«Απολογούμαι για την αφέλειά μου να πιστεύω ότι η αστυνομία είναι για να μας προστατεύει. Απολογούμαι απέναντι στα παιδιά μου για την αφέλειά μου να ανοίγω την πόρτα στους αστυνομικούς και ύστερα να ανεβαίνω στην ταράτσα μου για να μας παίρνουν σιδηροδέσμιους».
Ετσι ξεκίνησε την απολογία του ο σκηνοθέτης Δημήτρης Ινδαρές, που με τους δύο γιους του, Φίλιππο και Ιάσονα, κατηγορούνται για μια σειρά πλημμελήματα (βία κατά υπαλλήλων, εξύβριση, απείθεια, διατάραξη λειτουργίας υπηρεσίας κ.ά.), σχετικά με όσα συνέβησαν στις 18 Δεκεμβρίου 2019, στο σπίτι τους στο Κουκάκι, το οποίο βρίσκεται δίπλα σε κτίριο που τελούσε υπό κατάληψη.
Ηταν η περίοδος που ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, είχε στείλει τελεσίγραφο σε όσους είχαν καταλάβει κτίρια να τα εκκενώσουν, πριν εκπνεύσουν 15 μέρες. Και, όταν το χρονικό όριο παρήλθε, ξεκίνησαν αστυνομικές επιχειρήσεις, παρουσία τηλεοπτικών συνεργείων. Ετσι έγινε στο Κουκάκι και η σύλληψη της οικογένειας Ινδαρέ ήταν σε ζωντανή μετάδοση.
«Ξυπνήσαμε από φασαρία, χαμός, ένταση, καπνοί. Ηταν μια πολύ εντυπωσιακή και τρομακτική αστυνομική επιχείρηση. Κατέβηκα να απομακρύνω το αυτοκίνητο και επέστρεψα. Βγήκαμε με τους γιους μου στο μπαλκόνι», περιέγραψε ο Δ. Ινδαρές και αναφέρθηκε στο βίντεο που άρχισε να τραβάει ο γιος του. Λίγο νωρίτερα, το συγκεκριμένο βίντεο είχε προβληθεί στο δικαστήριο, ύστερα από αίτημα του δικηγόρου των κατηγορούμενων, Θεόδωρου Μαντά. Σε αυτό ακούγεται ο σκηνοθέτης να λέει στον γιο του «γιατί το κάνεις; δεν είναι ωραίο» και, όπως σχολίασε χθες ο Δ. Ινδαρές, «ακόμα ο γιος μου λέει “αν με είχες αφήσει να τραβάω βίντεο, θα είχε τελειώσει η εμπλοκή μου με την κατάληψη”».
Σε λίγο χτύπησε το κουδούνι. «Με τον πανικό που γινόταν, νομίζαμε ότι θα 'χε τραυματιστεί κάποιος αστυνομικός και δεν θα είχαν πού να τον ακουμπήσουν. Τόσο ηλίθιος ήμουν», συνέχισε ο Δ. Ινδαρές, σε μια ιδιαίτερα φορτισμένη απολογία. «Ηταν ένας αστυνομικός σαν Ρόμποκοπ. Με ρώτησε αν μπορεί να μπει, ήταν μέσα στην ένταση. Αυτό που σκέφτηκα ήταν αν υπάρχει εισαγγελέας, θα πέρναγε ο πόλεμος από το σπίτι μου. Αλλά δεν μου απάντησε, έφυγε». Οταν ο ίδιος γύρισε στο σπίτι και ανέβηκε στην ταράτσα, «ήρθαν αστυνομικοί και ξαφνικά φάγαμε το ξύλο της αρκούδας, ήταν σαν τη μαύρη θύελλα. Μου πάταγαν το κεφάλι, μου τράβαγαν τα χέρια, τα παιδιά μου δεμένα, έβριζαν τη μάνα τους χυδαία [...] Μας κατέβασαν κάτω σαν τα σακιά, το σπίτι μου γεμάτο αστυνομικός και είχε έρθει μια εισαγγελέας εμφανώς σαστισμένη. Μας πήγαν στη ΓΑΔΑ, σε ένα Γραφείο Προστασίας του Κράτους και του Δημοκρατικού Πολιτεύματος, αυτό ήταν ο απόλυτος σουρεαλισμός».
Τις ίδιες σκηνές περιέγραψε και ο γιος του, Ιάσονας. «Με έριξαν κάτω, μου πέρασαν χειροπέδες, πίεζαν το κεφάλι μου με τις μπότες στο δάπεδο, είδα τον 55χρονο πάτερα μου να τρώει κλοτσιά με μπότα στο κεφάλι. Ημουν σαστισμένος από τη βία. Η μάνα μου έντρομη με το νυχτικό να φωνάζει “τι κάνετε;” και να της απαντάνε: “φύγε από δω, γιατί θα σε πετάξω κάτω από τη σκάλα”. Δεν έχω ξαναζήσει τέτοια βαρβαρότητα».
Σε ερώτηση πώς εξηγεί τόσο μένος από την πλευρά των αστυνομικών, ο 29χρονος σήμερα δικηγόρος απάντησε: «Ηταν η περίοδος με το τελεσίγραφο Χρυσοχοΐδη, άρα οι καταληψίες γνώριζαν ότι επίκειται επιχείρηση εκκένωσης και θα είχαν προετοιμάσει τρόπο διαφυγής. Οι αστυνομικοί κατάφεραν να μπουν στο κτίριο, αλλά δεν βρήκαν κανέναν. Συνέχισαν να ψάχνουν στη δική μας ταράτσα και, μόλις είδαν τον πατέρα μου, που δεν τους είχε πει “παρακαλώ περάστε”, αλλά ζητούσε εισαγγελέα, μας έσπασαν στο ξύλο. Αφού μας είχαν σπάσει στο ξύλο, έπρεπε να μας συλλάβουν. Μπορώ να σας δώσω ακόμη μια εξήγηση, πιο ανησυχητική. Ηταν τα κανάλια από κάτω, ήταν πολυδιαφημισμένη η επιχείρηση, έπρεπε να έχουν συλληφθέντες και, αφού δεν βρήκαν ενόχους, συνέλαβαν όποιους βρήκαν μπροστά τους».
Οι αντιφάσεις των αστυνομικών
Μάρτυρες κατηγορητηρίου είναι δύο αστυνομικοί των ΕΚΑΜ, που έχουν καταθέσει ότι αναγνωρίζουν τους Φίλιππο και Ιάσονα Ινδαρέ ανάμεσα στους καταληψίες. Ωστόσο, έντεκα μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορουμένων, που είναι γείτονες και είδαν από τα μπαλκόνια την αστυνομική επιχείρηση, κατέθεσαν ότι οι καταληψίες είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους. Υποστήριξαν, επίσης, κατηγορηματικά ότι, την ώρα που οι καταληψίες πετούσαν αντικείμενα στις αστυνομικές δυνάμεις, η οικογένεια Ινδαρέ ήταν στο μπαλκόνι της.
Η πρόεδρος κάλεσε τον έναν εκ των αστυνομικών ξανά στο βήμα του μάρτυρα και εκείνος επέμενε ότι τα αδέλφια Ινδαρέ ήταν στην κατάληψη και μπόρεσε να τους αναγνωρίσει, επειδή τους έπεφταν τα μαντίλια. Η εισαγγελέας επισήμανε στον μάρτυρα αντιφάσεις στις καταθέσεις του. «Δεν αναφέρατε καθόλου προανακριτικά ότι είχαν καλυμμένα τα πρόσωπά τους και εδώ μας λέτε ότι τους έπεφταν τα μαντίλια... Επίσης, μας λέτε ότι πρόλαβαν και οι δύο και άλλαξαν ρούχα, ενώ αρχικά καταθέτατε ότι το έκανε μόνο ο ένας». Ακόμη μία αντίφαση των αστυνομικών επισήμανε ο Θεόδωρος Μαντάς, σημειώνοντας ότι ο αστυνομικός προανακριτικά έλεγε ότι και ο Δημήτρης Ινδαρές ήταν ανάμεσα στους καταληψίες, ενώ τώρα ισχυρίζεται ότι ήταν μόνο οι γιοι του.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας