Εβδομάδα-ορόσημο για την έναρξη των πανελλαδικών εξετάσεων είναι η τρέχουσα, με τους περίπου 100.000 υποψηφίους των ΓΕΛ και των ΕΠΑΛ να δίνουν τη δική τους «μάχη» για μία από τις 68.574 θέσεις στα ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα.
Τα βασικά χαρακτηριστικά των φετινών εξετάσεων είναι κάποιες «αθέατες» αλλαγές αναφορικά με τα εξεταζόμενα μαθήματα και τις μετακινήσεις τμημάτων στα Επιστημονικά Πεδία αλλά και κάποιες ιδιαίτερες μεταβλητές που επηρεάζουν την κίνηση των βάσεων εισαγωγής. Να υπενθυμίσουμε αρχικά ορισμένα στοιχεία:
1. Για τρίτη χρονιά θα εφαρμοστεί φέτος η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ), όπως και το Παράλληλο Μηχανογραφικό για εισαγωγή στα δημόσια ΙΕΚ. Το ποσοστό επιτυχίας των υποψηφίων αναμένεται να κυμανθεί γύρω στο 60% καθώς καμιά προεκλογική σκοπιμότητα δεν μπορεί να βάλει στο πεδίο αυτό «το χεράκι της» π.χ. για μικρότερα ποσοστά αποκλεισμού λόγω της ΕΒΕ.
2. Οι βαθμολογίες αναμένεται να ανακοινωθούν στα τέλη Ιουνίου, ενώ τα αποτελέσματα (βάσεις) αναμένεται να ανακοινωθούν προς τα τέλη Ιουλίου.
3. Από πλευράς υπουργείου υπάρχει η διαβεβαίωση ότι δεν θα επηρεαστεί η διεξαγωγή των εξετάσεων από τη διεξαγωγή των εθνικών εκλογών.
4. Οι υποψήφιοι/ες για το 10% με τελευταία εξέταση το 2021 θα διεκδικήσουν την εισαγωγή τους με την προϋπόθεση της ΕΒΕ, όπως αυτή διαμορφώθηκε στις πανελλαδικές εξετάσεις του 2021. Οι υποψήφιοι/ες για το 10% με τελευταία εξέταση το 2022 θα διεκδικήσουν την εισαγωγή τους με την προϋπόθεση της ΕΒΕ, όπως αυτή διαμορφώθηκε στις πανελλαδικές εξετάσεις του 2022.
Οι αλλαγές
Στις «αθέατες» αλλαγές περιλαμβάνονται: I η αλλαγή του τρόπου βαθμολόγησης των μαθημάτων της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Αρχαίων, II η περίληψη 8 τμημάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον και την οικονομία στο 4ο Επιστημονικό Πεδίο και III δύο νέα τμήματα που θα περιληφθούν στο 2ο και το 3ο Πεδίο.
Αναφορικά με τις αλλαγές στη βαθμολόγηση στην Εκθεση και στα Αρχαία Ελληνικά πρέπει να σημειώσουμε τα εξής: Για το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας Γενικής Παιδείας, από φέτος το άριστα για το πρώτο θέμα -την περίληψη δηλαδή που καλούνται να κάνουν οι υποψήφιοι- θα λαμβάνει 20 στις 100 μονάδες, από 15 που λάμβανε μέχρι πέρυσι.
Επιπλέον, στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών, «κόπηκε» η μία από τις δύο ερωτήσεις του διδαγμένου κειμένου, που λάμβανε 2 μονάδες στις 20. Οι μονάδες αυτές θα προστεθούν στη μετάφραση του αδίδακτου, το άριστα για το οποίο θα είναι πλέον 10 μονάδες στις 20, από 8 που ήταν μέχρι πέρυσι.
Στην ουσία δυσκολεύει το άριστα στα Αρχαία Ελληνικά για τους υποψηφίους των σχολών ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών, ενώ αλλαγές θα ισχύσουν και στη βαθμολόγηση των επιμέρους θεμάτων της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας Γενικής Παιδείας που θα επηρεάσουν τις βαθμολογίες όλων των υποψηφίων για τα ΑΕΙ.
Μέχρι τις τελευταίες πανελλαδικές εξετάσεις εάν ένας υποψήφιος απαντούσε άριστα στις ερωτήσεις για το διδαγμένο κείμενο θα συγκέντρωνε 12 μονάδες στις 20, 60 στις 100 και στο αδίδακτο 8 μονάδες στις 20, 40 στις 100. Με τη νέα απόφαση του υπουργείου Παιδείας από τις πανελλαδικές του 2023 κόβεται η μία από τις δύο ερωτήσεις στο διδαγμένο κείμενο για την οποία το άριστα ήταν 2 μονάδες στις 20. Αυτές οι δύο μονάδες θα δοθούν στη μετάφραση του αδίδακτου, το άριστα του οποίου από 8 στις 20 μονάδες θα είναι 10 μονάδες στις 20. Συνακόλουθα αυξήθηκαν και οι στίχοι που θα δίνονται προς μετάφραση.
Παράλληλα στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας Γενικής Παιδείας δίνονται πέντε θέματα. Η αλλαγή που ισχύει από φέτος είναι ότι το άριστα για το πρώτο θέμα, η περίληψη που καλούνται να κάνουν οι υποψήφιοι, θα είναι 20 μονάδες στις συνολικά 100 από 15 μονάδες που ήταν έως πέρυσι.
Οι πέντε μονάδες αφαιρούνται από το δεύτερο θέμα που έχει τρία υποερωτήματα σχετικά με το μη λογοτεχνικό κείμενο που δίνονται στους μαθητές του διαγωνίσματος για το οποίο το άριστα από 40/100 μειώνεται σε 35/100 μονάδες. Και αυτή η μικρότερης βαρύτητας σε σχέση με εκείνη των Αρχαίων εκτιμάται ότι θα δυσχεράνει το 20.
Οσον αφορά τις αλλαγές στα τμήματα, φέτος θα προστεθούν δύο νέα στο 2ο και το 3ο Επιστημονικό Πεδίο. Πρόκειται για το Τμήμα Αειφορικής Γεωργίας στο Αγρίνιο και Γεωπονικής στο Μεσολόγγι, τμήματα τα οποία ανήκουν στο Πανεπιστήμιο Πατρών.
Επιπλέον, οκτώ τμήματα θα περιληφθούν από φέτος και στο 4ο Πεδίο, εκτός του 2ου και του 3ου που ήταν μέχρι πέρυσι. Πρόκειται για τα Τμήματα Περιβάλλοντος στη Μυτιλήνη, στη Λάρισα και τη Ζάκυνθο, τα Τμήματα Κοινωνικής Πολιτικής στην Αθήνα και την Κομοτηνή, το Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων στην Ορεστιάδα, το Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης στην Ορεστιάδα και το Τμήμα Πληροφορικής με εφαρμογές στη Βιοϊατρική στη Λαμία.
Μεταβολές
Μια τάση που έχει κάνει την εμφάνισή της τα τελευταία χρόνια είναι η «μετατόπιση» των υποψηφίων από το 1ο Επιστημονικό Πεδίο (Ανθρωπιστικών, Νομικών και Κοινωνικών Επιστημών), που άλλοτε ήταν το πολυπληθέστερο, στο 4ο Πεδίο (Επιστημών Οικονομίας και Πληροφορικής).
Θυμίζουμε ότι στις πανελλαδικές εξετάσεις του 2018, το 32% των υποψηφίων προσανατολιζόταν στο 1ο Επιστημονικό Πεδίο και το 25% στο 4ο Επιστημονικό Πεδίο. Σύμφωνα με τα περσινά στοιχεία, το 4ο Πεδίο έχει πάρει πλέον τη σκυτάλη, καθώς το 35% των υποψηφίων δηλώνει σχολές από το 4ο Επιστημονικό Πεδίο και το 25% από το 1ο Επιστημονικό Πεδίο. Η τάση αυτή αναμένεται να αποτυπωθεί και φέτος.
Επίσης, σύμφωνα με εκτιμήσεις, αναμένεται φέτος μεγαλύτερος συναγωνισμός για την είσοδο στις λεγόμενες «εκπαιδευτικές σχολές», κυρίως των δασκάλων και των νηπιαγωγών, της ειδικής αγωγής αλλά και των Τμημάτων Φιλολογίας, Μαθηματικών, Φυσικής κ.λπ., που συνδέεται με ένα νήμα με το άνοιγμα των διορισμών στη σχολική εκπαίδευση.
Παράλληλα είναι σίγουρο ότι και φέτος την ένταση της ζήτησης θα την απολαύσουν και πάλι οι Στρατιωτικές, Αστυνομικές και Πυροσβεστικές Σχολές (τις στοχεύουν όσοι κυνηγούν την άμεση επαγγελματική τους αποκατάσταση), οι Ιατρικές, οι Πολυτεχνικές του ΕΜΠ, οι Νομικές Αθήνας και Θεσσαλονίκης, σχολές Ψυχολογίας καθώς και κάποια περιζήτητα οικονομικά τμήματα.
Να σημειώσουμε ότι στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις ρεκόρ αιτήσεων κατέγραψαν οι Στρατιωτικές Σχολές, καθώς υποβλήθηκαν πάνω από 11.500 δηλώσεις υποψηφίων, ενώ τα προηγούμενα χρόνια ο αριθμός αυτός ήταν 5.000-6.000.