σίγουρα μέλλον.
Την ίδια ώρα που το εσωτερικό μπρα ντε φερ προσφέρεται για στοιχήματα, ο δήμαρχος του Μάντσεστερ, Αντι Μπέρναμ, είναι ό,τι πιο νικηφόρο και εξωστρεφές μπορούν να επιδείξουν οι Εργατικοί σήμερα.
Ο δήμαρχος, ο οποίος έχει αναχθεί σε λάβαρο αντίστασης απέναντι στην ασυναρτησία της διαχείρισης της πανδημίας από την κυβέρνηση, ανακοίνωσε προχθές ότι αν η πόλη του κληθεί να διαχειριστεί ένα λοκντάουν χωρίς την οικονομική στήριξη του Λονδίνου, θα κινηθεί νομικά εναντίον της απόφασης. Ισως είναι μια καλή ευκαιρία για τη νέα ηγεσία του κόμματος να ακολουθήσει το παράδειγμα του δημάρχου του Μάντσεστερ, ο οποίος αυτή τη στιγμή αποτελεί ίσως το καλύτερο αντιπολιτευτικό αντίβαρο απέναντι στον Μπόρις Τζόνσον.