Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απέρριψε αιτήσεις πρώην βουλευτών που ζητούσαν να αναπροσαρμοστεί η βουλευτική αποζημίωσή τους (αποδοχές βουλευτών) στο ύψος των αποδοχών των προέδρων των Ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας (μαζί με τα επιδόματά τους) για το διάστημα από 20.2.2008 έως 30.9.2009.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο είχαν προσφύγει πρώην βουλευτές, όπως και χήρες βουλευτών, ζητώντας να τους καταβληθεί για το επίμαχο διάστημα η διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης που λάμβαναν και των νέων αυξημένων αποδοχών (νόμος 3691/2008) των ανώτατων δικαστικών λειτουργών.
Πρόκειται για τους πρώην βουλευτές (μερικοί εξ αυτών έχουν αποβιώσει) Δημήτριο Τσαντούλα (Ν.Δ. Πρέβεζας), Πέτρο Καστιλιέρη (ΠΑΣΟΚ Μεσσηνίας), Ηλία Παπαηλία (ΠΑΣΟΚ Αττικής), Κωνσταντίνο Καραμπίνα (Ν.Δ. Αρτας), Αντώνη Καρπούζο (ΚΙΝ.ΑΛΛ. Δυτικής Αττικής), Παναγιώτη Αδρακτά (Ν.Δ. Ηλείας), Πέτρο Τατούλη (Ν.Δ. Αρκαδίας) και τη χήρα του Θεόδωρου Κατσίκη (Ν.Δ. και ΔΗΑΝΑ Καρδίτσας).
Η περίπτωση Τατούλη
Χαρακτηριστική είναι η αξίωση του Πέτρου Τατούλη που προσέφυγε στη Δικαιοσύνη ζητώντας το ποσό των 82.691 ευρώ, ενώ παράλληλα διεκδικούσε και 7.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράλειψη του Δημοσίου να αναπροσαρμόσει τη βουλευτική του αποζημίωση γι’ αυτό το διάστημα των είκοσι μηνών. Διεκδικούσε διαφορές και για προγενέστερο διάστημα, αλλά κρίθηκε ότι η αξίωσή του αυτή είχε υποπέσει σε παραγραφή.
Αρχικά το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών είχε κάνει δεκτή την αγωγή του πρώην βουλευτή και του επιδίκασε το ποσό των 74.910 ευρώ ως διαφορά από τη βουλευτική αποζημίωση. Παράλληλα του επιδίκασε 200 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη (σύνολο 75.110 ευρώ). Το Δημόσιο άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης, η οποία απορρίφθηκε ως αβάσιμη από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.
Τότε οι εφέτες έκριναν ότι η αύξηση των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών που έγινε με το άρθρο 57 του νόμου 3691/2008 «είχε ως συνέπεια την αύξηση του ποσού της βουλευτικής αποζημίωσης» και έπρεπε η βουλευτική αποζημίωση να υπολογίζεται στο σύνολο των αποδοχών του ανώτατου δικαστικού λειτουργού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός, τα επιδόματα και οι προσαυξήσεις που λαμβάνει αυτός, σύμφωνα με το Σύνταγμα και το ειδικό μισθολόγιο των δικαστικών λειτουργών.
Στη συνέχεια το Δημόσιο προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ζητώντας να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση του 2020. Το Δημόσιο υποστήριξε ότι τα Διοικητικά Δικαστήρια εσφαλμένα ερμήνευσαν το Σύνταγμα (άρθρο 63) και έκριναν ότι «επήλθε αυτόματη αύξηση της βουλευτικής αποζημίωσης στο ύψος των αποδοχών του προέδρου των Ανωτάτων Δικαστηρίων του κράτους», καθώς και ότι δεν έλαβαν υπόψη πως η Ολομέλεια της Βουλής (συνεδρίαση ΡΙΔ΄ της 1.4.2009) αποφάνθηκε ομόφωνα «να μην αυξηθεί η βουλευτική αποζημίωση κατ’ αντιστοιχία με την αύξηση των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών», που έγινε με τον νόμο 3691/2008.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ (πρόεδρος η αποχωρήσασα ήδη Μαίρη Σαρπ και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Κωνσταντίνα Φιλοπούλου) έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του Δημοσίου και έκρινε πως δεν είναι νόμιμη η παραδοχή του Εφετείου ότι έπρεπε να αυξηθούν οι βουλευτικές αποζημιώσεις στο ύψος των αποδοχών του προέδρου ανώτατου δικαστηρίου, μετά την απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής, η οποία μάλιστα ισχύει και για το μέλλον.
Απόρριψη ισχυρισμού
Οι δικαστές απέρριψαν τον ισχυρισμό του βουλευτή ότι συντρέχει περίπτωση παράβασης του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και παράλληλα έκριναν ότι δεν προκύπτει αντίθεση του περιορισμού αυτού με τις διατάξεις των άρθρων 4, 26, 63 επ., 81 επ. και 87 επ. του Συντάγματος.
Οπως αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ, ο συγκεκριμένος βουλευτής το διάστημα από 1.1.2008 έως 30.9.2009 έλαβε ως βουλευτική αποζημίωση το ποσό των 243.788 ευρώ. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται, εκτός της βουλευτικής αποζημίωσης, τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, το επίδομα θερινής άδειας, το επίδομα οργάνωσης γραφείου, τα έξοδα κίνησης, τα ταχυδρομικά τέλη και αμοιβές κοινοβουλευτικών επιτροπών.
Ετσι, οι σύμβουλοι Επικρατείας έκαναν δεκτή την έφεση του Δημοσίου και ακύρωσαν την πρωτόδικη απόφαση που αναγνώρισε στον βουλευτή ότι το Δημόσιο πρέπει να του καταβάλει το ποσό των 75.110 ευρώ. Τέλος, επιδίκασαν στον πρώην βουλευτή τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, ύψους 460 ευρώ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας