Τώρα ήρθε η ώρα και για την πρώτη live παρουσίαση του “What’s Done Is Done” στο πλαίσιο της εμφάνισής τους στο 8ο Music Highway Festival.
Η τετραμελής μπάντα μας μιλάει για τη χαρά της συμμετοχής σε συλλογικές δράσεις, αναφέροντας χαρακτηριστικά «νιώθουμε όμορφα και δημιουργικά και από κει και πέρα… ό,τι προκύψει ευπρόσδεκτο».
«Προσπαθούμε να απολαμβάνουμε αυτό που κάνουμε, χωρίς αυτό βέβαια να μας “βαλτώνει”. Ο κάθε άνθρωπος, κατά συνέπεια, και κάθε μπάντα έχει τους δικούς της ρυθμούς» μας λένε εξηγώντας την... καθυστερημένη κυκλοφορία του πρώτου full length album τους.
Μιας και είναι η πρώτη μας κουβέντα μετά την κυκλοφορία του δίσκου σας δεν θα γλιτώσουμε την αμήχανη στιγμή των συστάσεων. Πείτε μας δυο λόγια για την πορεία των Sounds Like Barley και τη νέα σας κυκλοφορία.
Με τη μουσική ασχολούμαστε, με κάποιο τρόπο, από την παιδική μας ηλικία. Άλλοτε σαν ακροατές και άλλοτε σαν «δημιουργοί». Aπό το 2010 οριοθετήσαμε κάπως τις σκέψεις και τις ιδέες μας οπότε το 2014 κυκλοφορήσαμε το ομώνυμο EP. Μετά από κάποιες live εμφανίσεις ξεκινήσαμε να δουλεύουμε με σκοπό τη δημιουργία ενός Lp, το οποίο τελικά, είναι το “What’s Done Is Done”. Και στις δύο «δουλειές» οι ηχογραφήσεις έγιναν στο Downstroke Studio. Κυκλοφορούν αμφότερες σε βινύλιο. Η νέα κυκλοφορία διατίθεται και σε ηλεκτρονική μορφή.
Στιχουργικά που κινείται το album; Και τι σημαίνει το “What’s done is done”; Υποδηλώνει συγκεκριμένη ψυχολογική κατάσταση ή απλά σας άρεσε;
Οι στίχοι ακολουθούν μια γενική προσέγγιση απέναντι σε κάποιο προβληματισμό, που σε οδηγεί τελικά στο ειδικό και κατ’επέκταση στην προσωπική ταύτιση ή όχι του καθένα μας. Αν ήθελε κάποιος να τους απογυμνώσει και να τους αποκωδικοποιήσει, δυστυχώς ή ευτυχώς, θα κατέληγε στο συμπέρασμα πως τελικά αποτελούν περισσότερο μια ερωτηματική τοποθέτηση απέναντι στο αναπόφευκτο.
Το “What’s done is done” δεν υπαγορεύει μια κατάσταση από την οποία δεν μπορείς να ξεφύγεις ή αλλάξεις. Ούτε περιγράφει μια μοιρολατρική στάση, μέσω της οποίας δικαιολογείς τον εαυτό σου για αυτά που έκανε ή δεν κάνει. Αντιθέτως, σημαίνει να δεχτείς πως ό,τι έγινε, πράγματι έγινε και δεν μπορείς να αλλάξεις το γεγονός καθαυτό, αφού έγινε. Το πώς θα χειριστείς, αντιληφθείς, λύσεις ή γευτείς αυτό που έγινε είναι κάτι διαφορετικό (έως να γίνουν κι αυτές οι συμπεριφορές από μόνες τους επιμέρους γεγονότα…)
Από το πρώτο άκουσμα είναι αναπόφευκτο να μην παρατηρήσει κάποιος αναφορές στους Earthbound. Κι αυτό το λέω για καλό γιατί αποτελούν μία από τις «δικές μας» μπάντες. Επηρέασαν πολύ κόσμο στις αρχές του 2000 και οι συναυλίες τους αποτελούσαν γεγονός για τη σκηνή. Τελικά, μήπως από τη σκηνή λείπει αυτή τη στιγμή μία τέτοια μπάντα που θα μπορούσε ως σημείο αναφοράς να σηκώσει όλους τους συνοδοιπόρους προς τα πάνω; Και δεν μιλάω ασφαλώς για ογκόλιθους τύπου Last Drive.
Όπως πολλοί άνθρωποι, έτσι και εμείς, ακούσαμε, παρακολουθήσαμε, ζήσαμε τους Earthbound και θα συμφωνήσουμε. Τέτοια παραδείγματα βοηθούν στη μεταφορά της πληροφορίας και μιας άλλης πρότασης. Κατά συνέπεια αυξάνεται η πιθανότητα να δημιουργηθεί μία συζήτηση δηλαδή η “σπίθα”.
Στο μυαλό έρχονται φυσικά και σχήματα όπως οι Calexico, Friends of Dean Martinez κλπ. Σκέψεις για να μπουν στην πορεία έξτρα όργανα (πνευστά, ακορντεόν κλπ) υπάρχουν ή η προσέγγιση είναι πάντα πιο κιθαριστική;
Στο “Sounds Like Barley” υπήρχαν μόνο ηλεκτρικές κιθάρες, ηλεκτρικό μπάσο, ντραμς και κρουστά. Στο “What’s Done Is Done”, μαζί με αυτά, εμφανίζονται κάποιες τρομπέτες και ακορντεόν, ένα πέρασμα κάνει η κλασική κιθάρα και το μεταλλόφωνο, ενώ για μία στιγμή υπάρχει και η «ηλεκτρονική» παρέμβαση. Για το μέλλον, η προδιάθεση είναι, ο κορμός να είναι κιθαριστικός και από κει και πέρα να εμπλουτίζεται με φυσικούς ή μη ήχους.
Επειδή γνωρίζω την πορεία σας εδώ και αρκετά χρόνια οφείλω να ρωτήσω. Γιατί τόση απόσταση ανάμεσα στις κυκλοφορίες; Για μία underground μπάντα είναι ζήτημα πόρων ή καθαρά έμπνευσης;
Ασφαλώς η έλλειψη πόρων δημιουργεί μια σειρά άλλων προβλημάτων τα οποία επιβραδύνουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Σε γενικές γραμμές δεν αφήνουμε το χρόνο να μας πιέσει. Προσπαθούμε να απολαμβάνουμε αυτό που κάνουμε, χωρίς αυτό βέβαια να μας «βαλτώνει». Ο κάθε άνθρωπος, κατά συνέπεια, και κάθε μπάντα έχει τους δικούς της ρυθμούς. Η έμπνευση (η ιδέα) «έρχεται» σε μία στιγμή και η αρχική της αποτύπωση ίσως διαρκέσει μερικά λεπτά ή και κάποιες ώρες. Από κει και πέρα για τη διαχείριση και την ολοκλήρωσή της χρειαζόμαστε κάποιο χρόνο.
Τελικά η Americana, desert ή όπως αλλιώς την αποκαλέσουμε είναι αστική μουσική ή βασίζεται στους ήχους και την αλληλεπίδραση με την ύπαιθρο;
Αν η έμπνευση αντλείται από τον αστικό μαξιμαλισμό, τον ντετερμινισμό μιας απομονωμένης ζωής, το κελάρυσμα του ρυακιού έξω από την πόρτα σου, την ηλιαχτίδα που φωτίζει τον μποτιλιαρισμένο δρόμο ή το μικρό παιδί στο χωράφι με το κριθάρι στο στόμα του, αν λοιπόν συμβαίνουν όλα αυτά, τότε το συγκεκριμένο είδος μουσικής δεν έχει μόνο αστική χροιά ή αποκλειστικά δράττει τους καρπούς της υπαίθρου. Η desert μουσική αποτελεί μια ωδή στην αποδόμηση του χρόνου και του «είναι», μέσω γήινων μυρωδιών και ήχων, μέσα στις πόλεις ή μακριά στην έρημο.
Είστε μία από τις μπάντες που συμμετέχει στο 8o Music Highway Festival το λοιπόν. Σκέψεις για την επικείμενη εμφάνιση; Τι σημαίνει για εσάς η συμμετοχή σε ένα φεστιβάλ της εναλλακτικής σκηνής;
Δεχτήκαμε με χαρά την πρόσκληση που μας έκαναν να συμμετάσχουμε. Το festival το έχουμε παρακολουθήσει και σαν κοινό. Για φέτος τέσσερις μπάντες με συγκλίνουσα αισθητική και κοινά ακούσματα, η κάθε μία, θα εκφράσει με το δικό της τρόπο την ίδια εικόνα. Η συμμετοχή μας, στο συγκεκριμένο festival που διοργανώνεται από τους συγκεκριμένους ανθρώπους και με συγκεκριμένο προσανατολισμό, είναι «διάλογος», αλληλεπίδραση και ευχαρίστηση.
Είναι η συλλογική δράση, είτε μέσω μουσικών συνεργασιών είτε μέσω φεστιβάλ, ο βασικός τρόπος να αναδειχθεί η ελληνική underground σκηνή;
Η συλλογική δράση, είτε μέσω μουσικών συνεργασιών είτε μέσω φεστιβάλ είναι ο ένας τρόπος να περνάμε καλά, να γνωρίζουμε νέους φίλους και μουσικές και να ζούμε για λίγο μακριά από τις τετριμμένες σκέψεις μας. Αν αυτό οδηγήσει στην ανάδειξη της ελληνικής underground σκηνής θα είναι κάτι ωραίο. Σκοπός πάντως είναι να αναδειχθεί πως μέσω των συλλογικών δράσεων νιώθουμε όμορφα και δημιουργικά και από κει και πέρα… ό,τι προκύψει ευπρόσδεκτο.
Τελικά, όλες αυτές οι ελληνικές αγγλόφωνες μπάντες είναι σχεδόν αδύνατο να βγουν σε πιο mainstream μονοπάτια, αλλά συνάμα δεν συμπαθούν και ιδιαίτερα το mainstream. Μήπως απλά αυτοί είμαστε και μέχρι εκεί φθάνουμε; Εννοώ μήπως underground καλλιτέχνες και κοινό παραμένουν περιορισμένοι σε αριθμό και, ως ένα σημείο, το επιλέγουν κιόλας; Δε θα μπορούσα να σας φανταστώ σε… πρωινάδικα με μανατζαραίους παρέα
Αν προσωποποιούσαμε αυτές τις δύο έννοιες θα λέγαμε ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερη συμπάθεια από τη μία ως προς την άλλη. Ταυτόχρονα και για διάφορους λόγους η κάθε μία φλερτάρει και ίσως θέλει τη θέση της άλλης. Την κρίσιμη όμως στιγμή κυριαρχεί η φράση «Το τέρας πρέπει να το φοβάσαι. Όταν σταματάει αυτό, αρχίζεις να του μοιάζεις» και αυτό δεν το θέλει καμία πλευρά.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας