Υπό απαράδεκτες συνθήκες και με επιδεικτικές καθυστερήσεις συνεχίστηκε χθες η δεύτερη συνεδρίαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Πειραιά, το οποίο θα αποφασίσει για την τύχη τεσσάρων αναρχικών που διώκονται για ρίψη μολότοφ έξω από την Τροχαία Πειραιά, αντιμετωπίζοντας ένα διογκωμένο κατηγορητήριο με βαρύτατα κακουργήματα, μεταξύ των οποίων και την απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συναυτουργία.
Οι δύο από τους τέσσερις κατηγορουμένους συμπληρώνουν το χρονικό όριο της προφυλάκισής τους την ερχόμενη Κυριακή και, ενώ εξαντλείται κάθε περιθώριο διεξαγωγής της δίκης, οι δικαστές ανέβηκαν στα έδρανα του δικαστηρίου και πάλι αργοπορημένα και χωρίς επίσημη ενημέρωση για την καθυστέρησή τους.
Η δικηγόρος νομικής βοήθειας που είχε οριστεί παρά τη θέληση των κατηγορουμένων από τους δικαστές δεν εμφανίστηκε και την εκπροσώπησή τους ανέλαβαν εν τέλει οι τέσσερις συνήγοροι υπεράσπισης που είχαν οι ίδιοι επιλέξει. Δικηγόροι, μάρτυρες, ένορκοι και ακροατήριο περίμεναν να ξεκινήσει η συνεδρίαση επί μιάμιση ώρα, γι’ αυτό και οι τέσσερις δικηγόροι αποφάσισαν εκ νέου να πραγματοποιήσουν συμβολική διακοπή μιας ώρας, βλέποντας σκοπιμότητα πίσω από την καθυστέρηση της διαδικασίας.
Η δικονομική τάξη επανήλθε μόνο όταν οι συνήγοροι υπεράσπισης επέστρεψαν στην αίθουσα. Ως τότε, η στάση των τακτικών δικαστών που τελικά ανέβηκαν στα έδρανα -μέχρι εκείνη τη στιγμή, οι ένορκοι δεν είχαν ακόμη κληρωθεί για να συγκροτηθεί νόμιμα το δικαστήριο- χαρακτηριζόταν τουλάχιστον από απαξίωση.
Κατά την απουσία των συνηγόρων υπεράσπισης, η έδρα δήλωσε «προσβεβλημένη» με τη διακοπή των δικηγόρων και διέταξε την εκκένωση της αίθουσας και τη μείωση των παρισταμένων στο κοινό σε 20 άτομα, χωρίς κανέναν προφανή λόγο, πέρα από το γεγονός πως ανάμεσα στους παρευρισκομένους, εκτός από τους συγγενείς των τεσσάρων κατηγορουμένων, βρίσκονταν αναρχικοί που ήταν από νωρίς στον χώρο σε ένδειξη αλληλεγγύης στους κατηγορουμένους.
Οι αντιδράσεις ήταν άμεσες από τη μεριά του ακροατηρίου, που αρνήθηκε να εκκενώσει την αίθουσα, όπως άμεση ήταν και η παρέμβαση του δικηγόρου και συμβούλου στο διοικητικό συμβούλιο του ΔΣΑ, Θανάση Καμπαγιάννη, ο οποίος παρακολουθούσε τη συνεδρίαση και αντέδρασε ρωτώντας: «Εκδίδετε αποφάσεις χωρίς να παρίστανται δικηγόροι; Πού νομίζετε ότι δικάζετε, στην Τουρκία; Δεν είστε στρατοδικείο, αυτά είναι πρωτόγνωρα συμβάντα για την ελληνική έννομη τάξη». Αντιδράσεις όμως ξέσπασαν ξανά όταν, κατά τη διάρκεια νέας διακοπής, οι αστυνομικοί της Ειδικής Ομάδας Μεταγωγών χειροπέδησαν αναίτια τους κατηγορουμένους, αφήνοντάς τους έτσι για αρκετή ώρα στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Ολα αυτά σε μια ασφυκτικά μικρή και ακατάλληλη δικαστική αίθουσα, αυτή των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού, που επιλέχθηκε έπειτα από ειδική αίτηση της Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά στο υπουργείο Δικαιοσύνης με την οποία επικαλούνταν «προβλήματα» που θα δημιουργούσαν η μαζική προσέλευση του κόσμου και η δημοσιότητα της δίκης.