Και σκεφτόμασταν, στις ατελείωτες κουβέντες μαζί του, ότι πολλά από τα κομμάτια του Παυλίδη μιλούν για ιστορίες που ίσως έχουν συμβεί και φέρνουν εικόνες από γνώριμες σκιές που καθρεφτίζονται άυλες στα παράθυρα του αυτοκινήτου τις οποίες δεν μπορείς να αγγίξεις, αλλά μπορείς να τους μιλήσεις, σαν εκείνη τη σκηνή στο «Πάρις, Τέξας» που ενώνονται τα πρόσωπα του Travis και της Jane. Οι λέξεις που κολυμπάνε σκόρπιες στη θάλασσα του μυαλού μπαίνουν σε σωστή σειρά μέσα από τους στίχους ενός καλλιτέχνη. Το εξηγεί πολύ άρτια και η Zoe Kravitz ως Rob στο "High Fidelity" λέγοντας ότι η δημιουργία μιας playlist είναι μια πολύ ευαίσθητη τέχνη, σα να γράφεις ένα ερωτικό γράμμα στο οποίο λες κάτι χωρίς ακριβώς να το λες, χρησιμοποιώντας την ποίηση ενός άλλου ανθρώπου για να εκφράσεις τα δικά σου συναισθήματα.
«Νιώθω ότι αυτό που κάνω έχει ένα επιπλέον νόημα. Το έχω νιώσει κι εγώ σαν ακροατής με διάφορους καλλιτέχνες. Ελπίζω βέβαια πάντα ότι η εμπειρία και στην ακρόαση των δίσκων αλλά και στις συναυλίες έχει και επιπλέον διαστάσεις. Δεν έχω κάτσει ποτέ να γράψω ένα καθαρόαιμο ερωτικό τραγούδι ή ένα ύμνο στην αγάπη. Πάντα αισθάνομαι ότι αυτά είναι στοιχεία που συνυπάρχουν με βιώματα και εμπειρίες κάθε είδους. Δεν μ αρέσει να συχνάζω στους ναούς της αγάπης και του έρωτα. Μου αρέσει πως διαχέονται αυτές οι έννοιες μέσα στην καθημερινότητα ακριβώς επειδή έχω δει πώς μεταμορφώνουν τις πιο ασήμαντες στιγμές και αποκτά η ζωή μαγεία και βάθος», μας εξηγεί ακόμα καλύτερα ο Παύλος Παυλίδης.
Την Παρασκευή στην Αρβανίτσα ο Παύλος ανέβηκε στη σκηνή αμέσως μετά τους Social Waste. Γύρω στις 10 το βράδυ και αφού, ακόμα, ο κόσμος ερχόταν στο χώρο. Ο Παυλίδης ήταν γεμάτος κέφι, ανατροφοδοτούσε με την ενέργεια του το ηλεκτρισμένο κοινό και απολάμβανε την συνθήκη βλέποντας στο «κάγκελο» αγόρια και κορίτσια να τραγουδούν απ΄ έξω κι ανακατωτά τους στίχους του, στίχους που ίσως να έγραψε πριν καν γεννηθούν πολλά από αυτά τα παιδιά. Τα κινητά στον αέρα κατέγραφαν στιγμές που ταξίδευαν από την Αρβανίτσα σε άλλα μέρη και μηδένιζαν αποστάσεις ανάμεσα σε ανθρώπους που βρίσκονται σε διαφορετικό μέρος αλλά στον ίδιο τόπο, ανθρώπους που είχαν πει πώς θα’ ρθουν και ήρθαν. Και κάπως έτσι, το πρώτο βράδυ μας έφερε όλους πιο κοντά, τόσο κοντά.
«Οταν τραγουδάμε όλοι μαζί χάνεται ο χρόνος και δεν έχει σημασία τι κρατάει στα χέρια του ο καθένας. Γινόμαστε μια αγκαλιά και αυτό είναι το σημαντικό και το ζητούμενο»
«Μου φαίνεται τόσο ακραίο και συγκλονιστικό το ότι ένας άνθρωπος έχει βγει απ το σπίτι του και βρίσκεται μπροστά μου, όρθιος μέσα στο πλήθος, για να με ακούσει να παίζω και να τραγουδάω με τους φίλους μου επί σκηνής που το τελευταίο που με απασχολεί είναι αν θα κρατάει το κινητό του ή έναν αναπτήρα για να δηλώσει την παρουσία του και να φωτίσει το χώρο. Όταν τραγουδάμε όλοι μαζί χάνεται ο χρόνος και δεν έχει σημασία τι κρατάει στα χέρια του ο καθένας. Γινόμαστε μια αγκαλιά και αυτό είναι το σημαντικό και το ζητούμενο», μας λέει ο Παύλος.
Πίνουμε μια γουλιά καφέ το επόμενο πρωί και ορίζουμε ως τόπο συνάντησης για το ταξίδι από την Αρβανίτσα προς τη Λίμνη Πλαστήρα, «το λιοντάρι της Χαιρώνειας». Θα μπορούσε να μοιάζει και με τίτλο τραγουδιού. Η μπάντα αφήνει το βανάκι πάνω στο πεζοδρόμιο και ένας κάτοικος που μάλλον είχε ήδη πιει αρκετούς καφέδες έρχεται φουριόζος με διάθεση να μαλώσει. Ανεβάζει τα ντεσιμπέλ και φωνάζει ότι «καταστρέφετε τα πλακάκια που έφτιαξα Εγώ», με κεφαλαίο έψιλον. «Ποιος είστε;» τον ρωτάει ο Παυλίδης. Ακούσαμε για λίγο παρέα τα τζιτζίκια και απάντηση δεν πήραμε ποτέ. Ίσως δεν του κάνουν συχνά αυτή την ερώτηση και δεν ήταν προετοιμασμένος. Αποχαιρετάμε το γραφικό μνημείο και τον γραφικό τύπο μπροστά σε αυτό και ξεκινάμε για λίμνη Πλαστήρα. Μικρές στάσεις για εικόνες και στην τελευταία ώρα του ταξιδιού παίρνουμε θέση στο πίσω κάθισμα του αμαξιού του Παύλου.
- Παύλο, πηγαίνεις Πλαστήρα;
- Ναι
- Πάρε με μαζί σου.
Ο παραπάνω διάλογος δεν έγινε ποτέ αλλά το σκηνικό έμοιαζε φανταστικά πραγματικό. Συχνότητα ραδιοφώνου δε μπορούσαμε να πιάσουμε, αλλά συντονιστήκαμε αρμονικά στη live «εκπομπή» του Θανάση Τζίνγκοβιτς που μας μίλαγε με την απαλή φωνή του για την ιστορία της λίμνης Πλαστήρα, με έναν νέο podcaster να γεννιέται από τη θέση του συνοδηγού. Συζητάμε για την αγαπημένη Χαλκιδική, τον παράδεισο της Ιερισσού και την κόλαση του υπερτουρισμού. Φτάνουμε στο ξενοδοχείο και ανανεώνουμε το ραντεβού για το βράδυ. Αν είστε φανατικοί του Παυλίδη μπορείτε να προχωρήσετε στην επόμενη παράγραφο, αλλιώς μπορείτε να συνεχίσετε να διαβάζετε με δική σας ευθύνη. Αργά τα μεσάνυχτα του Σαββάτου καθίσαμε μια μεγάλη παρέα στην πισίνα του ξενοδοχείου, ο Παύλος Παυλίδης με τη μπάντα του και ο Γιάννης Αγγελάκας με τα μέλη του δικού του γκρουπ.
Όλοι μαζί ένα μεγάλο τραπέζι, στη δροσιά της νύχτας και χωρίς άλλες παρέες γύρω. Τόσο ο Παύλος, όσο και ο Γιάννης, διηγούνταν μέχρι τις τρεις το ξημέρωμα ιστορίες που έχουν συμβεί και παρασυμβεί, από παλιότερες περιοδείες τους αλλά και στιγμές δικές τους, ταξιδεύοντας στο παρελθόν. Αν σου έλεγαν κάποτε ότι θα βρίσκεσαι στην ίδια παρέα με δύο από τους ροκ ήρωες των εφηβικών σου χρόνων και να τους ακούς να αναφέρονται σε πράγματα που δεν θα γραφτούν ποτέ, θα σου ακουγόταν το λιγότερο σουρεάλ. Ήταν όμως και αυτό, φανταστικά πραγματικό.
Την επόμενη μέρα ξυπνάμε με μια ονειρική διάθεση, σα να είδαμε τη χθεσινή βραδιά στον ύπνο μας. Η εικόνα του Γιάννη Αγγελάκα στην ουρά του μπουφέ και του Παύλου Παυλίδη να τρώει πρωινό παραδίπλα, μας υπενθύμισαν ότι όλο αυτό συμβαίνει. «Η ημέρα που ξέρω ότι το βράδυ θα παίξουμε είναι γιορτινή πάντοτε» μας εξηγεί ο Παύλος. «Υπάρχει μια ευχάριστη αγωνία που κορυφώνεται όσο πλησιάζει η ώρα. Όσα χρόνια και να περάσουν υπάρχει μια γλυκιά ταραχή. Όσο προβαρισμένη και να είναι η μπάντα υπάρχει πάντα στις αυθεντικές ομάδες το αίσθημα ότι θα πηδήξουμε αγκαλιασμένοι από ένα φανταστικό αεροπλάνο στο κενό θα κάνουμε σχηματισμούς γνωστούς αλλά και άγνωστους ελπίζοντας ότι η μουσική θα μας κρατάει ψηλά και θα μας προσγειώνει απαλά κάθε φορά σε μια καινούργια πραγματικότητα. Όσοι το κάνουμε αυτό χρόνια έχουμε φάει βέβαια και τα μούτρα μας ουκ ολίγες φορές».
Το μεσημέρι βρισκόμαστε σε μια ταβέρνα της περιοχής, λίγο πριν το soundcheck. H ιδιοκτήτρια έτυχε να είναι μια γυναίκα που γνώριζε τον Παύλο από τα χρόνια της Θεσσαλονίκης, τότε που νεότεροι και οι δυο τους σύχναζαν στο Berlin, ιστορικό μπαρ της πόλης στο οποίο κάποτε στα ‘80s έπαιζε μουσικές ο νεαρός Γιάννης Αγγελάκας. Το Berlin μετρά περισσότερα από 40 χρόνια ιστορίας και χιλιάδων ιστοριών.
Μερικές από αυτές μας τις διηγήθηκε ο Παύλος ανάμεσα σε κρασιά και γέλια, σκηνικά που έζησε με τον ιδιοκτήτη του μπαρ στο σπίτι του τελευταίου στο Πανόραμα που θύμιζαν ταινία. Κάθε τόσο και λιγάκι έρχονταν στο τραπέζι κορίτσια και αγόρια ζητώντας από τον Παυλίδη να βγουν μια φωτογραφία μαζί του. Έφευγαν σιωπηλά και μόλις απομακρύνονταν από το πεδίο του Παύλου χοροπηδούσαν από τη χαρά τους.
Όπως και στην Αρβανίτσα την Παρασκευή, έτσι και στη Λίμνη Πλαστήρα την Κυριακή, η σειρά εμφάνισης ήταν ίδια. Πρώτα ο Παύλος Παυλίδης και μετά ο Γιάννης Αγγελάκας. Με μία μεγάλη διαφορά εδώ όμως που έκανε την κατάσταση μαγική. Όταν ανέβηκε στη σκηνή ο Παυλίδης, γύρω στις 9 παρά τέταρτο, ήταν ακόμα μέρα. Είχε αρκετό φως, δεν είχε πέσαι καν το σούρουπο, και η εικόνα της λίμνης απογείωνε το live. Ένας ιδανικός συνδυασμός που σε έκανε να σκέφτεσαι ότι είναι σαφώς προτιμότερο, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, να παρακολουθείς απογευματινές συναυλίες παρά βραδινές.
Τη βραδιά έκλεισαν οι VIC και στο πίσω μέρος της σκηνής Παυλίδης, Αγγελάκας και οι μπάντες τους τα έπιναν παρέα, όπως το προηγούμενο βράδυ στην πισίνα, σε οικογενειακό κλίμα. «Είναι πολύ ωραίο να είμαστε εδώ με τα αδέρφια μας», μας λέει ο Παύλος. «Το ωραίο που έχουν τα φεστιβάλ είναι ότι πρέπει να συνδυαστείς με διάφορους καλλιτέχνες και ομάδες που μπορεί να μην το είχες αρχικά σκεφτεί. Άλλοτε είναι πετυχημένοι οι συνδυασμοί και άλλοτε λιγότερο».
- Και όταν βρίσκεστε με τον Αγγελάκα;
«Σίγουρα όποτε παίζουμε με τον Γιάννη, είτε παλιότερα τη δεκαετία του 90, είτε πιο πρόσφατα είναι πάντα πολύ ταιριαστά. Έτσι κι αλλιώς πριν λίγα χρόνια το είχαμε οργανώσει με κοινές περιοδείες όπως το “από γιορτή σε γιορτή” ας πούμε. Είναι πολύ φρέσκες οι αναμνήσεις μας και απ’ αυτό το καλοκαίρι. Ελπίζω ο Γιάννης να επανέλθει γρήγορα και να ξανασυναντηθούμε στους απέραντους δρόμους».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας