Η επίσκεψη του Γερμανού προέδρου στην Κάνδανο έχει ιδιαίτερη συμβολική αξία καθώς πρόκειται για τη μοναδική θηριωδία των Γερμανών για την οποία άφησαν οι ίδιοι γραπτά αποτυπώματα, ενώ μέχρι και σήμερα προβάλλεται από Γερμανούς αναθεωρητές της Ιστορίας ως δίκαιο μέτρο αντιποίνων για την εμπλοκή του άμαχου πληθυσμού στον πόλεμο.
Το χωριό ισοπεδώθηκε εκ θεμελίων στις 3 Ιουνίου 1941 με εντολή του πτέραρχου Κουρτ Στούντεντ ως αντίποινα για την αντίσταση των Κρητικών στη Μάχη της Κρήτης, που είχε ξεκινήσει λίγες μέρες νωρίτερα (20 Μαΐου). Την προηγούμενη μέρα είχαν πραγματοποιηθεί οι μαζικές εκτελέσεις στο Κοντομαρί και όταν οι Γερμανοί έφτασαν στην Κάνδανο είχαν μείνει μόνο 6 ηλικιωμένοι, τους οποίους εκτέλεσαν επί τόπου. Στη συνέχεια έβαλαν φωτιά και έκαψαν όλα τα σπίτια, ενώ τα πιο γερά από αυτά τα ανατίναξαν με δυναμίτη.
Με εντολή του Στούντεντ, στις δύο εισόδους του χωριού τοποθέτησαν οι ίδιοι επιγραφές στα ελληνικά και τα γερμανικά. Η πρώτη έγραφε: «Διά την κτηνώδη δολοφονίαν Γερµανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του µηχανικού από άνδρας, γυναίκας και παιδιά και παπάδες µαζύ και διότι ετόλµησαν να αντισταθούν κατά του µεγάλου Ράιχ κατεστράφη την 3-6-1941 η Κάνδανος εκ θεµελίων, διά να µην επαναοικοδοµηθεί πλέον ποτέ». Η δεύτερη έγραφε: «Ως αντίποινον των άπω οπλισµένων πολιτών ανδρών και γυναικών εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων Γερµανών στρατιωτών κατεστράφη η Κάνδανος». Μάλιστα, είχε παραγγελθεί και τρίτη επιγραφή από μάρμαρο που μεταφέρθηκε στην Κάνδανο δύο χρόνια μετά, ώστε να δημιουργηθεί μνημείο από τους Γερμανούς για τους πεσόντες αλεξιπτωτιστές και ανέφερε: «Εδώ υπήρχε η Κάνδανος - Κατεστράφη προς εξιλασµόν της δολοφονίας 25 Γερµανών στρατιωτικών».
Ο Ρίχτερ
Το αφήγημα των «δίκαιων αντιποίνων» φτάνει μέχρι και τις μέρες μας καθώς κάποιοι ιστορικοί με προεξάρχοντα τον Χάινς Ρίχτερ, που πέθανε τον περασμένο Μάρτιο, στο έργο τους χαρακτηρίζουν την αντίσταση του άμαχου πληθυσμού και τη δολοφονία Γερμανών αλεξιπτωτιστών πράξη που αντίκειται στο δίκαιο του πολέμου. Γύρω από τη θεωρία του αλλά και το πρόσωπό του ξέσπασε το 2014 μεγάλη διαμάχη, που έφτασε μέχρι και τα δικαστήρια της Κρήτης. Ο Ρίχτερ δικάστηκε στο Ρέθυμνο με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο και ιδιαίτερα το σκέλος που αφορά το πνευματικό έργο ως προς την άρνηση των εγκλημάτων του Ολοκαυτώματος.
Το δικαστήριο το 2016 τον απάλλαξε από τις κατηγορίες, κρίνοντας αντισυνταγματικό το συγκεκριμένο σκέλος του νόμου, σε μια υπόθεση που τελικά εξέθεσε την Ελλάδα ως χώρα που διώκει την ελεύθερη έκφραση. Το έργο του Ρίχτερ έμελλε να κριθεί αντιεπιστημονικό στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα και όχι στα δικαστήρια, ενώ το 2020 το ΣτΕ επικύρωσε (ύστερα από δική του προσφυγή) την αφαίρεση του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου Κρήτης, που είχε απονεμηθεί στον Ρίχτερ λίγα χρόνια πριν.
Η θεωρία πάντως της παραβίασης του δικαίου του πολέμου από τους κατοίκους της Κρήτης επιβιώνει μέχρι και σήμερα σε γερμανικούς κύκλους και μια πιθανή αναφορά από τον Γερμανό πρόεδρο σε «δίκαιη αντίσταση» ή με παρόμοια φρασεολογία θα μπορούσε να έχει ιδιαίτερη σημασία ως προς αυτό το σκέλος, ενώ θα συνδεθεί άμεσα και με την υπόθεση των πολεμικών αποζημιώσεων. Ολα αυτά, βέβαια, θα εξαρτηθούν από το τι θα πει ιδιαίτερα στην Κάνδανο ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας