Από το Eraserhead μέχρι τη Χαμένη Λεωφόρο και από το Twin Peaks μέχρι το Mulholland Drive, o David Lynch (1946-2025) σκηνοθετούσε «όνειρα» που δεν μπορούν να ερμηνευτούν με τη λογική. Απλώς βιώνονται. Συχνά τα όνειρα είναι εφιάλτες από τους οποίους δεν μπορείς να βγεις και αναπόφευκτα τους υπομένεις. Και κάποιες φορές επιδιώκεις να συνεχιστούν για να βυθιστείς στο χάος του ασυνείδητου, σε μια άλλη διάσταση που δεν υπάρχει όταν είσαι ξύπνιος. Ο David Lynch με τις ταινίες του μετέφερε τους θεατές του σε αυτή την ανεξερεύνητη, μη γραμμική διάσταση του σουρεαλισμού, του γκροτέσκου, του ψυχολογικού τρόμου που δεν μπορεί να εξηγηθεί με λόγια. Παρόμοιο κλίμα δημιουργούσε και στους πίνακές του καθώς ήταν και εικαστικός καλλιτέχνης, με τις αλλόκοτες φιγούρες του να μοιάζουν χαμένες, ανίκανες (και απρόθυμες;) να επικοινωνήσουν, οικειοθελώς εγκλωβισμένες σε αφιλόξενα, κλειστοφοβικά περιβάλλοντα όπως αυτά της sitcom παρωδίας Rabbits και του The Inland Empire.
Εξίσου κλειστοφοβική είναι και η σειρά κόμικς που φιλοτεχνούσε ο David Lynch για εννέα ολόκληρα χρόνια (1983-1992) στην εναλλακτική εφημερίδα Los Angeles Reader και η οποία αναδημοσιευόταν σε άλλες εφημερίδες και περιοδικά των ΗΠΑ. Το σύνολο του υλικού δεν έχει κυκλοφορήσει ποτέ σε ενιαία έκδοση, τμήματα μόνο περιελήφθησαν στην ανθολογία Cheval Noir της Dark Horse και μια συλλογή από 17 στριπ σε μια έκδοση της Rotland Press, ενώ μικρό μέρος βρίσκεται διάσπαρτο στο διαδίκτυο. Στη σειρά με τίτλο The Angriest Dog in the World (Ο πιο θυμωμένος σκύλος στον κόσμο), «πρωταγωνιστής» ήταν ένας μαύρος σκύλος χωρίς όνομα που επί εννέα ολόκληρα χρόνια έστεκε ακίνητος, γρυλίζοντας προς κάτι απροσδιόριστο, δεμένος με ένα μικρό λουρί στην πίσω αυλή ενός σπιτιού, ενώ στο βάθος φαίνονταν τα φουγάρα κάποιων εργοστασίων που γέμιζαν τον αέρα με μαύρο καπνό.
Το στριπ ήταν ολόιδιο σχεδιαστικά κάθε φορά, αποτελούμενο από τέσσερα σταθερά καρέ, τα τρία υπό το φως της ημέρας και το τέταρτο στο σκοτάδι της νύχτας με ένα παράθυρο μόνο από το σπίτι να φωτίζει την αυλή. Μόνη διαφοροποίηση ήταν τα λόγια, συχνά κοινοτοπίες ή άχρηστες ειδήσεις και πληροφορίες, που «ακούγονταν» από το διαμέρισμα, μονόλογοι ή σύντομοι διάλογοι από τέσσερα πρόσωπα των οποίων μόνο τα μικρά ονόματα ήταν γνωστά χωρίς να αποκαλυφθεί ποτέ κάποια σχέση ή συγγένεια μεταξύ τους, κάποια ιδιότητα, κάποια ηλικία ούτε, φυσικά, η μορφή τους. Δεν έλεγαν κάτι χιουμοριστικό ούτε κάτι ενδιαφέρον. Απλώς συνυπήρχαν και εξ ανάγκης μιλούσαν. Ηταν προφανώς δυστυχισμένοι χωρίς καμιά δυνατότητα ή και διάθεση ουσιαστικής επικοινωνίας. Και ο σκύλος τους, πιθανώς εκφράζοντας τη δική τους σιωπηλή οργή, γρύλιζε διαρκώς χωρίς να τρομάζει κανέναν, εγκαταλειμμένος και μόνος, εσαεί δεμένος και περιορισμένος σε λίγα τετραγωνικά μιας αυλής.
Ο David Lynch, όπως είχε δηλώσει, κάθε εβδομάδα έδινε τηλεφωνικά στους υπεύθυνους της εφημερίδας το κείμενο οι οποίοι το πρόσθεταν στα καρέ, εξ ου και οι διαφορετικοί γραφικοί χαρακτήρες. Το στριπάκι ξεκινούσε πάντα με ένα καρέ στο οποίο γραφόταν το εξής κείμενο περιγράφοντας τον κεντρικό χαρακτήρα: «Ο σκύλος που είναι τόσο θυμωμένος που δεν μπορεί να κουνηθεί. Δεν μπορεί να φάει. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Ισα που καταφέρνει να γρυλίζει. Δεμένος τόσο σφιχτά με ένταση και θυμό, προσεγγίζει τη φάση της νεκρικής ακαμψίας». Ο σκύλος δεν αποτελούσε παρά τον καθρέφτη των ιδιοκτητών του. Ανώνυμος όπως κι αυτοί, βγάζοντας άναρθρες κραυγές χωρίς αντίκρισμα, περνούσε τη ζωή του σκιαμαχώντας. Τα αφεντικά ικανοποιούσαν τη ναρκισσιστική τους ανάγκη με την κατοχή ενός «κατώτερου» βασανισμένου πλάσματος, οι ίδιοι όμως ήταν τα θύματα κάποιων άλλων που τους «έδεσαν» σε ένα μικροαστικό σπίτι και τους επέβαλλαν πνευματική νέκρωση επιτρέποντάς τους μόνο να γρυλίζουν για ανοησίες. Εκτός κι αν είναι ακόμα χειρότερα τα πράγματα και ο κάτοικος του σπιτιού είναι μόνο ένας σχιζοφρενής που συζητά με τον εαυτό του – για τον David Lynch μιλάμε, άλλωστε.
Οποια κι αν είναι η ερμηνεία τής εντελώς ιδιαίτερης και πειραματικής σειράς του Lynch, η αλήθεια είναι πως δεν αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία παρά την επιμονή του να τη συνεχίζει για εννέα χρόνια. Γι’ αυτόν ήταν περισσότερο μια λυτρωτική υπενθύμιση μιας δύσκολης περιόδου της ζωής του, κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν και αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα διαχείρισης θυμού. Θα τον θυμόμαστε πάντα για τις ανατριχιαστικές ταινίες του και για τις ατέλειωτες συζητήσεις που αυτές προκαλούσαν καθώς η πρόσληψη και η ερμηνεία τους ήταν διαφορετική για τον καθένα και την καθεμιά. Θα τον θυμόμαστε όμως και για τον σκύλο των κόμικς του που καθρέφτιζε ιδανικά την επαναλαμβανόμενη, βουβή και αδιέξοδη οργή των ιδιοκτητών του (και των αναγνωστών του;).
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας