Η υπόθεση επαναφέρει την αγωνία και τους φόβους που έχουν οι άνθρωποι για τις επιπτώσεις της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας στην υγεία τους, δεδομένου ότι οι σχετικές διεθνείς επιστημονικές έρευνες αναγνωρίζουν ότι είναι επιβλαβής για τον ανθρώπινο οργανισμό, αλλά διίστανται ως προς τα ασφαλή όρια και τα μέτρα προφύλαξης που πρέπει να λαμβάνονται για το κοινό, διότι τα «τελικά συμπεράσματα» δεν έχουν εξαχθεί ακόμη.
Τέσσερις άνθρωποι μιας οικογένειας, που ζουν σε μόνιμη βάση εδώ και 35 και πλέον χρόνια σε τρία διαφορετικά σπίτια σε ιδιόκτητες γειτονικές εκτάσεις εκτός του οικισμού Διστόμου, οι οποίες βρίσκονται μέσα στη φύση και στους αγρούς, διαπίστωσαν έκπληκτοι στις αρχές Ιουλίου ότι βαριά χωματουργικά μηχανήματα εκτελούσαν εργασίες σε ελάχιστη απόσταση από το κοινό όριο των ιδιοκτησιών τους.
Οπως πληροφορήθηκαν, οι εργασίες αφορούσαν την εγκατάσταση δύο Πυλώνων Υψηλής Τάσης για τη μεταφορά του παραγόμενου ηλεκτρικού ρεύματος από το εργοστάσιο φυσικού αερίου του ομίλου Μυτιληναίου στη θέση Αγιος Νικόλαος του Δήμου Διστόμου - Αράχοβας - Αντίκυρας.
Οπως περιγράφουν οι ίδιοι, έχασαν τη γη κάτω από τα πόδια τους καθώς σε απόσταση ελάχιστων μέτρων από τις μόνιμες κατοικίες τους, τις οποίες επέλεξαν ακριβώς επειδή είναι μέσα στη φύση, μακριά από βιομηχανικού τύπου εγκαταστάσεις, ετοιμαζόταν να εγκατασταθούν πυλώνες και γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος υπερυψηλής τάσης, γεγονός που, όπως υποστηρίζουν, θα απειλούσε ευθέως την υγεία τους και ιδιαίτερα την εύθραυστη υγεία των τριών εξ αυτών, εξαιτίας της προχωρημένης ηλικίας τους.
Ελάχιστη απόσταση
Η ανησυχία τους απέρρεε από το γεγονός ότι η απόσταση του πρώτου πυλώνα από τις κατοικίες τους ανερχόταν από 179,5 έως περίπου 228 μέτρα, ενώ από τα όρια των ιδιοκτησιών τους η απόσταση του πυλώνα περιοριζόταν στα 117,5 μέτρα.
Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο πυλώνα, η απόσταση από τα σπίτια τους ήταν από 306 έως 340 μέτρα και από τα όρια των ιδιοκτησιών τους περίπου 286 μέτρα, αποστάσεις που υποστηρίζουν ότι επιτείνουν την έκθεσή τους στην επιβλαβή ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, δεδομένου ότι διαβιούν, κινούνται και καλλιεργούν σε όλη την έκταση της ιδιοκτησίας τους και δεν βρίσκονται, όπως είναι ευνόητο, μονίμως εντός των οικιών τους. Η απόσταση δε των Γραμμών Μεταφοράς Υψηλής Τάσης που συνδέουν τους δύο πυλώνες ήταν από 92 έως 161 μέτρα.
Θέλοντας να ελέγξουν αν η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή που είχε αδειοδοτήσει το έργο είχε αξιολογήσει τις επιπτώσεις του ως προς την υγεία τους συνυπολογίζοντας την ύπαρξη των κατοικιών τους σε τόσο κοντινή απόσταση από τους πυλώνες και τη Γραμμή Μεταφοράς, ανέτρεξαν στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου. Σε αυτήν διαπίστωσαν ότι ανακριβώς -και κατά την άποψή τους παραπλανητικώς- αποκρύπτεται η ύπαρξη των κατοικιών τους.
Οπως αναφέρεται στη μελέτη, «…η αναμενόμενη αύξηση του θορύβου δεν πρόκειται να επιβαρύνει σημαντικά το ανθρωπογενές περιβάλλον, δεδομένου ότι οι οικιστικές ενότητες της περιοχής, οι κατοικίες και οι δραστηριότητες των κατοίκων αναπτύσσονται σε σχετικά μεγάλη απόσταση από αυτούς σε σχέση με την υπό μελέτη δραστηριότητα (πλησιέστερος οικισμός 800 μέτρα)».
Μέτρα προφύλαξης
Εν τω μεταξύ, μέσα στον Αύγουστο οι δύο πυλώνες εγκαταστάθηκαν, λόγος για τον οποίο προχώρησαν σε Αίτηση Ασφαλιστικών Μέτρων, υποστηρίζοντας ότι η απόσταση των πυλώνων και των γραμμών μεταφοράς είναι πολύ μικρότερη των 600 μέτρων, απόσταση που έχει κριθεί από τη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία ως η πλέον ελάχιστη για την αποφυγή των σοβαρών επιπτώσεων στην υγεία.
Κι ακόμη, ότι η εταιρεία που εγκατέστησε τους πυλώνες παραβιάζει την αρχή της προφύλαξης σύμφωνα με την οποία πρέπει να λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης όταν υπάρχουν επαρκείς λόγοι να θεωρείται ότι η εγκατάσταση Πυλώνων Υψηλής Τάσης δημιουργεί κινδύνους ανεπανόρθωτης βλάβης στη σωματική και ψυχική υγεία.
Εξάλλου, υποστηρίζουν ότι η μη λειτουργία των επίδικων πυλώνων δεν οδηγεί σε πλήρη στέρηση της οικονομικής ελευθερίας της εταιρείας, η οποία μπορεί πολύ εύκολα και γρήγορα να τροποποιήσει την όδευση της Γραμμής Μεταφοράς της και να τους τοποθετήσει σε ασφαλή απόσταση από τις κατοικίες και τις ιδιοκτησίες τους. Η εκδίκαση της υπόθεσης αναμένεται να γίνει στις 17 Νοεμβρίου.
Υπέρ του ομίλου Μυτιληναίου έκανε πρόσθετη παρέμβαση ο ΑΔΜΗΕ στην οποία υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία, απαγορεύεται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων εις βάρος έργων κοινής ωφελείας που εξυπηρετούν τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας, ότι το έργο είναι περιβαλλοντικά αδειοδοτημένο και ότι έχει λάβει θετικές γνώμες από όλες τις αρμόδιες αρχές.
Κι ακόμη, ότι οι μετρήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί κατά καιρούς σε γραμμές μεταφοράς είναι χαμηλότερες από τα προβλεπόμενα όρια, ότι τα όρια του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου ισχύουν στην Ελλάδα από τον Απρίλιο του 2002 και ότι οι υπάρχοντες κανονισμοί προσδιορίζουν τα επιτρεπτά επίπεδα πεδίων και όχι τις αποστάσεις ασφαλείας. Σύμφωνα με τον ΑΔΜΗΕ, δεν προκύπτουν επιδράσεις στην ανθρώπινη υγεία. Η «Εφ.Συν.» επικοινώνησε με εκπρόσωπο του ομίλου Μυτιληναίου που δήλωσε ότι η εταιρεία δεν σχολιάζει υποθέσεις που πρόκειται να εκδικαστούν.