Η σύλληψη και προφυλάκιση των δύο από τους τέσσερις αναρχικούς, Φώτη Δ. και Ιάσονα Ρ., στις 14 Νοεμβρίου 2021, λίγες ώρες μετά την επίθεση στην Τροχαία Πειραιά, συνοδεύτηκε από πηχυαίους ειδησεογραφικούς τίτλους που μιλούσαν για σπίτια «γιάφκες» και «παρασκευαστήρια εκρηκτικών».
Ηταν μόλις λίγα εικοσιτετράωρα μετά την αλλαγή του Ποινικού Κώδικα, που μετέτρεπε σε κακούργημα το αδίκημα της κατασκευής και κατοχής εμπρηστικών υλών, και η ΕΛ.ΑΣ. δημοσίευε φωτογραφίες από τα φοιτητικά σπίτια των δύο παιδιών, ονομάζοντας «μολότοφ» άδεια μπουκάλια μπίρας που βρέθηκαν εκεί, αποδίδοντας αξιόποινο χαρακτήρα ακόμη και σε... αναπτήρες.
Ειδικά στην περίπτωση του Φώτη Δ., κοντάρια, αναπτήρες και δοχεία με εύφλεκτα υγρά (που δεν προσδιορίστηκε ποτέ το ακριβές περιεχόμενό τους) κίνησαν το ενδιαφέρον των αστυνομικών και κατασχέθηκαν, παρά το γεγονός πως από την πρώτη στιγμή ο ίδιος επισημαίνει ότι πρόκειται για υλικά απαραίτητα για τα σόου με φωτιές και τα ζογκλερικά με τα οποία ασχολείται. Για τους δύο φίλους είχε ήδη σχηματιστεί δικογραφία για τα αδικήματα απόπειρας ανθρωποκτονίας, εμπρησμού κατά συναυτουργία, έκρηξης, κατασκευής και κατοχής εκρηκτικών και εμπρηστικών υλών, μεταξύ άλλων.
Το τι ακριβώς ενοχοποίησε τους άλλους δύο κατηγορούμενους, Παναγιώτη και Λάμπρο Β., σε έλεγχο που πραγματοποίησαν άντρες της ΕΛ.ΑΣ. σχεδόν έναν χρόνο μετά την επίθεση, ανέδειξε στην κατάθεσή του ο Δημήτρης Καραμήτσος, αστυνομικός της Κρατικής Ασφάλειας στο Τμήμα Προστασίας Πολιτεύματος που βρέθηκε στα Δικαστήρια Κορυδαλλού την περασμένη εβδομάδα: κάποια μπουφάν, μαύρα κράνη και γάντια μηχανής.
Μεταξύ των ευρημάτων, δεν θα μπορούσαν να λείπουν και τα περίφημα «μαύρα παπούτσια με τις τρεις λευκές ρίγες», όπως και το «λαδί παντελόνι» του Λάμπρου Β. που βρέθηκαν στο δωμάτιό του. Ρούχα τα οποία φορούσε όταν είχε προσαχθεί λίγους μήνες νωρίτερα στο καφέ-μπαρ «5 Δρόμοι» και, σύμφωνα με τους αστυνομικούς, «μαρτύρησαν» την εμπλοκή του στην υπόθεση της Τροχαίας Πειραιά, αν και είναι προφανείς οι προβληματισμοί που αναδύονται από μια ταυτοποίηση απλού καθημερινού ρουχισμού («Ερωτηματικά για το φακέλωμα και τα “αναρχικά” παπούτσια», 29.5.2023, «Εφ.Συν.»).
Ο μάρτυρας είπε πως η έρευνα στο σπίτι των αδελφών οδήγησε τους αστυνομικούς και σε «ένα χειρόγραφο χαρτάκι». Εκεί αναγράφονταν, μεταξύ άλλων, διευθύνσεις, ονόματα δικηγόρων, τραπεζών και εταιρειών «κόκκινων» δανείων, αλλά και φράσεις όπως «ανάπλαση Εξαρχείων». Το συμπέρασμα του αστυνομικού ήταν πως το συγκεκριμένο χαρτάκι «φαινόταν να δηλώνει πιθανούς στόχους», χωρίς όμως να υπάρχει κάποιο σχετικό στοιχείο ή να έχει προηγηθεί κάποια καταγγελία ή παράνομη πράξη που να διασταυρώνει αυτόν τον ισχυρισμό:
Παπαδάκης (συνήγορος υπεράσπισης): Να δούμε ποιος στοχοποιεί ποιον. Γιατί πιστεύετε ότι είναι στοχοποίηση και όχι, ας πούμε, καταγραφή; Σημειώσεις;
Μάρτυρας: Τι να σας πω, εγώ δεν έχω τέτοιες σημειώσεις.
Πρόεδρος (προς δικηγόρο): Θέλετε να επιμείνετε; Δεν ξέρω αν είναι προς όφελος...
Παπαδάκης: Δεν κάνουμε μια δίκη στη ζούλα, τα πάντα κρίνουμε. Ρωτώ: Υπήρχε κάποια ενέργεια σε αυτές τις διευθύνσεις;
Μάρτυρας: Δεν γνωρίζω.
Παπαδάκης: Αν όμως στην τάδε υπηρεσία είχε ρίξει κάποιος φέιγ βολάν, θα το θυμόσασταν...
Μάρτυρας: Δεν γνωρίζω.
Ανάμεσα στις «ύποπτες κινήσεις» που και ο ίδιος ο αστυνομικός Καραμήτσος είχε τονίσει στην κατάθεσή του στην αρμόδια ανακρίτρια είναι οι τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχαν -όχι την επίμαχη χρονική στιγμή της επίθεσης- οι κατηγορούμενοι μεταξύ τους.
Κλήσεις, δηλαδή, μεταξύ φίλων, όπως καταγράφηκαν από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου και που ακόμη και ο αρμόδιος αστυνομικός που είχε αναλάβει να τις εξετάσει χαρακτήρισε απλές «ενδείξεις» σε προηγούμενη δικάσιμο, ενώ είχε παραδεχθεί πως μόνο εικασίες μπορεί να κάνει κανείς για τη συχνότητα ή μη των επικοινωνιών. «Στοιχεία δεν έχω για κανέναν τους», είχε αποκριθεί ο μάρτυρας ενώπιον των δικαστών, επαναφέροντας έτσι άθελά του το ζήτημα της ποινικοποίησης των ανθρώπινων σχέσεων και της ενοχοποίησης μέχρι αποδείξεως του εναντίου.

Από την πρώτη στιγμή οι τέσσερις κατηγορούμενοι υποστηρίζουν πως δεν είχαν καμία ανάμειξη με την υπόθεση και πως ο μόνος συνδετικός κρίκος που τους ενώνει και τους οδήγησε τελικά στη φυλακή, έχοντας στην πλάτη τους 8 κατηγορίες -εκ των οποίων οι 4 κακουργηματικού χαρακτήρα- είναι οι φιλικές σχέσεις που έχουν μεταξύ τους. Αλλά και το γεγονός πως οι τέσσερις φίλοι δραστηριοποιούνται στον αναρχικό χώρο.
Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τον ζήλο των αστυνομικών που έκαναν έλεγχο στο σπίτι των αδερφών Β. και βάφτισαν ύποπτα «ευρήματα» τα βιβλία των δύο παιδιών; Ποια η ποινική αξία τού να έχεις στην κατοχή σου τα βιβλία του Δημήτρη Κουφοντίνα και τη μαρτυρία του Στέργιου Κατσαρού όπως καταγράφεται στο «Εγώ ο προβοκάτορας, ο τρομοκράτης» ή να διαβάζεις για την οργάνωση «Φράξια Κόκκινος Στρατός» και το αντάρτικο πόλης της Δυτικής Γερμανίας; «Ευρήματα» που διατίθενται σε κάθε βιβλιοπωλείο και αντιμετωπίστηκαν με φρονηματικά κριτήρια από την αστυνομία.