Η γειτονιά που ξεδιπλώνεται βόρεια της βυζαντινής εκκλησούλας των Αγίων Ασωμάτων θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αθηναϊκό... τριεθνές.
Βρίσκεται ανάμεσα στις οικιστικές ενότητες του Θησείου, του Κεραμεικού και του Ψυρρή, χωρίς να καταχωρίζεται σε καμία από τις τρεις!
Εχει όμως τη δική της ταυτότητα, καθώς διαθέτει μοναδική θέα προς την Ακρόπολη, γειτονεύει με τον πιο σπουδαίο αλλά ελάχιστα προβεβλημένο αρχαιολογικό χώρο της Αθήνας και κατάφερε να διατηρήσει σχεδόν αναλλοίωτη τη μορφή που είχε στον 19ο αιώνα.
Σε όλα τα δρομάκια που ξεκινούν από το κάτω κομμάτι της πεζοδρομημένης Ερμού υπάρχουν διώροφα σπίτια που κατάφεραν να ξεφύγουν από τις μπουλντόζες, οι οποίες είχαν πάρει φωτιά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον τελευταίο πόλεμο χάρη στο ελληνικής πατέντας σύστημα της αντιπαροχής.
Τα μικρά οικόπεδα, οι χαμηλοί συντελεστές δόμησης και κυρίως η πάντα άγρυπνη αρχαιολογική υπηρεσία λειτούργησαν σαν ασπίδα που έσωσε την περιοχή.
Πολλά από τα διατηρητέα ανήκουν από δεκαετίες στο υπουργείο Πολιτισμού και αξιοποιήθηκαν με την παραχώρησή τους σε φορείς που ανέλαβαν το σημαντικό βάρος της ανακαίνισης και της συντήρησή της τους.
Εξελίχθηκε έτσι με μια όαση πολιτισμού, με μουσεία και βιβλιοθήκες, χωρίς να λείπουν κάποιες «ανορθογραφίες» από τις μετρημένες στα δάχτυλα πολυκατοικίες-κουτιά.
Η οδός Ασωμάτων, που πήρε το όνομά της από το εκκλησάκι του 11ου αιώνα, έχει ξεχωριστή θέση σε αυτή την ιδιότυπη γειτονιά γιατί μεταφέρει αναλλοίωτη την εικόνα της Αθήνας του 1833, λίγο πριν από την έλευση των αρχιτεκτόνων που ήρθαν στη νέα πρωτεύουσα μαζί με τον Οθωνα.
Εχτιζαν «χωρίς να ενδιαφέρονται για τα τοπικά δεδομένα, τις συνθήκες ζωής και τα νεοελληνικά ηθικά αιτήματα. Εχτιζαν στην Αθήνα όπως στο Βερολίνο, το Μόναχο και τη Βιέννη» επισημαίνει εύστοχα ο Αρης Κωνσταντινίδης στο βιβλίο του «Τα παλιά αθηναϊκά σπίτια», αποδίδοντας αυτές τις τάσεις στην ανάγκη να αποκτήσει η πρωτεύουσα «διεθνή» αρχιτεκτονική ταυτότητα που ερχόταν σε αντίθεση με την πραγματικότητα.
Οσμή Τσίλερ
Ανάμεσα στα διώροφα του μικρού δρόμου το μάτι σταματά στον αριθμό 45, στο «σπίτι με τις Καρυάτιδες» όπως έχει πολιτογραφηθεί. Στέκεται εκεί από τα τέλη του 19ου αιώνα και ανήκε στον γλύπτη Ιωάννη Καρακατσάνη (1857-1906). Γεννήθηκε στην Αίγινα και σπούδασε γλυπτική δίπλα στον σπουδαίο Λεωνίδα Δρόση.
Φιλοτέχνησε προτομές ηρώων του 1821, όπως του Ρήγα, του Μπότσαρη και του Μιαούλη, αλλά και νεότερων όπως του Καποδίστρια και του Τομπάζη. Αγόρασε το μικρό οικόπεδο των περίπου 300 τετραγωνικών στη λαϊκή γειτονιά δίπλα στον Κεραμεικό και έχτισε ένα μικρό σπίτι μόλις 200 τετραγωνικών για να στεγάσει τη γυναίκα του και τα έξι παιδιά τους.
Η Κάτια Μητροπούλου στο βιβλίο της «Αθήνα, μνήμες και κτίρια» αποδίδει το κτίσμα στον Ερνέστο Τσίλερ, αλλά το πιο πιθανό είναι να τον μιμείται ή να κατασκευάστηκε από κάποιο από τα συνεργεία των μαστόρων του που δούλευαν μαζί του και ήταν άρτια εκπαιδευμένα αλλά φτηνότερα, όπως έχει συμβεί και με άλλα σπίτια της εποχής σε διάφορα σημεία της πρωτεύουσας.
Ο Ι. Καρακατσάνης πάντως φρόντισε να προσθέσει τη δική του πινελιά και είναι αυτός που φιλοτέχνησε τις δύο Καρυάτιδες οι οποίες κοσμούν τον εξώστη του ορόφου και λειτουργούν ως κολόνες για τη στήριξη της οροφής του.
Επέλεξε να τις απαθανατίσει με σταυρωμένα χέρια, ενώ οι αυθεντικές «αδελφές» τους, με πιο διάσημες αυτές του Ερεχθείου, τα έχουν ελεύθερα.
Μοντέλα του ήταν η γυναίκα του και η αδελφή της, η Ξανθή και η Ευδοξία. Το τεκμηριωμένο αυτό γεγονός «πειράχτηκε» στη δεκαετία του 1950 και αποτέλεσε μακρινό, αλλά αθώο πρόγονο των σημερινών fake news.
Η συγκεκριμένη πτυχή του σπιτιού αποδίδεται σε έναν κουρέα, τον Παναγιώτη Κρητικάκο, που στέγαζε το κατάστημά του στο ισόγειο μετά την πώληση του ακινήτου από τους κληρονόμους του Ι. Καρακατσάνη.
Στις ιστορίες που σκάρωνε για τους πελάτες του υποστήριζε ότι οι Καρυάτιδες ήταν οι κόρες του ιδιοκτήτη, που τις έχασε νωρίς και θέλησε με αυτό τον τρόπο να απαλύνει τον πόνο του.
Το «τέλος» των δύο κοριτσιών είχε πολλές εκδοχές, ανάλογα με τον χαρακτήρα του ατόμου που καθόταν στην καρέκλα του κουρείου του. Αλλοτε τις είχε δηλητηριάσει η κακιά μητριά τους και άλλοτε είχαν χαθεί από άγνωστη αρρώστια.
Είχε χάρισμα στη διήγηση και αυτό του εξασφάλιζε πελατεία στο κουρείο του. Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική, αφού οι πραγματικές μούσες του γλύπτη πέθαναν γύρω στο 1950 έχοντας χαρεί παιδιά και εγγόνια.
Το ακίνητο απαλλοτριώθηκε το 1973 για αρχαιολογικούς σκοπούς από το υπουργείο Πολιτισμού, αλλά κηρύχτηκε διατηρητέο μόλις το 1989, ενώ ήδη κινδύνευε με κατάρρευση.
Λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας παραχωρήθηκε για να γίνει το «σπίτι» των ολυμπιονικών και ανακαινίστηκε με σεβασμό στην ιστορία και τους μύθους του κτιρίου. Το 2011 το ισόγειό του, όπου λειτουργούσε το περίφημο κουρείο, έγινε η έδρα του φορέα των ιστορικών μύλων.
1 Οι κόρες από τις Καρυές
Οι Καρυάτιδες είναι γυναικείες μορφές που εμφανίζονται στα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα. Είναι οι κόρες από τις Καρυές, μια πόλη κοντά στη Σπάρτη, όπου έπαιρναν μέρος σε τελετουργίες προς τιμή της θεάς Αρτεμιδος.
Χρησιμοποιήθηκαν στην αρχιτεκτονική ως μια ιδιαίτερη μορφή κίονα, που απαντάται στην αρχαιότητα σε κτίσματα ιωνικού ρυθμού, αλλά διατηρήθηκαν με παραλλαγές και υιοθετήθηκαν ακόμη και σε έργα μπαρόκ, με πιο χαρακτηριστική την παρουσία τους σε παλάτι της Βιέννης. Στην αρχική τους μορφή έφεραν χιτώνα και πέπλα, ενώ είχαν τα χέρια τους ελεύθερα.
2 Οι διάσημες
Οι πιο διάσημες είναι αυτές του Ερεχθείου, που διακρίνονται για την απαράμιλλη χάρη τους αλλά και την περιπέτεια της έκτης «αδελφής» τους, που εκλάπη από τον Ελγιν και βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Καρυάτιδες υπάρχουν στους Δελφούς, στον λόφο Καστά στην Αμφίπολη και στην Ελευσίνα, από τις οποίες η μία βρίσκεται επίσης στη Βρετανία.
3 Πηγή έμπνευσης
Τις Καρυάτιδες της οδού Ασωμάτων εντόπισε και ανέδειξε στις αρχές του περασμένου αιώνα ο σπουδαίος Γάλλος φωτογράφος Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν. Ο Γιάννης Τσαρούχης τις αποτύπωσε σε δύο έργα του, το 1952 και το 1971, ενώ τις ενέταξε στα σκηνικά που είχε φιλοτεχνήσει για τις ανάγκες του Θεάτρου Τέχνης, όταν ανέβασε τις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη στο θέατρο Λυκαβηττού. Η εικόνα τους ζωντανεύει και από αναφορές στο «Τρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή.
Σχόλια
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας