Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως από τη Βουλή αλλά και σε τηλεοπτικές της εμφανίσεις υποστήριξε ότι το 40% των νέων που εισάγονται στα ΑΕΙ δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους και γι’ αυτό χρειάζεται η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) έτσι ώστε να μπαίνουν στα Πανεπιστήμια αυτοί που μπορούν να αποφοιτήσουν.
Βέβαια, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό των φοιτητών που εγκαταλείπουν το ελληνικό Πανεπιστήμιο είναι μόλις το 4% και είναι 2ο χαμηλότερο σε 31 ευρωπαϊκές χώρες. Παράλληλα και η επίσημη έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος διαψεύδει τα λόγια της Νίκης Κεραμέως: σύμφωνα με έρευνα (2019), το ποσοστό όσων δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους έχει μειωθεί από το 14,2% σε μόλις 4,7% μέσα σε μία δεκαετία!
Είναι φανερό ότι η εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής ως μοναδικό σκοπό της έχει την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων στον χώρο της εκπαίδευσης, που αναμένουν τους χιλιάδες κομμένους ως πελατεία στα ιδιωτικά ΙΕΚ και Κολέγια και εποφθαλμιούν τμήμα της πίτας από τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση. Γι’ αυτό εξάλλου περιφερειακά τμήματα Πανεπιστημίων καταδικάζονται σε τεράστιες απώλειες φοιτητών. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις το Πανεπιστήμιο της Πάτρας (οι νομοί Ηλείας και Αιτωλοακαρνανίας θα χάσουν περισσότερο από το 70% των φοιτητών), το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας (-50%), ενώ σε αρκετές περιπτώσεις ο υψηλός συντελεστής ΕΒΕ θα οδηγήσει σε μείωση ακόμα και κατά 80% των εισαγομένων φοιτητών (με χαρακτηριστικότερη περίπτωση την Αρχιτεκτονική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης).
Ας δούμε και μια άλλη πλευρά που φωτίζει καλύτερα την κατεύθυνση και τις επιδιώξεις της ηγεσίας του ΥΠΑΙΘ. Το ΥΠΑΙΘ πριν από λίγους μήνες πέρασε ρύθμιση για ανώτατο όριο φοίτησης, το ν + ½ν (όπου ν το ελάχιστο πλήθος των ετών που απαιτούνται για την ολοκλήρωση των σπουδών). Αυτό σημαίνει ότι μετά το ανώτατο όριο φοίτησης ν + ½ν οι φοιτητές θα διαγράφονται από το Πανεπιστήμιο. Οπως είχε τονίσει η υπουργός Παιδείας, «δεν αντιμετωπίζουμε το ζήτημα των “αιώνιων” φοιτητών ως πρώτιστα δημοσιονομικό, αλλά ως εκπαιδευτικό. Πρέπει να περάσει ένα ξεκάθαρο μήνυμα πειθαρχίας και εστίασης στην εκπαιδευτική διαδικασία».
Αυτή η επιβολή του δόγματος «νόμος και τάξη» αξίζει να φωτιστεί στην πραγματική της διάσταση ως τμήμα ενός παζλ που τα υπόλοιπα στοιχεία του αφορούν την αυτονομία στην εξεύρεση πόρων, την «αξιολόγηση» με τα κριτήρια της αγοράς, την υποτίμηση και υποβάθμιση της παρεχόμενης γνώσης, τη γενίκευση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά και την ίδρυση περισσότερων ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων με δίδακτρα, την κατηγοριοποίηση των τμημάτων κ.λπ. Η ρύθμιση αυτή είναι δεμένη με ένα νήμα με την κατάργηση του ασύλου και με τη λεγόμενη πανεπιστημιακή αστυνομία, δηλαδή, με την οικοδόμηση όρων που δεν θα διαταράσσουν τις business των Πανεπιστημίων και της αγοραπωλησίας της γνώσης.
Για τους «λιμνάζοντες» το υπουργείο Παιδείας έχει στον νου του κρυφές και φανερές επιλογές: να πληρώσουν δίδακτρα καθυστέρησης ή, στο πλαίσιο της κινητικότητας η οποία αποτελεί συστατικό στοιχείο της κυρίαρχης στρατηγικής, να στραφούν (με δικά τους έξοδα) σε καταρτίσεις, πιστοποιητικά, μικρότερης χρονικής διάρκειας προγράμματα, δίνοντας βαρύτητα στην απόκτηση δεξιοτήτων που απαιτούν οι επιχειρήσεις με βάση τους όρους κερδοφορίας τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), κατά τη λήξη της ακαδημαϊκής χρονιάς 2018-2019, από τους συνολικά 668.734 εγγεγραμμένους προπτυχιακούς φοιτητές οι 282.588 ήταν, με τα κριτήρια του ΥΠΑΙΘ, «αιώνιοι». Δηλαδή, το 42% των φοιτητών έχουν ξεπεράσει τα έξι έτη σπουδών. Οι υπολογισμοί, όσον αφορά τους αριθμούς, είναι σωστοί, ωστόσο το ΥΠΑΙΘ τους χρησιμοποιεί για να τροχοδρομήσει μια εκπαιδευτική πολιτική που εξαντλεί την πίεση πάνω στα θύματα που η ίδια έχει δημιουργήσει.
Ωστόσο, οι αιτίες του φαινομένου δεν αποτυπώνονται ποτέ στα στατιστικά στοιχεία και παραβλέπονται μεθοδικά από τα «ρεπορτάζ» εκείνα που επικεντρώνουν στους «τεμπέληδες φοιτητές-βαρίδια για την ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση». Τα μεγαλύτερα ποσοστά των λεγόμενων «μη ενεργών» φοιτητών παρουσιάζονται σε σχολές με λαϊκότερη κοινωνική σύνθεση και αμφίβολες επαγγελματικές προοπτικές (π.χ. στο Πάντειο, στα περισσότερα πρώην ΤΕΙ, σε πολλές θεωρητικές σχολές κ.λπ.) ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο σε άλλες σχολές (π.χ. ΕΜΠ, Ιατρική κ.λπ.) όπου υπάρχει μια υπεραντιπροσώπευση των ευνοημένων κοινωνικών στρωμάτων.
Η αδυναμία αντιμετώπισης του αυξημένου κόστους σπουδών, η ανεύρεση εργασίας για τη στοιχειώδη κάλυψη κάποιων εξόδων, παράλληλα με την εσωτερίκευση των αμφίβολων επαγγελματικών προοπτικών, εκκολάπτουν την εγκατάλειψη των σπουδών για εκείνο το μέρος του φοιτητικού πληθυσμού για το οποίο αφενός οι παρατεταμένες σπουδές κοστίζουν ακριβά, αφετέρου η είσοδος στην παραγωγή και η πρόωρη επαγγελματοποίηση μετατρέπονται σε αναπόφευκτη στρατηγική επιβίωσης, ανατρέποντας έτσι την προοπτική ολοκλήρωσης των σπουδών. Για πολλούς, λοιπόν, το «προνόμιο» του «αιώνιου» φοιτητή δεν αποτελεί παρά μια άλλη όψη της κοινωνικής μειονεξίας.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας