Aλυσιδωτές αντιδράσεις προκαλεί η –έστω και καθυστερημένη κατά έναν αιώνα– απόφαση της Ουάσινγκτον να αναγνωρίσει, επιτέλους, ως «γενοκτονία» τη Σφαγή των Αρμενίων από την Τουρκία.
Ο Τζο Μπάιντεν τήρησε το Σάββατο, ανήμερα μάλιστα της 106ης μαύρης επετείου από την απαρχή του αρμενικού ολοκαυτώματος το 1915, την προεκλογική του υπόσχεση απέναντι στην πολυπληθή αρμενική κοινότητα των ΗΠΑ, και έκανε το βήμα που απέφυγαν προσεκτικά δεκάδες προκάτοχοί του, από τον φόβο τους μήπως χαλάσουν τις σχέσεις τους με τη σύμμαχό τους στο ΝΑΤΟ: τώρα ο κύβος ερρίφθη και οι Αρμένιοι σε όλο τον κόσμο πανηγυρίζουν, ενώ ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ωρύεται, απειλώντας θεούς και δαίμονες – αλλά κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις μιας αναμφίβολα ιστορικής αμερικανικής ενέργειας.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση Μπάιντεν, η Τουρκία απάντησε διά του υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που είπε πως η χώρα του «δεν δέχεται μαθήματα Ιστορίας από κανέναν» και ότι «η Ιστορία δεν αλλάζει, ούτε ξαναγράφεται με λόγια», και κάλεσε τον Αμερικανό πρέσβη Ντέιβιντ Σάτερφιλντ να δώσει εξηγήσεις για μια «απαράδεκτη και ανεύθυνη ενέργεια [...] που προσβάλλει τα αισθήματα του τουρκικού λαού και ανοίγει μια πληγή στις σχέσεις μας που δύσκολα θα κλείσει».
Οσο για το πού οφείλεται η αμερικανική «στροφή», η Αγκυρα έχει έτοιμη την απάντηση: η απόφαση του Μπάιντεν αποδίδεται από το υπουργείο «στις πιέσεις ριζοσπαστικών αρμενικών κύκλων και άλλων αντι-τουρκικών ομάδων»!
Είχε προηγηθεί, πάντως, λίγες ώρες νωρίτερα, το πρώτο τηλεφώνημα του νέου Αμερικανού ηγέτη προς τον Ερντογάν στους τρεις μήνες της προεδρίας του, στο οποίο ο Μπάιντεν ενημέρωσε τον συνομιλητή του για την επικείμενη ανακοίνωση: σύμφωνα με τουρκικές πηγές, ο «σουλτάνος» αντέδρασε οργισμένα, επαναλαμβάνοντας τις γνωστές καταγγελίες της Αγκυρας για υποστήριξη των Κούρδων «τρομοκρατών» από τις ΗΠΑ στη Συρία και το βόρειο Ιράκ, αλλά και για τη συνεχιζόμενη ασυλία που απολαμβάνει ο αυτοεξόριστος στην Πενσιλβάνια (και φερόμενος ως «αρχιτέκτονας» του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016) ιμάμης Φετουλάχ Γκιουλέν.
«Παγωμένη» ατμόσφαιρα
Εχει, πάντως, ξεχωριστό ενδιαφέρον πως, παρά τις αλληλοκατηγορίες και την «παγωμένη» ατμόσφαιρα της παρθενικής τους συνδιάλεξης, οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να συναντηθούν πρόσωπο με πρόσωπο στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο της επικείμενης συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο: ένα κρίσιμο τετ α τετ, όπου ο Μπάιντεν θα επιχειρήσει όπως όλα δείχνουν να επαναφέρει την «άτακτη» Τουρκία στο ΝΑΤΟϊκό «μαντρί» και σε κάθε περίπτωση να απομακρύνει τον Ερντογάν από την πολύ επικίνδυνη για τα αμερικανικά συμφέροντα «λυκοφιλία» με τον Πούτιν.
Να θυμίσουμε εδώ βέβαια ότι ο Μπάιντεν δεν έκρυψε ποτέ την αντιπάθειά του προς τον Ερντογάν, τον οποίο έχει επανειλημμένα αποκαλέσει «autocrat», δηλαδή δικτάτορα, ενώ το 2014 είχε καταγγείλει (όντας αντιπρόεδρος τότε) την Τουρκία ως βασικό «σπόνσορα» των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους, και αργότερα (2018) είχε δικαίως κατηγορήσει τον Τραμπ ότι απέσυρε τα αμερικανικά στρατεύματα από τη βόρεια Συρία για να στρώσει το χαλί στις παράνομες αντικουρδικές «επεμβάσεις» των Τούρκων.
Η αλλαγή της διατύπωσης για τη μακρινή σφαγή δεν αποκλείεται πάντως να έχει χειροπιαστές πολιτικές επιπτώσεις και για τη σημερινή Αρμενία που, ως γνωστόν, έχασε το μισό περίπου Ναγκόρνο-Καραμπάχ στον πρόσφατο πόλεμο με τους Αζέρους – κάτι που δύσκολα θα είχε συμβεί χωρίς τη στρατιωτική υποστήριξη της Αγκυρας, αλλά και το «διπλό παιχνίδι» του Πούτιν: χτες, λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση Μπάιντεν, παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία της Αρμενίας ο φερόμενος ως «φιλοδυτικός» Νικόλ Πασινιάν, προκειμένου να οδηγήσει την παράταξή του στις κρίσιμες πρόωρες εκλογές της 20ής Ιουνίου.
Η φιλορωσική αντιπολίτευση και μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης κατηγορούν (αδίκως) τον Πασινιάν σαν τον βασικό υπεύθυνο της ήττας, αλλά ίσως το ανέλπιστο «δώρο» του Μπάιντεν προς το Γιερεβάν αποδειχτεί πολιτικό σωσίβιο για τον στριμωγμένο Αρμένιο ηγέτη.