Αντισυμβατικός από χαρακτήρα. Πολιτικά αντιφατικός, έκλινε πάντως στη συντηρητική παράταξη. Ανυπόκριτος. Θύμα και νικητής των αδυναμιών του. Διένυσε τον 20ό αιώνα με χαρακτηριστικό πάθος στις αιρετικές επιλογές του και η ζωή του έδωσε αντίδωρο την ευκαιρία να σημαδέψει την αρχή του 21ου αιώνα κερδίζοντας τον δημαρχιακό θώκο στην πόλη που αγάπησε «με τη σάρκα του όλη», που έλεγε και ο Κωστής Μοσκώφ. Ο Γιάννης Μπουτάρης πέθανε προχθές, σε ηλικία 82 ετών, επιχειρώντας με ποικίλους τρόπους την -καθυστερημένη- αστική (επ)ανάσταση στη Θεσσαλονίκη, η οποία, αν για κάποιους έμεινε ημιτελής, σίγουρα γέννησε ένα προηγούμενο, με το οποίο δύσκολα αναμετριέται κάποιος, είτε για να το ακολουθήσει είτε για να το καταρρίψει.
Παρακολουθώντας την πορεία του, εύκολα εντοπίζει κανείς ότι ήταν πειραχτήρι από τη φύση του, ένας λαϊκός «καβγατζής» με κοστούμι, ένας γλεντοκόπος που διασκέδαζε ανυπόκριτα, προγκώντας με στιλ και αθυροστομία -στα όρια της αναίδειας ή της αυτοκαταστροφής- κυρίως όσους είχαν κάποια εξουσία. Δραστηριοποιήθηκε με αξιοθαύμαστη επιμονή σε χώρους, σχηματισμούς, ομάδες και κόμματα κάθε είδους, διαφορετικών ιδεολογικών κατευθύνσεων -από τη Δράση του Στέφανου Μάνου μέχρι τη δημοτική παράταξη του ΚΚΕ, υπό τον Αγάπιο Σαχίνη. Ηταν μια προσωπικότητα ανέγγιχτη από τους πλείστους συνοδοιπόρους του, με τον αυτοσαρκασμό σαν χειροβομβίδα με τραβηγμένη την περόνη, χαρακτηριστικό που τον έσωνε από τον βάλτο του ναρκισσισμού, την αυταρέσκεια και την οίηση. Μπορούσε να τον αγαπήσει κανείς με την ίδια ευκολία και το ίδιο πάθος με τα οποία θα τον μισούσε την επόμενη στιγμή. Με την ίδια δύναμη αγαπούσε και αποστρεφόταν και ο ίδιος.
Πορεύθηκε στην πολιτική με τις προσωπικές του αδυναμίες σε δημόσια θέα -κάτι που εκτιμήθηκε ακόμη και από τους αντιπάλους του. Ισως μάλιστα περισσότερο από αυτούς, παρά από όσους κολλούσαν δίπλα του από ιδιοτέλεια.
Γεννημένος το 1942, μεγάλωσε σε μια πόλη για την οποία η πολυπολιτισμικότητα ήταν παρελθόν, η εβραϊκή κοινότητα μια αιματηρή ανάμνηση αποσιωπημένη επιμελώς, ακόμη και τα μνημεία της οθωμανικής περιόδου βαφτιζόταν με χριστιανικούς όρους. Εξήντα χρόνια αργότερα, του έμελλε να ξεθάψει και να εξευμενίσει κάποια από τα φαντάσματα της Ιστορίας της. Οι ταγοί της εθνικοφροσύνης της πόλης τον μίσησαν, πολύ περισσότερο που έβρισκαν ότι ο επώνυμος επιχειρηματίας πρόδιδε την τάξη του, ανασκάλευε τον βάλτο της καθημερινότητας, ξεβόλευε. Το υπό ανέγερση Μουσείο Ολοκαυτώματος θεωρείται σήμερα αυτονόητο αλλά το γεγονός ότι η πλατεία Ελευθερίας δεν έχει μετατραπεί ακόμη σε πάρκο Μνήμης αποκαλύπτει το βαθύ σκοτεινό πρόσωπο της πόλης με το οποίο ο Μπουτάρης αναμετρήθηκε στα ίσια. Γέννησε τέτοιο και τόσο μίσος στην Ακροδεξιά, που πολλοί δεν συγκρατήθηκαν ούτε τη μέρα του θανάτου του.
Εχει σίγουρα το ενδιαφέρον του το γεγονός ότι η πορεία των κοινωνικών ενασχολήσεων του κυρ Γιάννη ξεκίνησε τη δεκαετία του '80 με τον αθλητισμό και διακόπηκε με τον αλκοολισμό. Οταν βγήκε από το βαθύ πηγάδι του αλκοολισμού, ήταν άλλος άνθρωπος, η ανάδυσή του σημαδεύτηκε -και σημάδεψε αμετάκλητα την πόλη- με τη δημιουργία, το 1992, της Κίνησης Πολιτών.
Η Κίνηση αποτέλεσε τομή στη νεότερη ιστορία της Θεσσαλονίκης -μια εκδοχή της σήκωσε το βάρος του αγώνα για τη διάσωση των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου- μεγαλύτερη -ισχυρίζονται κάποιοι- ακόμη και από την κατάκτηση της δημαρχίας, το 2010. Η Κίνηση αντιμετώπισε -επιτυχώς- με πρωτόγνωρο συλλογικό τρόπο ζητήματα της πόλης όπως το μπάζωμα της Παλιάς Παραλίας ή η διεκδίκηση της Ροτόντας από την εκκλησία. Η ενεργός και μαχητική εμπλοκή του Γιάννη Μπουτάρη εκείνης της περιόδου, η δημιουργία του Αρκτούρου, ήταν το πρόπλασμα των ιδεών που θα συνέπαιρναν την πόλη σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα. Αστοί και μικροαστοί, εργάτες, σοσιαλιστές και κομμουνιστές, εξωκοινοβουλευτικοί της Αριστεράς, λαϊκά στρώματα και καθηγητές του ΑΠΘ είχαν συγκροτήσει μέτωπο, για να σώσουν ό,τι μπορούσαν από τη λαίλαπα της εργολαβίας που ισοπέδωνε τα τελευταία ίχνη του ιστορικού παρελθόντος της πόλης. Η συνείδηση που δημιουργήθηκε ήταν ουσιαστικά το πολιτικό πρόγραμμα της «Πρωτοβουλίας» της δημοτικής κίνησης της οποίας ηγήθηκε ο Μπουτάρης.
Αξίζει να σημειωθεί μια ξεχωριστή πτυχή της προσωπικότητάς του, την οποία πολλοί θέλουν να ξεχνάνε. Ο Μπουτάρης είχε υπομονή και πείσμα. Ποτέ δεν βιάστηκε. Ποτέ δεν τον κυρίεψε η ανυπομονησία για τους στόχους. Αριστος οινοποιός, γνώριζε από πρώτο χέρι ότι πρώτα πρέπει να αφήσεις το κρασί στο βαρέλι, να το γευθείς κι ύστερα να μιλήσεις γι' αυτό. Ο Μπουτάρης δούλεψε το ύφος και το στιλ του για δεκαετίες. Η πρώτη δεκαετία της Κίνησης Πολιτών δίνει, το 2002, τη θέση της στη δεκαετία της πολιτικής εκγύμνασης. Και ποιο καλύτερο σχολείο από το ΚΚΕ. Η συμμετοχή του Μπουτάρη, το 2002, στο δημοτικό ψηφοδέλτιο του Αγάπιου Σαχίνη και η εκλογή του ως δημοτικού συμβούλου αποτέλεσαν το γενέθλιο βήμα. Εμαθε αλλά και δίδαξε. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που έφυγε από την παράταξη Σαχίνη: «Υπέβαλα την παραίτησή μου, επειδή δεν θέλω να συνεχίσω να δημιουργώ πρόβλημα στην παράταξη που με τίμησε, ούτε θέλω να την αποδυναμώσω δηλώνοντας ανεξάρτητος», δήλωσε. Δηλαδή παρέδωσε την έδρα του. Και ο Αγάπιος Σαχίνης αντιγύριζε την ευγένεια: «Δεν μετανιώνω για καμία επιλογή, τιμώ όλους όσοι συνεργάστηκαν και συνεργάζονται με τη δημοτική μας παράταξη».
Αν και ο Μπουτάρης είχε θετική άποψη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη -πίστευε μάλιστα μέχρι την τελευταία στιγμή ότι θα άλλαζε άποψη για τα αρχαία της Βενιζέλου-, ο ίδιος ο Μητσοτάκης τον επέκρινε για δημαρχιακές του αποφάσεις. Από την Αριστερά, επίσης, τον έψεγαν για αυταρχισμό και κυρίως για υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών και για τις θέσεις του υπέρ της ιδιωτικοποίησης υπηρεσιών του δήμου, όπως η καθαριότητα.
Πρώτη φορά κατέβηκε υποψήφιος δήμαρχος το 2006. Εμεινε στην αντιπολίτευση άλλα τέσσερα χρόνια μέχρι να κατακτήσει τη δημαρχία, νικώντας στον δεύτερο γύρο τον Κώστα Γκιουλέκα. Θα μπορούσε να είναι απλώς ένας καλός καλαμπουρτζής στα μπαράκια της πόλης -όταν αυτά έγραφαν ιστορία-, αλλά ευτυχώς για την πόλη πήρε πολύ σοβαρά την περσόνα του. Ηταν, βεβαίως, αντιφατικός, ανυποχώρητα, το λένε πρώτοι και καλύτεροι οι αληθινοί του φίλοι. Το πρόβλημα γεννιόταν από όσους ήθελαν να είναι φίλοι του αλλά αφενός δεν τον γνώριζαν καθόλου, αφετέρου πίστευαν ότι θα τον έφερναν στα νερά τους ή τον έντυναν με τις δικές τους επιθυμίες και τα σχέδια. Η περίπτωση για τον λανθασμένο τρόπο με τον οποίο τον ερμήνευε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εξόχως χαρακτηριστική («Μπουτάρης: “Φτάνουν δύο θητείες”», «Εφ.Συν.», 22.11.2018 ).
Η δημαρχιακή θητεία του δεν έχει εκτιμηθεί ακόμη. Μένουμε σε γεγονότα εξαιρετικής έντασης, τα οποία αντιμετώπισε ο δήμος υπό τη δημαρχία του. Το μεταναστευτικό κύμα, σε σύμπτωση με την άνοδο του χρυσαυγιτισμού. Η στάση του δημάρχου οδήγησε στα δραματικά γεγονότα της 19ης Μαΐου 2018, όταν κατά τη διάρκεια εκδήλωσης μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων στη Θεσσαλονίκη δέχθηκε άγρια σωματική επίθεση.
Επί δημαρχίας του, εγκρίθηκε και η ετήσια διοργάνωση των εκδηλώσεων του Thessaloniki Pride. Ηταν αρνητικός απέναντι στις μαθητικές παρελάσεις και θεωρούσε τη Συμφωνία των Πρεσπών μεγάλη επιτυχία, με οφέλη για την Ελλάδα και τη Βόρεια Μακεδονία. Γι' αυτό και είχε στοχοποιηθεί από ακροδεξιές ομάδες και τους διοργανωτές των συλλαλητηρίων. Τελευταίος αγώνας για τον κυρ Γιάννη, η σωτηρία των αρχαιοτήτων στη Βενιζέλου και η κάθοδος στις δημοτικές εκλογές, σε στήριξη του Σπύρου Πέγκα. Επανεξελέγη δημοτικός σύμβουλος και τιμούσε με την παρουσία του τα έδρανα της αγαπημένης του πόλης, μέχρι και την τελευταία του πνοή.
«Πάλι μόνο με αφήνεις ρε Γιαννάκο...»
Ο φίλος του, Απόστολος Σοφιαλίδης, τον αποχαιρετά
ΔΟΚΙΜΗ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥ
Για τον Γιάννη Μπουτάρη
[και τώρα πια για τη μνήμη του]
... φεύγει το φιλαράκι μου...
... ο μαλάκας, μ’ αφήνει μόνο...
... «γύρνα», του φώναξα πάλι σήμερα, όπως εδώ και μέρες, μα δεν μ’ άκουγε...
Ρουφούσε αέρα από ένα μηχάνημα, τρανταζόταν ολόκληρος σε κάθε ρουφηξιά και φορούσε μια μάσκα που του έκλεινε το μισό πρόσωπο (στόμα και μύτη), δεμένη με χοντρά λουριά στο κεφάλι του, που θαρρείς κι εκείνο φούσκωσε κάπως.
Είχε τα βλέφαρά του σφιχτά κλεισμένα πάνω στα μάτια του και δεν τ’ άνοιξε ούτε μια στιγμή. Τον φίλησα στους ώμους και στο στέρνο. Πάνω απ’ τη λευκή ποδιά του ασθενούς, εννοείται, δηλαδή φίλησα το ύφασμα που έκρυβε το κορμί που είχε μείνει μισό και μαραμένο, όπως το έβλεπα τις τελευταίες μέρες πριν τον πάνε στο νοσοκομείο...
... του έσφιξα και του χάιδεψα τα χέρια. Ηταν σχεδόν άψυχα, μα έβλεπα σ’ αυτά τη δύναμη που είχαν κάποτε...
… λοιπόν, αγκάλιασα τα παιδιά του και φίλησα τον αδελφό του, που ήταν κι αυτός εκεί ολοζώντανος και είχα χρόνια να τον δω και χάρηκα που τον ξαναείδα, κι έφυγα από το νοσοκομείο.
Ετσι κι αλλιώς, τον είχα χαιρετήσει κάμποσες φορές φέτος. Και είχαμε πει, νομίζω, και τα καλά και τα κακά. Οσα μπορέσαμε. Οχι και πάρα πολλά. Δεν χρειαζόταν κιόλας.
Πρόλαβα τουλάχιστον να του πω πόσο πολύ τον αγαπώ (πρόλαβε να μου πει κι αυτός ότι το ξέρει) και πόσο χέστης και άπληστος πιστεύω ότι είναι (ή ήταν;) σε όλη τη ζωή του. Εζησες τέσσερις ζωές, ε, νισάφι πια, του είπα το καλοκαίρι, την έφαγες με το κουτάλι. Αλλοι δεν έζησαν ούτε μισή. Του είπα κι ότι με πλήγωσε κάμποσες φορές, αλλά δεν του κρατώ καμιά κακία... Την άλλη μέρα το πρωί μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι τον στενοχώρησα πολύ χθες...
... κάπου στις αρχές της τρίτης του ζωής γνωριστήκαμε.
... μα τώρα, στη δύση της τέταρτης, δεν μπορούσαμε να πούμε άλλα...
... εκείνος, ίσως το κατάλαβε πιο γρήγορα από μένα...
... όπως, σίγουρα, είχε καταλάβει πιο γρήγορα, τότε, προς τα μέσα της δεκαετίας του 1980, το κοινό σημείο μας... δεν πρόλαβα να τον ρωτήσω ποιο είναι, σκέφτομαι τώρα...
... τώρα γυρίζω απ’ το νοσοκομείο στο σπίτι για να γράψω (με μεγάλο κόπο) δικόγραφα για την υπόθεση, για την οποία γράφω και μιλώ από την εποχή σχεδόν που γνωριστήκαμε πριν από σαράντα χρόνια...
… ζήσαμε φοβερές στιγμές και καταστάσεις στο «νησί» στις δεκαετίες του 1980 και του 1990.
Υστερα, εμείς (η Δανάη κι εγώ) πήραμε τον δρόμο για την Καρδιανή της Τήνου.
Δεν ξέρω αν μου το συγχώρησε ποτέ.
Ούτε αυτό πρόλαβα να του το ρωτήσω.
Η Διάπορος της Σιθωνίας Χαλκιδικής, το «νησί» εκείνης της ζωής μας, είναι ακόμα επίδικο, τώρα στον Αρειο Πάγο...
... νομίζω, λοιπόν, πως δεν θα μπορέσω να σκεφτώ ποτέ την «κηδεία» του ή άλλα συναφή πράγματα, αφού δουλεύω και τον έχω στο μυαλό μου ολοζώντανο…
... καλύτερα να σωπάσω τώρα.
Τώρα, όμως, θυμάμαι κάτι άλλο. Ηταν αρχές καλοκαιριού του 1991, λίγο μετά που γύρισε καθαρός από την Αμερική και κάναμε οι δυο μας μια βόλτα στο Αγιονόρος. Την είχε οργανώσει ο Νίκος ο Ναουμίδης. Μείναμε δυο μέρες στη σκήτη του γέροντα Ιερόθεου στις Καρυές (αξέχαστες, φυσικά) κι ένα πρωί ξεκινήσαμε για τη συνέχεια: Αγία Αννα και μετά ανάβαση μέχρι τη σκήτη της Κερασιάς, της Μεγίστης Λαύρας, για τον Θεολόγο.
Τότε, στις Καρυές, μας βρήκε το μαντάτο, ότι πέθανε ξαφνικά ο πατέρας του ο Στέλιος. Είπε, Αποστολάκο, φεύγω. Φυσικά, του λέω, πάμε να ετοιμάσουμε τις τσάντες μας. Εσύ θα μείνεις εδώ και θα τελειώσεις τη διαδρομή και την επίσκεψη, όπως την προγραμματίσαμε, δεν έχεις καμιά δουλειά με όλες αυτές τις κοινωνικές υποχρεώσεις και τις συμβάσεις, τι νομίζεις ότι είναι οι κηδείες, είπε, με ύφος που δεν σήκωνε αντίρρηση.
Και έμεινα και τέλειωσα μόνος μου όλο το πρόγραμμα, με την ψυχή στο στόμα.
Ξαναβρεθήκαμε σε λίγες μέρες όλοι μαζί στο νησί, αλλά είχα αρπάξει ανεμοβλογιά στο Ορος, από την οποία είδα κι έπαθα να απαλλαγώ...
... πάλι μόνο μ’ αφήνεις, ρε Γιαννάκο, να τελειώσω τη διαδρομή...
... κι αυτή τη φορά δεν ξέρω το πρόγραμμα, ούτε καν αν υπάρχει τέτοιο...
... αλλά, έμαθα, θα πεις, και θα έχεις δίκιο...
... δεν θα προλάβω να σου το πω, όμως...
... τώρα, ας σωπάσω πια επιτέλους...
... θα έρθει ώρα για τα μνημόσυνα (όλων μας)...
Απόστολος Σοφιαλίδης
9 Νοεμβρίου 2024
ΥΓ.: Αυτό δεν θα το διαβάσεις ποτέ, φίλε μου. Είχες διαβάσει τόσα και τόσα που σου έγραφα (και υπέγραφα «ο Αποστολάκος, πάντα» ή «ο εβραίος», μερικές φορές, παλιότερα, ή «ο ειδικός σύμβουλος», τα χρόνια που ήσουν εν ενεργεία δήμαρχος) και τα τύπωνα για να σου τα φέρω, εσύ διάβαζες, εγώ κάπνιζα δίπλα σου, τάχα αδιάφορος, αλλά με την αγωνία να φουντώνει μέσα μου, ύστερα δίπλωνες προσεχτικά, στα τέσσερα συνήθως, το χαρτί ή, μερικές φορές, τα χαρτιά, και τα έβαζες στην τσέπη του σακακιού σου (και τώρα τελευταία στο σακίδιό σου), ωραίο είναι, έλεγες συχνά, δεν μ’ άρεσε πολύ, έλεγες άλλες φορές (και καμιά φορά έλεγες, στον «σύμβουλο», βάλε και για κείνο κάτι…) και συνεχίζαμε την κουβέντα μας και τη συντροφιά μας…
Συλλυπητήρια μηνύματα
Το πλήθος των μηνυμάτων στο άκουσμα του θανάτου του Γιάννη Μπουτάρη δείχνει την απήχηση της προσωπικότητάς του. Ανακοινώσεις εξέδωσαν: η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ, ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς Αλέξης Χαρίτσης, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Στέλιος Αγγελούδης, το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο, ο Κώστας Γκιουλέκας, ο Σπύρος Πέγκας, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Σωκράτης Φάμελλος, η ΧΑΝΘ και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, η ΠΕΔΚΜ, ο Αρκτούρος -με ένα συγκλονιστικό σκίτσο-, ο Σύλλογος Εργαζομένων στον δήμο Θεσσαλονίκης, οι Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος, ο Απόστολος Τζιτζικώστας, οι ΠΑΕ ΑΡΗΣ και ΠΑΟΚ, ο δήμαρχος Νάουσας κ.ά. Μεσίστιες κυματίζουν, από χθες το πρωί, οι σημαίες έξω από το δημαρχείο. Η «Εφ.Συν.» στέλνει τα συλλυπητήριά της στα παιδιά του Στέλιο, Φανή και Μιχάλη και στον αδελφό του Κωνσταντίνο.
! Η σορός του θα βρίσκεται στο δημαρχείο της Θεσσαλονίκης αύριο, από τις 11 το πρωί μέχρι τις 2 το μεσημέρι, για να τον αποχαιρετήσουν συνεργάτες, φίλοι και πολίτες, ενώ θα ακολουθήσει η εκφώνηση των επικήδειων. Η οικογένεια απευθύνει θερμή παράκληση να γίνουν δωρεές αντί στεφάνων στα ιδρύματα Αργώ, Αρκτούρος, Το άσυλο του παιδιού.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας